10/09/2016
Αναδημοσίευση από AVANT GARDE
Γιατί ηττήθηκε το ισπανικό προλεταριάτο; (Ζητήματα μαρξιστικής θεωρίας).
(20/8/1940)
Σημείωση του Avantgarde: Το κείμενο που ακολουθεί αποτελεί πρόχειρο προσχέδιο και αποσπασματικές σημειώσεις γύρω από τις αιτίες που οδήγησαν στην ήττα της ισπανικής επανάστασης και τη σχέση της επαναστατικής πρωτοπορίας με το κοινωνικό υποκείμενο. Η εργασία του Τρότσκι έμεινε στη μέση αφού δολοφονήθηκε στις 20 Αυγούστου 1940. Αυτή ήταν και η ημερομηνία που μπήκε στο τελευταίο του αυτό άρθρο. Για την απόδοση του κειμένου λήφθηκε υπόψιν η μετάφραση του Γιώργου Παπανικολάου, όπως την βρήκαμε εδώ και παλιότερη μετάφραση της δεκαετίας του 70. Για την επιμέλεια του κειμένου Κ.Μαρ. για το Avantgarde.
Το πόσο πίσω έχει ριχτεί το εργατικό κίνημα μπορεί να εκτιμηθεί όχι μόνο απ’ την κατάσταση των μαζικών οργανώσεων αλλά και απ’ τους ιδεολογικούς συνδυασμούς και τις θεωρητικές αναζητήσεις στις οποίες τόσο πολλές ομάδες έχουν εμπλακεί. Στο Παρίσι εκδίδεται το περιοδικό Que Faire (Τι να κάνουμε) το οποίο για κάποιον λόγο αυτοανακηρύσσεται μαρξιστικό αλλά στην πραγματικότητα παραμένει τελείως μέσα στο πλαίσιο του εμπειρισμού των αριστερών αστών διανοουμένων και εκείνων των μεμονωμένων εργαζομένων που έχουν αφομοιώσει όλα τα ελαττώματα των διανοουμένων.
Όπως όλες οι ομάδες που στερούνται μιας θεωρητικής βάσης, χωρίς πρόγραμμα και παράδοση, αυτό το μικρό περιοδικό προσπάθησε να κρατηθεί στην ουρά του ΠΟΥΜ –το οποίο φάνηκε ν’ ανοίγει τη συντομότερη οδό προς τις μάζες και τη νίκη. Αλλά το αποτέλεσμα αυτών των δεσμών με την ισπανική επανάσταση φαίνεται κατ αρχήν τελείως απρόσμενο: το περιοδικό δεν προόδευσε, αλλά αντίθετα εκφυλίστηκε. Σαν αντικειμενικό γεγονός, αυτό είναι τελείως μέσα στη φύση των πραγμάτων. Οι αντιφάσεις στο μικροαστικό συντηρητισμό και τις ανάγκες της προλεταριακής επανάστασης έχουν αναπτυχθεί στο έπακρο. Είναι τελείως φυσικό οι υπερασπιστές και οι ερμηνευτές των πολιτικών του ΠΟΥΜ να βρέθηκαν ριγμένοι τόσο στο πολιτικό όσο και στο θεωρητικό επίπεδο.
Το περιοδικό Que Faire είναι χωρίς καμιά σημασία απόλυτα. Αλλά αυτό έχει συμπτωματικό ενδιαφέρον. Είναι γι αυτό το λόγο που θεωρήσαμε ωφέλιμο να πραγματευτούμε διεξοδικά τις εκτιμήσεις του περιοδικού για τις αιτίες της κατάρρευσης της ισπανικής επανάστασης, επειδή αυτή η εκτίμηση φανερώνει πολύ γραφικά τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά που τώρα επικρατούν στην αριστερή πτέρυγα του ψευδο-Μαρξισμού.
Το «Que Faire» εξηγεί
Αρχίζουμε με μια επιλέξει παράθεση από μια κριτική του φυλλαδίου Προδομένη Ισπανία του συντρόφου Καζανόβα:
«Γιατί τσακίστηκε η επανάσταση; Διότι, απαντά ο συγγραφέας (Καζανόβα), το κομμουνιστικό κόμμα ακολούθησε μια λανθασμένη πολιτική που δυστυχώς παρέσυρε τις επαναστατικές μάζες. Αλλά γιατί στο διάβολο, οι επαναστατικές μάζες που εγκατέλειψαν τους προηγούμενους ηγέτες τους, ανασυντάχθηκαν με τη σημαία του κομμουνιστικού κόμματος; «Διότι δεν υπήρχε γνήσιο επαναστατικό κόμμα». Είμαστε αντιμέτωποι με μια καθαρή ταυτολογία. Μια εσφαλμένη πολιτική των μαζών. Ένα ανώριμο κόμμα είτε εκδηλώνει μια κάποια κατάσταση των κοινωνικών δυνάμεων (ανωριμότητα της εργατικής τάξης, απουσία ανεξαρτησίας των αγροτών), το οποίο πρέπει να εξηγηθεί σαν αποτέλεσμα των γεγονότων, παρουσιάζεται μεταξύ άλλων από τον ίδιο τον Καζανόβα. Ή αυτό είναι το προϊόν των πράξεων κάποιων κακόβουλων προσώπων ή ομάδων προσώπων, πράξεων που δεν αντιστοιχούν στις προσπάθειες των «ειλικρινών προσώπων», μοναδικά ικανών να σώσουν την επανάσταση. Μετά την ψηλάφιση για τον πρώτο τον μαρξιστικό δρόμο, ο Καζανόβα παίρνει τον δεύτερο. Εισερχόμαστε στον τομέα της καθαρής δαιμονολογίας. Ο εγκληματίας που είναι υπεύθυνος για την ήττα είναι ο Αρχιδιάβολος, ο Στάλιν, υποκινούμενος από τους αναρχικούς και όλους τους άλλους μικρούς διαβόλους. Ο θεός των επαναστατών δυστυχώς δεν έστειλε έναν Λένιν ή έναν Τρότσκι στην Ισπανία όπως έκανε στην Ρωσία το 1917».
Μετά ακολουθεί το συμπέρασμα: «Εκεί καταλήγει όποιος ψάχνει με κάθε κόστος να επιβάλλει την απολιθωμένη ορθοδοξία ενός παρεκκλησίου πάνω στα γεγονότα». Αυτή η θεωρητική υπεροψία γίνεται όλο και πιο μεγαλοπρεπής απ το γεγονός ότι είναι δύσκολο να φανταστείς πως τόσο μεγάλος αριθμός κοινοτοπιών, χυδαίων εκφράσεων και λαθών εντελώς ιδιαίτερα συντηρητικού φιλισταϊκού τύπου, μπορούσαν να συμπτυχθούν μέσα σε τόσο λίγες γραμμές.
