Ο Ν. Μαραντζίδης και ο ακροδεξιός αναθεωρητισμός της ιστορίας

1 min read

Του Τάκη Μαστρογιαννόπουλου

Σύμφωνα με πληροφορίες του Τύπου ο καθηγητής Νίκος Μαραντζίδης ανέλαβε να προωθήσει την προεκλογική εκστρατεία της Έφης Αχτσιόγλου για την προεδρία του ΣΥΡΙΖΑ.

Αν πράγματι αυτό συμβαίνει τότε δεν θα είναι η πρώτη φορά. Ο Ν. Μαραντζίδης είχε επιλεγεί και από τον Αλ. Τσίπρα να προωθήσει την επικοινωνιακή πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ στις πρόσφατες (δεύτερες) εθνικές εκλογές του Ιουνίου του 2023. Τα αποτελέσματα ήταν βέβαια και πάλι τραγικά και το κόμμα οδηγήθηκε στην εκλογική συντριβή.

Ο Ν. Μαραντζίδης είναι από παλιά γνωστός στην αριστερά για τις βαθιά αναθεωρητικές του απόψεις – ιδιαίτερα για τις θέσεις του τόσο για την εθνική αντίσταση όσο και για τους συνεργάτες των Γερμανών κατακτητών, τις κατοχικές κυβερνήσεις και τα περιβόητα Τάγματα Ασφαλείας.

Όπως είναι γνωστό μετά την κατάληψη της χώρας από τα γερμανικά στρατεύματα ένα τμήμα των εκπροσώπων της ελληνικής άρχουσας τάξης συνεργάστηκε ανοιχτά με τους κατακτητές. Η πρώτη κυβέρνηση δωσίλογων υπό τον στρατηγό Τσολάκογλου –η ελληνική εκδοχή του Γάλλου στρατηγού Πεταίν- όχι μόνον ανέλαβε την «τήρηση της τάξης» και την «νομιμοφροσύνη» απέναντι στις αρχές κατοχής αλλά και υποστήριζε τα ναζιστικά ιδεώδη. Ο ίδιος ο Τσολάκογλου δήλωνε ότι η Ελλάδα «πρέπει και θέλει σήμερον να προσαρμοσθεί εις το εθνικοσοσιαλιστικόν σύστημα». Όπως αναφέρει και ο Π. Φύτρος «Το μεγαλείο της Ελλάδας στη Νέα Ευρώπη και ο αγώνας της Ιταλίας και της Γερμανίας ενάντια στον καπιταλισμό και τον κομμουνισμό είναι θέμα και του ραδιοφωνικού λόγου του Τσολάκογλου προς τη νεολαία».[1]

Ένα άλλο τμήμα εγκατέλειψε την χώρα και σχημάτισε κυβέρνηση στο Κάιρο. Στην ουσία μια κυβέρνηση οποία χωρίς κανένα δεσμό με την υπόδουλη χώρα βασίζονταν αποκλειστικά στον διορισμό της από έναν ανυπόληπτο βασιλιά –κύριο υπεύθυνο για τα στρατιωτικά πραξικοπήματα του μεσοπολέμου- και στην αναγνώριση της από την Βρετανική κυβέρνηση.

Στο εσωτερικό της χώρας αντίθετα αναπτύχθηκε, με βασικό κορμό το ΚΚΕ, ένα από τα πιο ισχυρά κίνημα αντίστασης στην Ευρώπη – κίνημα το οποίο συνέβαλε στην ήττα των δυνάμεων του ναζισμού και του φασισμού.

Εκεί όμως που όλοι βλέπουν το μεγάλο έπος της εθνικής αντίστασης ο Ν. Μαραντζίδης, όπως και οι άλλοι αναθεωρητές της ιστορίας (Καλύβας κλπ.) βλέπουν την καταστροφή. Ο Ν. Μαραντζίδης στα κείμενα του θεωρεί ότι η εθνική αντίσταση ήταν βλαβερή για την χώρα και ήταν υπεύθυνη για τις τεράστιες καταστροφές στις υποδομές της χώρας. Έθετε μάλιστα το ερώτημα: «Ένα κρίσιμο ερώτημα είναι αν η αντίσταση ωφέλησε ή έβλαψε τη χώρα. Συνέβαλε, για παράδειγμα, στην ήττα του Άξονα στο Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο;» Για να δώσει αμέσως ανερυθρίαστα την απάντηση: «Οι λίγες χιλιάδες γερμανικές απώλειες (…) δεν αποτέλεσαν ουσιαστική προσφορά και με κανέναν τρόπο δεν ισοσκελίζουν, ούτε καν πλησιάζουν σε απόσταση, τις ελληνικές απώλειες (…) Οι ζημιές στις υποδομές της χώρας υπήρξαν τεράστιες και πολλές προκλήθηκαν από την ίδια την Αντίσταση (…) ιδιαίτερα η ένοπλη αντίσταση ενίσχυσε τη συνεργασία με τους κατακτητές αντί να την περιορίσει και ταυτίστηκε με έναν εμφύλιο πόλεμο που οδήγησε σε νέες μεταπολεμικές εμφυλιακές συγκρούσεις…» (!!!)

