Δημήτρης Κατσορίδας, αναδημοσίευση από Efsyn
Ηαντίληψη περί «Μεσσία» προέρχεται από το χριστιανικό οπλοστάσιο και δεν συνάδει με την Αριστερά, ενώ την υιοθέτησαν αυταρχικά πολιτικά κινήματα, με το επιχείρημα ότι τα κοινωνικά προβλήματα δεν μπορούν να τα λύσουν οι άνθρωποι μέσα από συλλογικές διαδικασίες, αλλά κάποια υποτίθεται «προικισμένα» άτομα, που έχουν υποτίθεται «θαυματουργικές» ικανότητες. Όμως, η καλλιέργεια αυτής της άποψης αφοπλίζει την κοινωνία από τη δυνατότητα που έχει να πάρει η ίδια την τύχη στα χέρια της και την καθιστά σε ένα ρόλο μικρού παιδιού που έχει ανάγκη την πατρική ή μητρική προστασία και φιγούρα για να πορευτεί.
Ο ΣΥΡΙΖΑ καλλιέργησε αυτή την αντίληψη, μέσω ιδιαίτερα του Α. Τσίπρα και του περιβάλλοντός του, ο οποίος μετέτρεψε το κόμμα σε καθαρά αρχηγικό, προκειμένου να είναι αυτονομημένος από οποιονδήποτε έλεγχο. Αυτό δεν είναι καινούργια πρακτική. Όταν ο Στάλιν επιχείρησε να ελέγξει το κόμμα των Μπολσεβίκων, μετά τον θάνατο του Λένιν, έκανε τις περιβόητες λενινιστικές στρατολογίες, ανοίγοντας τις πόρτες του κόμματος σε χιλιάδες νέα μέλη. Όσον αφορά τον ΣΥΡΙΖΑ, ευθύνη γι’ αυτή την εξέλιξη έχουν και όσοι/-ες ψήφισαν αυτές τις καταστατικές αλλαγές, οι οποίες επί της ουσίας κατάργησαν την σχετική αυτονομία του κόμματος από το κοινωνικό σώμα. Αντί, λοιπόν, το κόμμα να είναι εκείνο που θα προτάσσει αρχές και αξίες στην κοινωνία, έγινε το αντίθετο: αφομοιώθηκε από τις κυρίαρχες κοινωνικές τάσεις και αντιλήψεις και από την κοινωνία του θεάματος. Το αποτέλεσμα είναι να περάσει από την περίοδο της εξίσωσης, κόμμα=συλλογικές διαδικασίες (2007-2012), στο κόμμα=προσαρμογή (2012-2015), και από εκεί στο κόμμα=κυβέρνηση (2015-2019), και κατόπιν στο κόμμα=διεύρυνση=αρχηγός (2019-2023), για να καταλήξει στο κόμμα=κλαμπ, δηλαδή στο κόμμα χυλός.
Το αποτέλεσμα είναι ότι όσοι/-ες στήριξαν τις επιλογές της λεγόμενης «διεύρυνσης» ή τις ανέχτηκαν, τώρα στράφηκαν εναντίον τους, μη μπορώντας να κάνουν τίποτα, επειδή ακριβώς αυτές τις διαδικασίες τις προέβλεπε το Καταστατικό. Το μεγάλο λάθος τους ήταν ότι μετά τις ήττες του ΣΥΡΙΖΑ στις βουλευτικές εκλογές, η ηγεσία του κόμματος, με μεγάλη πλειοψηφία (με ευθύνη και της εσωκομματικής τάσης της «Ομπρέλλας»), αποφάσισε να πάει άμεσα σε εκλογή αρχηγού, λες και ο αρχηγός θα έσωζε το κόμμα. Κατά πως φαίνεται, όλοι/-ες είχαν εθιστεί στην αντίληψη του αρχηγισμού, εκχωρώντας σε εξωγενείς παράγοντες τη διαμόρφωση του αποτελέσματος. Έτσι, αντί να προταχθεί κυρίαρχα το Συνέδριο, του φθινοπώρου, όπου εκεί θα συζητιόντουσαν όλα τα θέματα (ιδεολογικά, πολιτικά, οργανωτικά) και θα γινόντουσαν οι ανάλογες καταστατικές αλλαγές, πήγαν εσπευσμένα στην εκλογή του αρχηγού από τη διευρυμένη «βάση» των δύο ευρώ και των πέντε λεπτών (τόσο χρειάζεται να ψηφίσει κάποιος/-α), και έτσι έπεσαν μέσα στον ήδη ανοιχτό λάκκο, και μάλιστα χωρίς να μπορούν να πουν τίποτα, παρά να διαμαρτύρονται εκ των υστέρων, εφόσον δεν τους βγήκαν αυτά που αρχικά υπολόγιζαν (μην ξεχνάμε ότι η Έφη Αχτσιόγλου ήταν φαβορί στην εσωκομματική μάχη πριν την εμφάνιση του Στ. Κασσελάκη).