Ο συγγραφέας του παραπάνω παραθέματος αποφεύγει να δώσει οποιαδήποτε ερμηνεία για την ήττα της ισπανικής επανάστασης. Αυτός μόνο δείχνει ότι τέτοιες προφανείς εξηγήσεις, όπως «η κατάσταση των κοινωνικών δυνάμεων» είναι αναπόφευκτες. Η αποφυγή οποιασδήποτε εξήγησης δεν είναι τυχαία. Αυτοί οι επικριτές του μπολσεβικισμού είναι όλοι θεωρητικά δειλοί, για τον απλό λόγο ότι δεν έχουν τίποτε σταθερό κάτω απ’ τα πόδια τους. Για να μην αποκαλύψουν την δική τους χρεωκοπία, νοθεύουν γεγονότα και τσιμπολογάνε από τις γνώμες των άλλων. Περιορίζονται σε υπονοούμενα και μισόλογα, σαν να μην είχαν το χρόνο να παρουσιάσουν ολόκληρη τη σοφία τους. Στην πραγματικότητα δεν έχουν ίχνος σοφίας. Η υπεροψία τους ευθυγραμμίζεται με τον πνευματικό τσαρλατανισμό τους.Ας αναλύσουμε βήμα-βήμα τις νύξεις και τα μισόλογα του συγγραφέα μας. Σύμφωνα μ’ αυτόν μια εσφαλμένη πολιτική των μαζών μπορεί να εξηγηθεί μόνο με το ότι αυτό «εκφράζει μια ορισμένη κατάσταση των κοινωνικών δυνάμεων», δηλαδή, την ανωριμότητα της εργατικής τάξης και την απουσία ανεξαρτησίας της αγροτιάς. Όποιος αναζητά ταυτολογίες, δεν θα μπορούσε να βρει γενικά, πιο κραυγαλέα απ’ αυτήν. Μια «εσφαλμένη πολιτική των μαζών» εξηγείται απ’ την «ανωριμότητα» των μαζών. Αλλά τι είναι «ανωριμότητα» των μαζών; Προφανώς, η προδιάθεσή τους για εσφαλμένες πολιτικές. Σε τι συνίσταται η εσφαλμένη πολιτική και ποιοι την εγκαινίασαν: οι μάζες ή οι ηγέτες- αυτό παραβλέπεται σιωπηλά απ τον συγγραφέα μας. Μέσω μιας ταυτολογίας φορτώνει την ευθύνη στις μάζες. Αυτό το κλασικό κόλπο όλων των προδοτών, λιποτακτών και των πληρεξουσίων τους, είναι ιδιαίτερα εξοργιστικό σε σχέση με το ισπανικό προλεταριάτο.
Σοφιστείες των προδοτών
Τον Ιούλη 1936-για να μην αναφερθούμε σε προηγούμενη περίοδο- οι ισπανοί εργαζόμενοι απέκρουσαν την επίθεση των αστυνομικών που είχαν προετοιμάσει τη συνωμοσία τους υπό την προστασία του Λαϊκού Μετώπου. Οι μάζες συγκρότησαν αυτοσχέδιες πολιτοφυλακές και εργατικές επιτροπές τα προπύργια της μελλοντικής τους δικτατορίας. Από την άλλη οι ηγετικοί οργανισμοί του προλεταριάτου βοήθησαν την αστική τάξη να καταστρέψει αυτές τις επιτροπές, να διαλύσει τις εφόδους των εργαζομένων ενάντια στην ατομική ιδιοκτησία και να υπαγάγει τις εργατικές πολιτοφυλακές στις εντολές της αστικής τάξης, με το ΠΟΥΜ επιπλέον να συμμετέχει στην κυβέρνηση και ν’ αναλαμβάνει άμεση ευθύνη γι’ αυτό το έργο της αντεπανάστασης.
Τι σημαίνει σ’ αυτή την περίπτωση «ανωριμότητα» του προλεταριάτο; Προφανώς μόνο αυτό… ότι παρά τη σωστή πολιτική γραμμή που επιλέχθηκε απ’ τις μάζες δεν μπόρεσαν να τσακίσουν τη συμμαχία των σοσιαλιστών, σταλινικών, αναρχικών και του ΠΟΥΜ με την αστική τάξη. Αυτή η σοφιστεία παίρνει σαν αφετηρία της μια έννοια απόλυτης ωριμότητας, δηλαδή μια τέλεια κατάσταση των μαζών στην οποία αυτές δεν έχουν ανάγκη μια σωστή ηγεσία και επιπλέον, είναι ικανές να νικήσουν κόντρα στην ίδια τους την ηγεσία. Δεν υπάρχει και δεν μπορεί να υπάρξει τέτοια ωριμότητα.
Αλλά γιατί, αναρωτιούνται οι σοφοί μας, θάπρεπε οι εργάτες που δείχνουν τέτοιο σωστό επαναστατικό ένστικτο και τέτοιες εξαιρετικές μαχητικές ικανότητες, να υποταχθούν σε μια προδοτική ηγεσία; Η απάντησή μας είναι: δεν υπήρχε ούτε υποψία τέτοιας υποταγής. Η γραμμή της πορείας των εργαζομένων απέκλινε πάντα από τη γραμμή της ηγεσίας. Και στις πιο κρίσιμες στιγμές η απόκλιση αυτή έφτασε τις 180 μοίρες. Η ηγεσία τότε βοήθησε άμεσα ή έμμεσα την υποταγή των εργαζομένων με την ένοπλη βία.
Τον Μάη του 1937 οι εργαζόμενοι της Καταλονίας εξεγέρθηκαν όχι μόνο χωρίς την ηγεσία τους, αλλά εναντίον της. Οι αναρχικοί ηγέτες- η παθιασμένοι και αξιοπεριφρόνητοι αστοί μεταμφιεσμένη σε επαναστάτες- έχουν επαναλάβει εκατοντάδες φορές στον τύπο τους ότι ήθελαν η CNT να πάρει την εξουσία και να εγκαθιδρύσει τη δική τους δικτατορία τον Μάη, αυτοί θα μπορούσαν να το κάνουν αυτό χωρίς καμιά δυσκολία. Αυτή τη φορά οι αναρχικοί ηγέτες λένε την καθαρή αλήθεια. Η ηγεσία του ΠΟΥΜ στην πραγματικότητα σέρνονταν στην ουρά του CNT , μόνο που αυτοί κάλυπταν αυτή τους την πολιτική με μια διαφορετική φρασεολογία. Χάρη σ’ αυτό και μόνο σ’ αυτό η αστική τάξη πέτυχε να καταπνίξει την εξέγερση του «ανώριμου» προλεταριάτου το Μάη.
