Ένα ιστορικό επί ΣΥΡΙΖΑ αλλά πάντα επίκαιρο άρθρο.
Του συνεργάτη μας Σπύρου Νιάκα. Δημοσιεύθηκε στην Εποχή τον Ιούνιο του 2013.
Το παρακάτω άρθρο γράφτηκε το καλοκαίρι του 2013 ενόψει του ιδρυτικού συνεδρίου του ΣΥΡΙΖΑ τον Ιούλιο του ίδιου έτους.
Το ζήτημα της εσωκομματικής δημοκρατίας σε ένα αριστερό κόμμα ήταν ένα από τα ζητήματα που απασχόλησαν το συνέδριο τότε, μιας και αφενός οι σύνεδροι ψήφισαν το πρώτο καταστατικό του κόμματος.
Σε ένα κόμμα το οποίο συσπείρωνε πλήθος ανθρώπων από διαφορετικές παραδόσεις, ρεύματα και οργανωτικά μοντέλα της αριστεράς, ενώ αντιμετώπισε και στην ίδια του την διαδικασία το ζήτημα του πως θα πραγματευτεί τις διαφορετικές απόψεις και λίστες που εμφανίστηκαν.
Το άρθρο αυτό, παρότι αναφέρεται στην συγκεκριμένη περίπτωση, παραμένει επίκαιρο από μεθοδολογικής και αξιακής πλευράς.
————————————-
Λένε ότι τα πιο σημαντικά συνέδρια είναι το πρώτο και το τελευταίο. Υπό αυτό το πρίσμα το συνέδριο του Ιούλη θα είναι το πιο σημαντικό συνέδριο, σίγουρα για πάρα πολλά χρόνια, και βέβαια αποτελεί τομή στην μέχρι τώρα ιστορία του ΣΥΡΙΖΑ ο οποίος θα πάψει να είναι “κάτι περισσότερο από συμμαχία, κάτι λιγότερο από κόμμα”.
Στην συζήτηση για την συγκρότηση του ΣΥΡΙΖΑ κεντρικό ρόλο έχει το ζήτημα της δημοκρατίας. Τελευταία, η κουβέντα αυτή περιστρέφεται γύρω από τον ρόλο και την λειτουργία των τάσεων, της ύπαρξης λιστών κλπ.
Καταρχήν, είναι θετικό το ότι πρακτικά δεν υπάρχουν φωνές αυτή την στιγμή που αρνούνται γενικώς το δικαίωμα στις τάσεις. Υπάρχει όμως μεγάλη δυσκολία στο να ορίσει κανείς τι σημαίνει τάση πολιτικά και οργανωτικά. Το σχέδιο καταστατικού παρότι δεν αρνείται τον πολυτασικό χαρακτήρα του κόμματος αρκείται σε λίγες γενικόλογες προτάσεις που ορίζουν τι δεν είναι τάση, αποπνέοντας μια αίσθηση απρόθυμης ανοχής.
Η αλήθεια είναι ότι η στάση αυτή έχει ερείσματα στον κόσμο του ΣΥΡΙΖΑ. Πράγματι, η οργανωτική λειτουργία των τάσεων από την συνδιάσκεψη του Δεκέμβρη και ύστερα είχε πολλά προβλήματα και άφησε σε πολλούς συντρόφους και συντρόφισσες μια αίσθηση κατάχρησης του δικαιώματος αυτού.
Η πρώτη και βασική στρέβλωση είναι η αποσύζευξη του πολιτικού σκέλους της τάσης από το οργανωτικό: στην συνδιάσκεψη του Δεκέμβρη διεκδικήθηκε από την μειοψηφία και κατοχυρώθηκε το δικαίωμα να κατέβει με ξεχωριστή λίστα, χωρίς να έχει παρουσιαστεί εναλλακτική πλατφόρμα. Ένα πακέτο δύο τροπολογιών βαφτίστηκε πλατφόρμα, οι τροπολογίες αυτές πήραν ένα κάποιο ποσοστό, διαφορετικό η μία από την άλλη, και τέλος η λίστα της Αριστερής Πλατφόρμας πήρε ένα τρίτο ποσοστό! Μερικούς μήνες μετά στην νομαρχιακή συνδιάσκεψη της Ά Αθήνας, κατέβηκαν δύο αντιπαραθετικά πολιτικά κείμενα-πλατφόρμες, πήραν το καθένα το ποσοστό του, και κατόπιν σταυρώνονταν εκ νέου λίστες, οι οποίες μάλιστα πήραν διαφορετικά ποσοστά από ότι πήραν τα αντίστοιχα κείμενα-πλατφόρμες.
Είναι η αποσύζευξη αυτή που υπονομεύει το πολιτικό σκέλος της τάσης, δηλαδή τις καταγεγραμμένες απόψεις, και μετατρέπει τις τάσεις σε κλίκες που συγκρούονται για την κυριαρχία τους πάνω στον μηχανισμό του κόμματος πέρα από πολιτική βάση. Η αναλογική εκπροσώπηση των τάσεων στα όργανα και τον μηχανισμό ενός αριστερού κόμματος έχει όχι μόνο νόημα αλλά επιβάλλεται κιόλας μόνο στην περίπτωση που αυτή η αναλογικότητα έχει να κάνει με καταγεγραμμένες πολιτικές απόψεις.