Το αποτέλεσμα να γίνονται μέλη και να ψηφίζουν άτομα μιας χρήσης, χωρίς υποχρεώσεις και χωρίς δικαιώματα μέλους, καθόρισαν, με ευθύνη της πλειοψηφίας της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ, την τύχη ενός υποτίθεται αριστερού κόμματος, αποσυλλογικοποιώντας τις διαδικασίες. Έγινε, το ακριβώς αντίθετο από αυτό που ξέρουμε στην Αριστερά, δηλαδή να έχει άτομα κοινωνικά ενεργά στις γειτονιές, στους συλλόγους, στα συνδικάτα, στη νεολαία, στους συνεταιρισμούς, στην τοπική αυτοδιοίκηση, στον πολιτισμό, κ.λπ., τα οποία αφιερώνουν χρόνο και κόπο για να διαβάσουν, να οργανώσουν και να πείσουν για τις ιδέες τους.
Αντί, λοιπόν, αυτή η καταστατική απόφαση, της λεγόμενης «διεύρυνσης», να αμφισβητηθεί άμεσα και να αλλάξει στο Συνέδριο, έγινε το αντίθετο: έβαλαν το κάρο μπροστά από το άλογο και πήγαν σε άμεση εκλογή αρχηγού μέσα από τη… «διεύρυνση». Αποπολιτικοποιώντας, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, τις συλλογικές εσωκομματικές διαδικασίες, ήρθε ως επιστέγασμα αυτής της πρακτικής η υποψηφιότητα του Στέφανου Κασσελάκη, απλά και μόνο με την επίκληση του «Μεσσία-σωτήρα», ο οποίος χωρίς προγραμματικό λόγο και χωρίς να έχει συμμετάσχει σε μία κοινωνική διεκδίκηση και κομματική διαδικασία, όπως αυτές που αναφέραμε παραπάνω και συνάδουν με την ταυτότητα μέλους ενός αριστερού κόμματος, διεκδίκησε με μιντιακό τρόπο και πήρε την αρχηγία του ΣΥΡΙΖΑ.
Όλα αυτά δεν είναι κεραυνός εν αιθρία. Προέρχονται, όπως δείξαμε εν τάχει, μέσα από μια δεκάχρονη περίπου διαδικασία μετασχηματισμού του ΣΥΡΙΖΑ και μετάλλαξης του από κόμμα της ριζοσπαστικής αριστεράς (σχηματικά μέχρι τον Ιούλη του 2015) σε κόμμα της αστικής αριστεράς, το οποίο πλέον τείνει να μεταλλαχτεί πλήρως σε ένα αστικό κόμμα του κέντρου. Όσοι/-ες στον ΣΥΡΙΖΑ νομίζουν ότι η μετάλλαξη επήλθε με την εκλογή του Στ. Κασσελάκη, παραβλέπουν ότι αυτή είχε ξεκινήσει ταχύτατα με την υπογραφή του τρίτου Μνημονίου. (για περισσότερα δες Δ. Κατσορίδας, «Η μετάλλαξη στους οργανισμούς: η περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ», Η Εφημερίδα των Συντακτών, 10-6-2016, https://www.efsyn.gr/stiles/apopseis/72325_i-metallaxi-stoys-organismoys-i-periptosi-toy-syriza,).