Πρέπει κανείς να μην καταλαβαίνει τίποτα στη σφαίρα των σχέσεων μεταξύ της τάξης και του κόμματος, μεταξύ των μαζών και των ηγετών επαναλαμβάνοντας την κούφια δήλωση ότι οι ισπανικές μάζες απλώς ακολουθούσαν τους ηγέτες τους. Το μόνο που μπορεί να ειπωθεί είναι ότι οι μάζες που αναζητούσαν πάντα έψαχναν να χαράξουν την πορεία τους στο σωστό δρόμο, βρήκαν αυτό πέραν της δύναμής τους να αναδείξουν ακριβώς στη φωτιά της μάχης μια νέα ηγεσία που ν’ ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις της επανάστασης.
Μπροστά μας είναι ένα βαθιά δυναμικό προτσές, με τα διάφορα στάδια της επανάστασης να εναλλάσσονται ταχύτατα, με τη ηγεσία ή τα διάφορα τμήματα της ηγεσίας γρήγορα να λιποτακτούν προς την πλευρά της εχθρικής τάξης και οι σοφοί μας εμπλέκονται σε μια καθαρά στατική συζήτηση: Γιατί η εργατική τάξη σαν όλο ακολούθησε μια κακή ηγεσία;
Η διαλεκτική προσέγγιση
Υπάρχει ένα παλιό αξίωμα από την εξελικτική-φιλελεύθερη αντίληψη της ιστορίας: Κάθε λαός έχει την κυβέρνηση που του αξίζει. Η ιστορία, ωστόσο, δείχνει ότι ο ίδιος λαός μπορεί στην πορεία μιας συγκριτικά σύντομης εποχής να έχει πολύ διαφορετικές κυβερνήσεις (Ρωσία, Ιταλία, Γερμανία, Ισπανία κλπ) και επιπλέον η σειρά διαδοχής αυτών των κυβερνήσεων δεν προχωρά πάντα σε μια και την ίδια κατεύθυνση: απ’ το δεσποτισμό στην ελευθερία όπως το φαντάστηκαν οι εξελικτικοί φιλελεύθεροι. Το μυστικό είναι αυτό, ότι ένας λαός αποτελείται από εχθρικές τάξεις και οι τάξεις οι ίδιες αποτελούνται από διαφορετικά και εν μέρει ανταγωνιστικά στρώματα που υπάγονται σε διαφορετική ηγεσία. Επιπλέον, κάθε λαός πέφτει υπό την επιρροή άλλων λαών που παρόμοια αποτελούνται από τάξεις. Οι κυβερνήσεις δεν εκφράζουν τη συστηματικά αναπτυσσόμενη «ωριμότητα» ενός «λαού» αλλά είναι το προϊόν του αγώνα μεταξύ διαφορετικών τάξεων και των διαφορετικών στρωμάτων μέσα στην ίδια τάξη και τελικά της δράσης των εξωτερικών δυνάμεων- συμμαχιών, συγκρούσεων, πολέμων κ.ο.κ. Σ αυτό πρέπει να προστεθεί ότι μια κυβέρνηση, απ’ τη στιγμή που έχει εγκαθιδρυθεί, μπορεί να κρατηθεί πολύ περισσότερο απ’ όσο διαρκεί ο συσχετισμός των δυνάμεων που την ανέδειξε. Απ’ αυτή ακριβώς την ιστορική αντίφαση, ξεπηδούν οι επαναστάσεις, τα πραξικοπήματα, οι αντεπαναστάσεις κλπ.
Ακριβώς η ίδια προσέγγιση είναι απαραίτητη για να διαπραγματευτούμε το ζήτημα της ηγεσίας μιας τάξης. Μιμούμενοι τους φιλελεύθερους οι σοφοί μας σιωπηρά αποδέχονται το αξίωμα ότι κάθε τάξη έχει την ηγεσία που της αξίζει.
Στην πραγματικότητα η ηγεσία δεν είναι καθόλου μια απλή «αντανάκλαση» μιας τάξης ή το προϊόν της δικής της ελεύθερης δημιουργικότητας. Η ηγεσία διαμορφώνεται στη διαδικασία συγκρούσεων μεταξύ των διαφορετικών τάξεων ή στη διένεξη μεταξύ των διαφορετικών στρωμάτων μέσα σε μια δοσμένη τάξη. Απ’ τη στιγμή που έχει αναδειχθεί, η ηγεσία σταθερά ανυψώνεται πάνω απ’ την τάξη της και έτσι εκτίθεται στην πίεση και επιρροή των άλλων τάξεων. Το προλεταριάτο μπορεί ν’ ανεχθεί για ένα μεγάλο διάστημα μια ηγεσία που έχει ήδη υποστεί έναν πλήρη εσωτερικό εκφυλισμό, αλλά δεν της έχει ακόμη δοθεί η ευκαιρία να εκφράσει αυτό τον εκφυλισμό μέσα σε μεγάλα γεγονότα.
Ένα μεγάλο ιστορικό σοκ είναι αναγκαίο για ν’ απελευθερωθεί απότομα η αντίφαση μεταξύ της ηγεσίας και της τάξης. Τα πιο ισχυρά ιστορικά σοκ είναι οι πόλεμοι και οι επαναστάσεις. Ακριβώς γι’ αυτό το λόγο η εργατική τάξη αιφνιδιάζεται συχνά από τους πολέμους και τις επαναστάσεις. Αλλά ακόμη και σε περιπτώσεις που η παλιά ηγεσία έχει αποκαλύψει την εσωτερική της φθορά, η τάξη δεν μπορεί να δημιουργήσει άμεσα μια νέα ηγεσία, ειδικά αν δεν έχει κληρονομήσει απ’ την προηγούμενη περίοδο ισχυρά επαναστατικά στελέχη ικανά να χρησιμοποιήσουν την κατάρρευση του παλιού ηγετικού κόμματος. Ο μαρξιστής, δηλαδή η διαλεκτική και όχι η σχολαστική ερμηνεία των αμοιβαίων σχέσεων μεταξύ μιας τάξης και της ηγεσίας της, γκρεμίζουν όλα τα λιθάρια απ’ τις νομικίστικες σοφιστείες του συγγραφέα μας.