Το δεύτερο πρόβλημα στην χρήση του δικαιώματος στην ξεχωριστή λίστα, είναι το τί σημαίνει πλατφόρμα που κατοχυρώνει το δικαίωμα στην λίστα. Είναι απαραίτητη μία διευκρίνηση: η ξεχωριστή λίστα είναι εκ των πραγμάτων μια επιλογή οργανωτικής αντιπαράθεσης, μόνο μία μπορεί να ψηφίσει κανείς. Αυτή η απολύτως θεμιτή επιλογή οφείλει να συμβαδίζει και με αντίστοιχη πολιτική στάση. Τον Δεκέμβρη η Αριστερή Πλατφόρμα υπερψήφισε τα εισηγητικά κείμενα. Η προσθήκη δύο τροπολογιών δεν συνιστούν σε καμία περίπτωση αντίστοιχης κλίμακας πολιτική αντιπαράθεση. Επρόκειτο με άλλα λόγια για έναν βαθύ αποσυντονισμό: η οργανωτική αντιπαράθεση ήταν κάθετη (ξεχωριστή λίστα), η πολιτική αντιπαράθεση “στο περίπου” (υπερψήφιση των εισηγήσεων, πακέτο τροπολογιών).
Η σωστή λειτουργία των τάσεων λοιπόν, προϋποθέτει την ανάταξη αυτών των δύο στρεβλώσεων: τη επανασύζευξη του πολιτικού σκέλους (κείμενο-πλατφόρμα) με το οργανωτικό σκέλος (λίστα) της τάσης, και τον συντονισμό τους. Αυτό σημαίνει μία απλή ρύθμιση: δικαίωμα σε ξεχωριστή λίστα κατοχυρώνει μόνο εναλλακτικό κείμενο.
Το παραπάνω απαντάει και στην ανησυχία πολλών συντρόφων για το τι θα γίνει με τα μέλη του κόμματος που δεν θέλουν να γίνουν μέλη καμίας τάσης. Ο μόνος τρόπος για να γίνει αυτό είναι κληθούν τα μέλη να ψηφίσουν όχι πρόσωπα και μηχανισμούς τάσεων, αλλά πολιτικές απόψεις. Πολλοί σύντροφοι ανησυχούν ότι ακόμα και αυτό θα πέσει βαρύ. Και όμως, όλα τα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ έχουν δικαίωμα και υποχρέωση να έχουν λόγο για την πολιτική του κόμματος. Αν μπούμε στην κουβέντα για το αν θα αναγκάζονται τα μέλη του κόμματος να διαλέγουν τις απόψεις του ενός ή του άλλου, θα καταλήξουμε πολύ γρήγορα στο αν τα “απλά μέλη”, “ο κοσμάκης του ΣΥΡΙΖΑ” και άλλα υποτιμητικά έχουν γενικώς το δικαίωμα να έχουν λόγο για την πολιτική της ηγεσίας. Άλλωστε, μόνο ο πολιτικός έλεγχος της βάσης πάνω στις τάσεις μπορεί να εξασφαλίσει και την εύρυθμη λειτουργία των τάσεων εντός του κομματικού οργανισμού.
Δυστυχώς, υπάρχει ο κίνδυνος η αρνητική προδιάθεση της βάσης του ΣΥΡΙΖΑ απέναντι στην στρεβλή λειτουργία των τάσεων να στραφεί σε εντελώς αντιδημοκρατικά μονοπάτια, όπως η πρόταση για κατάργηση των λιστών, και γενικότερα της αναλογικής εκπροσώπησης στα όργανα διαφορετικών πολιτικών απόψεων. Το κύριο επιχείρημα αυτής της άποψης, όπως παρουσιάστηκε στην τελευταία Κεντρική επιτροπή από τον σύντροφο Τσίπρα, είναι ότι οι ξεχωριστές λίστες στην εποχή μας λειτουργούν διασπαστικά.
Αυτή η στάση είναι πολλαπλά προβληματική: καταρχήν, επιχειρεί να λύσει ένα πολιτικό πρόβλημα με οργανωτικό τρόπο. Αυτό που καθορίζει το αν μια τάση είναι διασπαστική ή όχι δεν είναι το αν θα ζητήσει λίστα ή όχι, είναι η πολιτική της στάση! Και αντίστροφα: αν η Αριστερή Πλατφόρμα δεν είχε διαλέξει (ή της είχε απαγορευτεί) να κατέβει με λίστα, θα ήταν λιγότερο ή περισσότερο διασπαστική πολιτικά; Θα είχαν εκλείψει έστω και στο ελάχιστο πρακτικές λειτουργίας σαν “κόμμα μέσα στο κόμμα”; Προφανώς και όχι.
Αλλά ακόμα και να λυνόταν το ζήτημα με διοικητικά μέτρα, η λύση δεν είναι η μετάβαση σε ένα κόμμα όπου οι πολιτικές απόψεις δεν θα εκπροσωπούνται αναλογικά με την καταγεγραμμένη επιρροή τους στα όργανα. Άλλωστε αν όχι αναλογικά, τότε πως; μη-αναλογικά; Πλειοψηφικά; Μειοψηφικά; Ότι τύχει;
Τέλος, η πρόταση για κατάργηση των λιστών έχει και ένα ακόμα βασικό πρόβλημα: υπονομεύει οποιαδήποτε προσπάθεια να γίνει ουσιαστικός διάλογος ως προς το πως λειτουργούν οι τάσεις και οι λίστες. Αντί να συζητάμε για την κατάχρηση των λιστών, συζητάμε για την κατάργησή τους, μαζί με τα νερά πετάμε και το παιδί. Αν το δίλημμα τεθεί έτσι, τότε είναι σαφώς προτιμότερο ένα στρεβλό δικαίωμα, παρά η κατάργησή του. Δεν ξεχνάμε τα λόγια της Ρόζας Λούξεμπουργκ, πως ελευθερία είναι η ελευθερία αυτού που σκέφτεται διαφορετικά, όσο και αν εμείς διαφωνούμε μαζί του.