Αυτός ο τρόπος εκλογής αρχηγού ξεκίνησε από το 2004, από το ΠΑΣΟΚ, με τον Γ. Παπανδρέου και έκτοτε έγινε ο μόνος τρόπος εκλογής αρχηγού (πλην ΚΚΕ), καταργώντας κάθε έννοια εσωκομματικής δημοκρατίας και συλλογικότητας, υποβαθμίζοντας όλα τα άλλα κομματικά όργανα (οργανώσεις μελών, συνέδριο, Κεντρική Επιτροπή, και λοιπά συλλογικά όργανα).
Τα ερωτήματα είναι αμείλικτα: Τι σημαίνει για ένα κόμμα, που θέλει να λέγεται αριστερό μια τέτοιου τύπου διαδικασία; Τι σημαίνει για ένα κόμμα, που θέλει να λέγεται αριστερό, αντί να έχει μέλη ενεργά, απεναντίας να έχει μέλη μιας χρήσης, μέλη-μετόχους, μέλη-οπαδούς, ή στην χειρότερη περίπτωση μέλη-λαθρεπιβάτες, χωρίς δικαιώματα και υποχρεώσεις; Τι σημαίνει για ένα κόμμα, που θέλει να λέγεται αριστερό, να καθορίζεται η εσωτερική του ζωή από άτομα που δεν έχουν συλλογικές εμπειρίες, που δεν διαπνέονται από τις αρχές του σοσιαλιστικού μετασχηματισμού, και που δεν έχουν διαθέσει ίχνος χρόνου, κόπου, επιμονής, προσπάθειας και σύγκρουσης; Μα, τι άλλο, παρά μόνο την αυτοκατάργησή του! Τηρουμένων των αναλογιών είναι σαν τους ομογενείς, που ενώ δεν έχουν γεννηθεί στην Ελλάδα, δεν έχουν ζήσει εδώ, δεν ξέρουν τα προβλήματα της χώρας, εντούτοις θα μπορούν να καθορίζουν με την ψήφο τους τη ζωή ενός λαού.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως τον ξέραμε έπαψε να υπάρχει. Δεν είναι ούτε Συνασπισμός, ούτε Ριζοσπαστικός, ενώ η αριστερή φυσιογνωμία του έχει πλέον ξεθωριάσει επικίνδυνα. Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει ότι θα πάψουμε να συνεργαζόμαστε με τα μέλη του, σε όσα συμφωνούμε, στους ευρύτερους πολιτικούς και κοινωνικούς αγώνες. Όμως, όπως και νάχει, το μεγάλο πρόβλημα είναι το μεγάλο κενό πολιτικής εκπροσώπησης του κόσμου της μισθωτής εργασίας και των ευρύτερων λαϊκών στρωμάτων και η έλλειψη αριστερού πολιτικού φορέα υποδοχής.
Δυστυχώς, για άλλη μια φορά πέφτει στις πλάτες των ανθρώπων της Αριστεράς (όσων έχουν πλέον κουράγιο μετά τις απανωτές ήττες), και ιδιαίτερα στις πιο νέες γενιές, να βάλουν πάλι πλάτη. Ένας νέος Χώρος Διαλόγου και Κοινής Δράσης είναι ένα πρώτο και άμεσο βήμα, ο οποίος για να υπάρξει πρέπει να έχει ένα και μοναδικό όρο: ότι όποιος/-α βάζει βέτο και κόκκινες γραμμές για άλλους, δεν θα συμμετέχει. Και επειδή η αριστερή μελαγχολία είναι πλέον εδώ (απώλεια, πένθος, θλίψη, θυμός, ενοχές, κυνική διάθεση), τότε, κατά πως φαίνεται, χρειάζεται να τα δούμε όλα Εξ Υπαρχής και σύντομα!