Πως ωρίμασαν οι Ρώσοι εργάτες
Η ωριμότητα του προλεταριάτου συλλαμβάνεται σαν κάτι καθαρά στατικό. Όμως κατά τη διάρκεια μιας επανάστασης η συνείδηση μιας τάξης είναι το πιο δυναμικό προτσές που άμεσα προσδιορίζει την πορεία της επανάστασης. Ήταν δυνατό τον Γενάρη του 1917 ή ακόμη και τον Μάρτη, μετά την πτώση του τσαρισμού, να δοθεί μια απάντηση στο ζήτημα του αν το ρωσικό προλεταριάτο είχε αρκετά «ωριμάσει» για την κατάκτηση της εξουσίας μέσα σε οκτώ ή εννιά μήνες;
Η εργατική τάξη ήταν εκείνη τη στιγμή εξαιρετικά ετερογενής κοινωνικά και πολιτικά. Κατά τη διάρκεια των χρόνων του πολέμου είχε ανανεωθεί κατά 30-40% από στρώματα προερχόμενα από τη μικροαστική τάξη, συχνά αντιδραστικά, σε βάρος των καθυστερημένων χωρικών, σε βάρος των γυναικών και των νέων. Το μπολσεβικικό κόμμα το Μάρτη του 1917 ακολουθούνταν από μια ασήμαντη μειοψηφία της εργατικής τάξης και επιπλέον υπήρχε διχασμός και μέσα στο ίδιο το κόμμα. Η συντριπτική πλειοψηφία των εργαζομένων υποστήριζε τους μενσεβίκους και τους «σοσιαλεπαναστάτες», δηλαδή τους συντηρητικούς σοσιαλ-πατριώτες. Η κατάσταση ήταν ακόμη πιο δύσκολη σε σχέση με το στρατό και την αγροτιά. Πρέπει να προσθέσουμε αυτό: το γενικά χαμηλό επίπεδο πολιτισμού στη χώρα, την απουσία πολιτικής εμπειρίας μεταξύ των ευρύτερων στρωμάτων του προλεταριάτου, ειδικά στις περιφέρειες, για να μην μιλήσουμε για τους αγρότες και τους στρατιώτες.
Ποια ήταν τα πλεονεκτήματα του Μπολσεβικισμού; Μια καθαρή και πέρα για πέρα μελετημένη αντίληψη στην αρχή της επανάστασης διέθετε μόνο ο Λένιν. Τα ρωσικά στελέχη του κόμματος ήταν διασκορπισμένα και σε σημαντικό βαθμό σαστισμένα. Αλλά το κόμμα είχε κύρος μεταξύ των προχωρημένων εργαζομένων. Ο Λένιν είχε μεγάλο κύρος μεταξύ των κομματικών στελεχών. Η πολιτική αντίληψη του Λένιν αντιστοιχούσε με την πραγματική ανάπτυξη της επανάστασης και ενισχύονταν με κάθε νέο συμβάν. Τα πλεονεκτήματα αυτά έκαναν θαύματα μέσα στην επαναστατική κατάσταση, δηλαδή, σε καταστάσεις αδιάλλακτης ταξικής πάλης. Το κόμμα γρήγορα προσάρμοσε την πολιτική του για ν’ ανταποκρίνεται με την αντίληψη του Λένιν, ν’ αντιστοιχεί δηλαδή στην πραγματική πορεία της επανάστασης. Χάρη σ’ αυτό, βρήκε σταθερή υποστήριξη μεταξύ δεκάδων χιλιάδων απ τους προχωρημένους εργάτες. Μέσα σε μερικούς μήνες, βασιζόμενο στην ανάπτυξη της επανάστασης, το κόμμα ήταν ικανό να πείθει την πλειοψηφία των εργαζομένων για την ορθότητα των συνθημάτων του. Αυτή η πλειοψηφία οργανωμένη στα σοβιέτ ήταν ικανή απ’ την πλευρά της να έλξει τους στρατιώτες και τους αγρότες.
Πως μπορεί αυτή η δυναμική, διαλεκτική διαδικασία να εξαντληθεί σε μια φόρμουλα ωριμότητας ή ανωριμότητας του προλεταριάτου; Ένας κολοσσιαίος παράγοντας της ωριμότητας του ρωσικού προλεταριάτου το Φλεβάρη ή τον Μάρτη του 1917 ήταν ο Λένιν. Αυτός δεν έπεσε απ τον ουρανό. Ενσάρκωνε την επαναστατική παράδοση της εργατικής τάξης. Για να βρουν τα συνθήματα του Λένιν το δρόμο τους προς τις μάζες έπρεπε να υπάρχουν στελέχη, ακόμη και αριθμητικά λίγα στην αρχή. Έπρεπε να υπάρχει η εμπιστοσύνη των στελεχών στην ηγεσία, μια εμπιστοσύνη βασισμένη σ όλη την εμπειρία του παρελθόντος. Για να αφαιρεθούν αυτά τα στοιχεία απ’ τους υπολογισμούς κάποιου, είναι απλά σαν να αγνοεί τη ζωντανή επανάσταση, να την υποκαθιστά με μια αφαίρεση, το «συσχετισμό των δυνάμεων». Διότι η ανάπτυξη της επανάστασης ακριβώς συνίσταται σ αυτό, ότι ο συσχετισμός των δυνάμεων αδιάκοπα και γρήγορα αλλάζει υπό την επίδραση των αλλαγών στη συνείδηση του προλεταριάτου, της έλξης των καθυστερημένων στρωμάτων απ’ τα προχωρημένα, της αναπτυσσόμενης αυτοπεποίθησης της τάξης στη δύναμή της.
Το ζωτικό και κύριο ελατήριο σ’ αυτή τη διαδικασία είναι το κόμμα, ακριβώς όπως το ζωτικό και κύριο ελατήριο στον μηχανισμό του κόμματος είναι η ηγεσία του. Ο ρόλος και η ευθύνη της ηγεσίας σε μια επαναστατική εποχή είναι κολοσσιαία.
Η σχετικότητα της «ωριμότητας»
Η νίκη του Οκτώβρη είναι μια σοβαρή μαρτυρία της «ωριμότητας» του προλεταριάτου. Αλλά αυτή η ωριμότητα είναι σχετική. Λίγα χρόνια μετά, το ίδιο ακριβώς προλεταριάτο επέτρεψε να στραγγαλιστεί η επανάσταση από μια γραφειοκρατία που προήλθε απ’ τις τάξεις της. Η νίκη δεν είναι ακριβώς το ώριμο φρούτο της «ωριμότητας» του προλεταριάτου. Η νίκη είναι ένα στρατηγικό έργο. Είναι αναγκαίο να χρησιμοποιηθούν οι πιο ευνοϊκές συνθήκες μιας επαναστατικής κρίσης για να κινητοποιηθούν οι μάζες. Λαμβάνοντας σαν αρχικό σημείο το δοσμένο επίπεδο της «ωριμότητάς» τους είναι αναγκαίο να ωθηθούν προς τα μπρος, διδάσκοντάς τες να κατανοούν ότι ο εχθρός δεν είναι σε καμιά περίπτωση παντοδύναμος, ότι σπαράσσεται από αντιφάσεις, ότι πίσω απ’ το επιβλητικό προσωπείο προβάλλει ο πανικός. Αν το μπολσεβίκικο κόμμα είχε αποτύχει να φέρει σε πέρας αυτό το καθήκον, δεν θα μπορούσε να γίνει λόγος για τη νίκη της προλεταριακής επανάστασης. Τα σοβιέτ θα είχαν συντριβεί απ’ την αντεπανάσταση και οι λίγοι σοφοί όλων των χωρών θα έγραφαν άρθρα και βιβλία με κεντρικό θέμα ότι μόνο οραματιστές μπορούσαν να ονειρευτούν στη Ρωσία τη δικτατορία του τόσο μικρού αριθμητικά και τόσο ανώριμου προλεταριάτου.
Ο βοηθητικός ρόλος των αγροτών
Εξίσου αφηρημένη, σχολαστική και αναληθής είναι η αναφορά στην «έλλειψη ανεξαρτησίας» των αγροτών. Πότε και που οι σοφοί μας παρατήρησαν ποτέ στην καπιταλιστική κοινωνία μαι αγροτιά με ένα ανεξάρτητο επαναστατικό πρόγραμμα ή ικανότητα για ανεξάρτητη επαναστατική πρωτοβουλία; Η αγροτιά μπορεί να παίξει έναν πολύ μεγάλο ρόλο στην επανάσταση, αλλά μόνο έναν βοηθητικό ρόλο.
Σε πολλές περιστάσεις οι ισπανοί αγρότες ενήργησαν θαρραλέα και πολέμησαν γενναία. Αλλά για ν’ αφυπνιστεί όλη η μάζα της αγροτιάς, το προλεταριάτο πρέπει να δώσει το παράδειγμα μιας αποφασιστικής εξέγερσης εναντίον της αστικής τάξης και να εμπνεύσει τους αγρότες με πίστη στην πιθανότητα της νίκης. Στο μεταξύ η ίδια η επαναστατική πρωτοβουλία του προλεταριάτου παρέλυε σε κάθε βήμα απ’ τις ίδιες τις οργανώσεις του.
Η «ανωριμότητα» του προλεταριάτου, η «έλλειψη ανεξαρτησίας» της αγροτιάς δεν είναι ούτε τελικοί, ούτε βασικοί παράγοντες σε ιστορικά γεγονότα. Πίσω από τη συνείδηση των τάξεων είναι οι ίδιες οι τάξεις, η αριθμητική τους δύναμη, ο ρόλος τους στην οικονομική ζωή. Πίσω από τις τάξεις βρίσκεται ένα ιδιαίτερο σύστημα παραγωγής που προσδιορίζεται με τη σειρά του απ’ το επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων. Γιατί τότε δεν λέμε ότι η ήττα του ισπανικού προλεταριάτου καθορίστηκε απ’ το χαμηλό επίπεδο της τεχνολογίας;
Ο ρόλος της προσωπικότητας
Ο συγγραφέας μας υποκαθιστά με τον μηχανιστικό ντετερμινισμό την διαλεκτική δημιουργία των ιστορικών διαδικασιών. Από δω οι φτηνές φλυαρίες για το ρόλο των προσώπων, καλών και κακών. Η ιστορία είναι μια διαδικασία της πάλης των τάξεων. Αλλά οι τάξεις δεν ρίχνουν το πλήρες βάρος τους αυτόματα και ταυτόχρονα.
Στη διαδικασία της πάλης των τάξεων δημιουργούνται διάφορα όργανα που παίζουν έναν σημαντικό και ανεξάρτητο ρόλο και είναι υποκείμενα σε παραμορφώσεις. Αυτό επίσης παρέχει τη βάση για το ρόλο των προσωπικοτήτων στην ιστορία. Υπάρχουν φυσικά μεγάλες αντικειμενικές αιτίες που δημιούργησαν τον απολυταρχικό ρόλο του Χίτλερ αλλά μόνο ένας αργόστροφος δογματιστής του «ντετερμινισμού» θα μπορούσε ν’ αρνηθεί σήμερα τον τεράστιο ιστορικό ρόλο του Χίτλερ. Η άφιξη του Λένιν στην Πετρούπολη στις 3 Απρίλη 1917 προσανατόλισε έγκαιρα το μπολσεβίκικο κόμμα και το κατέστησε ικανό να οδηγήσει την επανάσταση στη νίκη.
Οι σοφοί μας μπορεί να πουν ότι εάν ο Λένιν είχε πεθάνει πριν τις αρχές του 1917, η οκτωβριανή επανάσταση θα εξελίσσονταν με «ακριβώς τον ίδιο τρόπο». Αλλά αυτό δεν είναι έτσι. Ο Λένιν αντιπροσώπευε ένα από τα ζωτικά στοιχεία της ιστορικής διαδικασίας. Ενσάρκωνε την εμπειρία και τη διορατικότητα του περισσότερο ενεργού τμήματος του προλεταριάτου. Η έγκαιρη εμφάνισή του στην αρένα της επανάστασης ήταν αναγκαία για να κινητοποιήσει την εμπροσθοφυλακή και να της παράσχει τη δυνατότητα να συσπειρώσει την εργατική τάξη και τις αγροτικές μάζες. Η πολιτική ηγεσία στις κρίσιμες στιγμές των ιστορικών καμπών μπορεί να γίνει τόσο αποφασιστικός παράγοντας, όσο είναι ο ρόλος της κεντρικής διοίκησης κατά τη διάρκεια των κρίσιμων στιγμών του πολέμου. Η ιστορία δεν είναι μια αυτόματη διαδικασία. Αλλιώς, προς τι οι ηγέτες; Προς τι τα κόμματα; Προς τι τα προγράμματα; Προς τι οι θεωρητικοί αγώνες;
Ο σταλινισμός στην Ισπανία
«Αλλά γιατί στο διάβολο» ρωτά ο συγγραφέας όπως τον έχουμε ήδη ακούσει, «ανασυντάχθηκαν οι επαναστατικές μάζες που άφησαν τους προηγούμενους ηγέτες τους, υπό τα λάβαρα του κομμουνιστικού κόμματος;». Η ερώτηση τίθεται εσφαλμένα. Δεν είναι αλήθεια ότι οι επαναστατικές μάζες άφησαν όλους τους προηγούμενους ηγέτες τους. Οι εργάτες που είχαν συνδεθεί προηγούμενα με ιδιαίτερες οργανώσεις, συνέχισαν να είναι γαντζωμένοι σ’ αυτές, ενώ παρατηρούσαν και έλεγχαν. Οι εργάτες γενικά δεν σπάνε εύκολα με το κόμμα που τους αφυπνίζει στη συνειδητή ζωή.
Επιπλέον η ύπαρξη αμοιβαίας προστασίας μέσα στο Λαϊκό Μέτωπο τους καθησύχαζε: Αφού όλοι συμφωνούσαν, όλα πρέπει να ήταν σωστά. Οι νέες και ανανεωμένες μάζες φυσικά στράφηκαν προς την Κομιντέρν σαν το κόμμα που είχε πραγματοποιήσει τη μόνη νικηφόρα προλεταριακή επανάσταση και το οποίο, όπως ήλπιζαν, ήταν ικανό να εξασφαλίσει όπλα στην Ισπανία.
Επιπλέον η Κομιντέρν ήταν ο πιο ένθερμος υπερασπιστής της ιδέας του Λαϊκού Μετώπου. Αυτό ενέπνεε εμπιστοσύνη μεταξύ των μη έμπειρων στρωμάτων των εργαζομένων. Μέσα στο Λαϊκό Μέτωπο η Κομιντέρν ήταν ο πιο ένθερμος υπερασπιστής του αστικού χαρακτήρα της επανάστασης. Αυτό ενέπνεε την εμπιστοσύνη της μικρής και σ’ ένα μέρος της μεσαίας αστικής τάξης. Γ’ι αυτό οι μάζες «ανασυντάχθηκαν υπό τα λάβαρα του κομμουνιστικού κόμματος».
Ο συγγραφέας μας παρουσιάζει το ζήτημα σαν το προλεταριάτο να ήταν σ ένα κατάστημα παπουτσιών, επιλέγοντας ένα καινούργιο ζευγάρι μπότες. Ακόμη και αυτή η απλή λειτουργία, όπως γνωρίσουμε, δεν αποδεικνύεται πάντα επιτυχής. Όσον αφορά μια νέα ηγεσία, η δυνατότητας επιλογής είναι πολύ περιορισμένη. Μόνο βαθμιαία, μόνο στη βάση της δικής τους εμπειρίας μέσα από διάφορα στάδια μπορούν τα ευρύτερα στρώματα των μαζών να πειστούν ότι μια νέα ηγεσία είναι σταθερότερη, πιο αξιόπιστη, πιο σθεναρή απ’ την παλιά. Ασφαλώς κατά τη διάρκεια μιας επανάστασης, δηλαδή όταν τα γεγονότα κινούνται γρήγορα, ένα ασθενές κόμμα μπορεί γρήγορα ν αναπτυχθεί σ ένα ισχυρό με την προϋπόθεση ότι σαφέστατα κατανοεί την πορεία της επανάστασης και έχει αφοσιωμένα στελέχη που δεν μεθούν με φράσεις και δεν τα φοβίζουν οι διώξεις. Αλλά ένα τέτοιο κόμμα πρέπει να είναι υπάρχει πριν την επανάσταση επειδή η διαδικασία της εκπαίδευσης των στελεχών απαιτεί ένα σημαντικό χρονικό διάστημα που δεν μπορεί να βρεθεί στη διάρκεια της επανάστασης.
Η προδοσία του ΠΟΥΜ
Στ’ αριστερά όλων των άλλων κομμάτων στην Ισπανία στέκονταν το ΠΟΥΜ, το οποίο αναμφίβολα συμπεριελάμβανε επαναστατικά προλεταριακά στοιχεία χωρίς προηγούμενους στενούς δεσμούς με τον αναρχισμό. Αλλά ήταν αυτό ακριβώς το κόμμα που έπαιξε έναν μοιραίο ρόλο στην ανάπτυξη της ισπανικής επανάστασης. Δεν μπορούσε να γίνει ένα μαζικό κόμμα γιατί για να το κάνει ήταν πρώτα απαραίτητο ν’ ανατρέψει τα παλιά κόμματα και ήταν πιθανό να τα ανατρέψει μόνο μ’ έναν ασυμφιλίωτο αγώνα, με ένα αμείλικτο ξεσκέπασμα του αστικού τους χαρακτήρα.
Tο ΠΟΥΜ όμως ενώ κριτικάριζε όλα τα παλιά κόμματα, υποτάσσονταν σ’ αυτά σ’ όλα τα θεμελιώδη ζητήματα. Συμμετείχε στο «Λαϊκό» εκλογικό μπλοκ. Εισήλθε στην κυβέρνηση που διέλυσε τις εργατικές επιτροπές. Μπλέχθηκε σ έναν αγώνα για την ανασυγκρότηση αυτού του κυβερνητικού συνασπισμού. Συνθηκολόγησε και πάλι με την αναρχική ηγεσία. Διεξήγαγε, σε σύνδεση μ’ αυτή, μια εσφαλμένη συνδικαλιστική πολιτική. Κράτησε μια αμφίρροπη και μη επαναστατική στάση στην εξέγερση του Μάη του 1937.
Απ’ την σκοπιά του ντετερμινισμού γενικά, είναι πιθανό φυσικά ν’ αναγνωριστεί ότι η πολιτική του ΠΟΥΜ δεν ήταν τυχαία. Τα πάντα σ’ αυτό τον κόσμο έχουν την αιτία τους. Ωστόσο, η σειρά των αιτιών που εξέθρεψαν τον κεντρισμό του ΠΟΥΜ δεν είναι καθόλου μια απλή αντανάκλαση της κατάστασης του ισπανικού ή του καταλανικού προλεταριάτου. Δυο νομοτέλειες που κινούνται η μια προς την άλλη σε μια ορισμένη στιγμή έρχονται σε ασυμφιλίωτη σύγκρουση.
Είναι πιθανό, λαμβάνοντας υπόψη την προηγούμενη διεθνή εμπειρία, την επιρροή της Μόσχας, την επιρροή ενός αριθμού ηττών κλπ, να εξηγήσει πολιτικά και ψυχολογικά γιατί το ΠΟΥΜ ξεδιπλώθηκε σαν ένα κεντριστικό κόμμα. Αλλά αυτό δεν μεταβάλλει τον κεντριστικό του χαρακτήρα, ούτε μεταβάλλει το γεγονός ότι ένα κεντριστικό κόμμα σταθερά ενεργεί σαν έναν φρένο στην επανάσταση, που πρέπει κάθε φορά να σπάει το κεφάλι του και μπορεί να φέρει και την κατάρρευση της επανάστασης. Δεν αλλάζει το γεγονός ότι οι καταλανικές μάζες ήταν πολύ περισσότερο επαναστατικές από το ΠΟΥΜ, που με τη σειρά του ήταν περισσότερο επαναστατικό από την ηγεσία του. Σ’ αυτές τις συνθήκες το να φορτώνεις τις ευθύνες για εσφαλμένες πολιτικές στην «ανωριμότητα» των μαζών, ισοδυναμεί με τον καθαρό εκείνο τσαρλατανισμό, συχνό καταφύγιο χρεοκοπημένων πολιτικών.
Η ευθύνη της ηγεσίας
Η ιστορική πλαστογράφηση συνίσταται σ’ αυτό, ότι η ευθύνη για την ήττα των ισπανικών μαζών ρίχνεται στις εργαζόμενες μάζες και όχι σ’ εκείνα τα κόμματα που παρέλυσαν ή απλώς συνέτριψαν το επαναστατικό κίνημα των μαζών. Οι συνήγοροι του ΠΟΥΜ, απλά αρνούνται την ευθύνη των ηγετών γεινκά, για να δραπετεύσουν έτσι απ’ τις δικές τους ευθύνες ειδικά. Αυτή η ανίσχυρη φιλοσοφία, που ψάχνει να διευθετήσει ήττες σαν ένα αναγκαίο κρίκο στην αλυσίδα των κοσμικών εξελίξεων, είναι τελείως ανίκανη να θέσει και αρνείται να θέσει το ζήτημα τέτοιων συγκεκριμένων παραγόντων, όπως τα προγράμματα, τα κόμματα, οι προσωπικότητες που ήταν οι οργανωτές της ήττας. Αυτή η φιλοσοφία της μοιρολατρίας και της κατάρρευσης, είναι διαμετρικά αντίθετη στον Μαρξισμό, σαν την θεωρία της επαναστατικής πράξης.
Ο εμφύλιος πόλεμος είναι μια διαδικασία στην οποία τα πολιτικά ζητήματα επιλύονται με στρατιωτικά μέσα. Αν το αποτέλεσμα αυτού του πολέμου καθορίζονταν απ’ την «κατάσταση των ταξικών δυνάμεων», ο ίδιος ο πόλεμος δεν θα ήταν απαραίτητος. Ο πόλεμος έχει τη δική του οργάνωση, τις δικές του πολιτικές, τις δικές του μεθόδους, τη δική του ηγεσία, απ’ την οποία εξαρτάται άμεσα η έκβασή του. Φυσικά, «η κατάσταση των ταξικών δυνάμεων» παρέχει το θεμέλιο για όλους τους άλλους πολιτικούς παράγοντες, αλλά ακριβώς όπως το θεμέλιο ενός κτιρίου δεν μειώνει τη σημασία που έχουν οι τοίχοι, τα παράθυρα, οι πόρτες, οι οροφές, έτσι και η «κατάσταση των τάξεων» δεν ανατρέπει τη σημασία των κομμάτων, της στρατηγικής τους, της ηγεσίας τους.
Διαλύοντας το συγκεκριμένο στο αφηρημένο, οι σοφοί μας πράγματι σταματούν στα μισά. Η πιο «βαθιά» λύση του προβλήματος θα ήταν να δηλώσουν ότι η ήττα του ισπανικού προλεταριάτου οφείλονταν στην ανεπαρκή ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων. Αυτή η λύση είναι προσβάσιμη στον κάθε βλάκα.
Εκμηδενίζοντας τη σημασία του κόμματος και της ηγεσίας, αυτοί οι σοφοί αρνούνται γενικά την πιθανότητα της επαναστατικής νίκης, διότι δεν υπάρχουν οι ελάχιστες προϋποθέσεις για πιο ευνοϊκές αναμενόμενες συνθήκες. Ο καπιταλισμός έχει παύσει να προοδεύει, το προλεταριάτο δεν αναπτύσσεται αριθμητικά, απ’ την άλλη είναι ο στρατός των ανέργων που αναπτύσσεται, ο οποίος δεν αυξάνει αλλά μειώνει τη μαχητική δύναμη του προλεταριάτου και έχει αρνητικό αποτέλεσμα πάνω στη συνείδησή του. Δεν υπάρχει απλώς έδαφος για να πιστέψεις ότι κάτω απ’ το καθεστώς του καπιταλισμού, η αγροτιά είναι ικανή ν’ αποκτήσει μια υψηλότερη επαναστατική συνείδηση. Έτσι το συμπέρασμα απ’ την ανάλυση του συγγραφέα μας είναι η πλήρης απαισιοδοξία, μια διολίσθηση μακρυά απ’ τις επαναστατικές προοπτικές. Πρέπει να ειπωθεί -χάριν της δικαιοσύνης- ότι κι αυτοί οι ίδιοι δεν καταλαβαίνουν τι λένε.
Πράγματι, οι απαιτήσεις τους για τη συνείδηση των μαζών είναι τελείως φανταστικές. Οι ισπανοί εργαζόμενοι, καθώς και οι ισπανοί αγρότες, έδωσαν το μέγιστο που αυτές οι τάξεις μπορούν να δώσουν σε μια επαναστατική κατάσταση. Εμείς έχουμε στο μυαλό μας ακριβώς την τάξη των εκατομμυρίων και των δεκάδων εκατομμυρίων.
Το Que Faire αντιπροσωπεύει απλώς ένα από αυτά τα μικρά σχολεία, ή εκκλησίες ή παρεκκλήσια που τρομαγμένα απ’ την πορεία της ταξικής πάλης και την εκδήλωση της αντίδρασης, εκδίδουν τις μικρές τους εφημερίδες και τις θεωρητικές τους μελέτες σε μια γωνία, στην άκρη μακρυά απ’ την πραγματική ανάπτυξη της επαναστατικής σκέψης, χώρια απ’ την κίνηση των μαζών.
Η καταστολή της ισπανικής επανάστασης
Το ισπανικό προλεταριάτο έπεσε θύμα ενός συνασπισμού αποτελούμενο από ιμπεριαλιστές, ισπανούς δημοκράτες, σοσιαλιστές, αναρχικούς, σταλινικούς και στην αριστερή πτέρυγα, το ΠΟΥΜ. Όλοι αυτοί παρέλυσαν την σοσιαλιστική επανάσταση την οποία το ισπανικό προλεταριάτο είχε αρχίσει να πραγματοποιεί. Δεν είναι εύκολο να ξεφορτωθείς την σοσιαλιστική επανάσταση. Κανένας δεν έχει μέχρι τώρα επινοήσει άλλες μεθόδους από σκληρές καταπνίξεις, σφαγές της εμπροσθοφυλακής, εκτέλεση των ηγετών κλπ. Το ΠΟΥΜ φυσικά δεν το ήθελε αυτό. Ήθελε απ’ τη μια να συμμετέχει στη ρεπουμπλικανική κυβέρνηση και να καταχωρηθεί σαν μια νόμιμη ειρηνική αντιπολίτευση στο γενικό μπλοκ των κομμάτων διακυβέρνησης και απ’ την άλλη να πετύχει ειρηνικές συντροφικές σχέσεις σε μια εποχή όπου έμπαινε μονάχα το ζήτημα του αδιάλλακτου εμφυλίου πολέμου. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο το ΠΟΥΜ έπεσε θύμα των αντιφάσεων της πολιτικής του.
Η πιο συνεπής πολιτική στο μπλοκ διακυβέρνησης ακολουθούνταν απ’ τους σταλινικούς. Αυτοί ήταν η μαχόμενη εμπροσθοφυλακή της αστικής-δημοκρατικής αντεπανάστασης. Ήθελαν να περιορίσουν την ανάγκη του φασισμού αποδεικνύοντας στην ισπανική και την παγκόσμια αστική τάξη ότι οι ίδιοι ήταν ικανοί να καταπνίξουν την προλεταριακή επανάσταση υπό το λάβαρο της «δημοκρατίας». Αυτή ήταν η ουσία της πολιτικής τους. Οι χρεοκοπημένοι του ισπανικού Λαϊκού Μετώπου προσπαθούν σήμερα να ρίξουν την ευθύνη στη GPU. Σίγουρα δεν είμαστε εμείς που θα δείξουμε επιείκεια στα εγκλήματα του GPU. Αλλά βλέπουμε καθαρά και λέμε στους εργαζόμενους ότι ηGPU ενήργησε σ’ αυτή την περίπτωση μόνο σαν το πιο αποφασιστικό απόσπασμα στην υπηρεσία του Λαϊκού Μετώπου. Εδώ βρίσκονταν η ισχύς της GPU, εδώ ήταν ο ιστορικός ρόλος του Στάλιν. Μόνο αμαθείς φιλισταίοι μπορούν να το αντιπαρέρχονται αυτό με ηλίθια αστειάκια για τον αρχιδιάβολο.
Αυτοί οι κύριοι δεν απασχολούνται ούτε ακόμη και με το ζήτημα του σοσιαλιστικού χαρακτήρα της επανάστασης. Οι λακέδες της Μόσχας, σε όφελος της Αγγλίας και της Γαλλίας, ανακήρυξαν την ισπανική επανάσταση σαν αστική. Πάνω σ’ αυτή την απάτη στηρίχθηκαν οι προδοτικές πολιτικές του Λαϊκού Μετώπου, πολιτικές που θα ήταν τελείως εσφαλμένες ακόμη και αν η ισπανική επανάσταση ήταν πράγματι αστική. Αλλά απ’ την αρχή η επανάσταση έκφρασε τον προλεταριακό της χαρακτήρα πολύ περισσότερο παραστατικά απ’ την επανάσταση του 1917 στη Ρωσία. Στην ηγεσία του ΠΟΥΜ βρίσκονται σήμερα κύριοι που θεωρούν ότι η πολιτική του Andres Nin ήταν πολύ «αριστερίστικη», ότι το πραγματικά σωστό ζήτημα ήταν να είχαμε παραμείνει η αριστερή πτέρυγα του Λαϊκού Μετώπου. Η πραγματική δυστυχία ήταν ότι ο Nin, καλύπτοντας τον εαυτό του με το κύρος του Λένιν και της οκτωβριανής επανάστασης, δεν αποφάσισε να τα σπάσει με το Λαϊκό Μέτωπο.
Ο Victor Serge που βιάζεται να συμβιβαστεί με μια επιπόλαια στάση σε σοβαρά ζητήματα, γράφει ότι ο Nin δεν ήθελε να υποταχθεί στις εντολές από το Όσλο ή το Κογιοακάν. Μπορεί ένας σοβαρός άνθρωπος πραγματικά να αναγάγει σε μικροκουτσομπολιό το πρόβλημα του ταξικού περιεχομένου μιας επανάστασης; Οι σοφοί του Que Faire δεν έχουν καμιά απάντηση σ αυτό το ερώτημα. Δεν κατανοούν το ίδιο το ερώτημα.
Αλήθεια, τι σημασία έχει το γεγονός ότι το «ανώριμο» προλεταριάτο δημιούργησε τα δικά του όργανα εξουσίας, κατέλαβε επιχειρήσεις, προσπαθούσε να ρυθμίσει την παραγωγή, ενώ το ΠΟΥΜ έβαζε τα δυνατά του να μην τα σπάσει με τους αστούς αναρχικούς, που σε συμμαχία με τους αστούς δημοκράτες και με τους όχι λιγότερο αστούς σοσιαλιστές και σταλινικούς, επιτέθηκαν και συνέτριψαν την προλεταριακή επανάσταση!
Τέτοιες «παρωνυχίδες» ενδιαφέρουν βεβαίως μόνο τους εκπροσώπους της «αποστεωμένης ορθοδοξίας». Οι σοφοί του «Que Faire» κατέχουν, αντίθετα, έχουν στην κατοχή τους ένα ειδικό μέσο με το οποίο μετρούν την ωριμότητα του προλεταριάτου και τον συσχετισμό δυνάμεων ανεξάρτητα απ’ όλα τα ζητήματα της επαναστατικής ταξικής στρατηγικής…