(Η ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοποτάμου από τις αντιστασιακές οργανώσεις. Τότε που, σύμφωνα με τους Μαραντζίδη και Καλύβα, η αντίσταση κατά των Γερμανών κατέστρεφε τις υποδομές της ώρας)

Βέβαια ο εξέχων ιστορικός, ο καθηγητής Νίκος Σβορώνος, έδωσε από πολύ νωρίς μια εκ διαμέτρου ιστορική αποτίμηση απαντώντας προκαταβολικά σε κάθε αναθεωρητή και σε κάθε πλαστογράφο της ιστορίας.

 Ο Ν. Σβορώνος, ο ιστορικός της δικής μας αριστεράς, ο οποίος έλαβε μέρος στην εθνική αντίσταση, όχι μόνον εκτίμησε ότι στη χώρα μας αναπτύχθηκε «ένα από τα καθολικότερα και βαθύτερα αντιστασιακά κινήματα στις συμμαχικές χώρες του αντιφασιστικού πολέμου…», αλλά και πως «Η ιστορία της Ελλάδας παρουσιάζει έτσι μια ιδιαίτερη όψη ενός γενικότερου ιστορικού φαινομένου που παρουσιάστηκε με ιδιαίτερη οξύτητα κατά τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο: τη δημιουργία δηλαδή μαζικών λαϊκών αντιστασιακών κινημάτων οι οποίες συνδυάζουν εθνικά κίνητρα και εθνικοαπελευθερωτικές σκοπεύσεις που στρέφονται εναντίον ξένων κατακτητών, και κοινωνικά κίνητρα και στοχεύσεις που απέβλεπαν σε εσωτερικές πολιτικές και κοινωνικές, λιγότερο ή περισσότερο βαθιές, αλλαγές».[2]

Ο Νίκος Μαραντζίδης ανέλαβε εκτός των άλλων να δικαιολογήσει πλήρως την πολιτική της κατοχικής κυβέρνησης Ράλλη καθώς και την ίδρυση των περιβόητων Ταγμάτων Ασφαλείας τα οποία πολεμούσαν κατά των αντιστασιακών δυνάμεων στο πλευρό του γερμανικού στρατού κατοχής. Το επιχείρημα του ήταν -και προφανώς είναι ακόμα- ότι η αναμενόμενη ήττα του άξονα άλλαξε υποτίθεται τις «προτεραιότητες» της κατοχικής κυβέρνησης και στόχος ήταν πλέον η προστασία του κοινωνικού καθεστώτος από τον φόβο του κομμουνισμού: «Η κυβέρνηση Ράλλη αντιλαμβανόμενη ότι η έκβαση στα μέτωπα του Β’ Παγκοσμίου πολέμου θα οδηγούσε σχετικά σύντομα στην αποχώρηση των Γερμανών (…) μετέβαλλε τις προτεραιότητές της. Η διασφάλιση της δημόσιας τάξης στις πόλεις και στην ύπαιθρο και η προστασία του κοινωνικού καθεστώτος αποτέλεσε τη στιγμή εκείνη την υπ’ αριθμό ένα έγνοια της. Στο πλαίσιο αυτό, δημοσιεύτηκε στις 18 Ιουνίου 1943, ο νόμος για την ίδρυση των Ταγμάτων Ασφαλείας».

Ωστόσο, η Γερμανία υπέγραψε μετά, από πολύνεκρες μάχες σε κάθε γωνιά της Ευρωπαϊκής ηπείρου, την άνευ όρων συνθηκολόγηση της δυο χρόνια αργότερα τον Μάιο του 1945 ενώ από την Ελλάδα τα γερμανικά στρατεύματα αποχώρησαν τον Οκτώβριο του 1944. Μέχρι τότε επιδίδονταν, από κοινού με τα Τάγματα Ασφαλείας, σε φρικαλεότητες, εφαρμόζοντας σε μεγάλη κλίμακα την πολιτική των αντιποίνων σε βάρος του άμαχου πληθυσμού. Αυτές ήταν οι «προτεραιότητες» όχι μόνον της κατοχικής κυβέρνησης Ράλλη και των Ταγμάτων Ασφαλείας αλλά και του γερμανικού στρατού ο οποίος είχε ορίσει αρχικά τον στρατηγό των Waffen SS Γιούργκεν Στρόουπ και στην συνέχεια, τον Οκτώβριο του 1943, τον υποστράτηγο Βάλτερ Σιμάνα ανώτατους διοικητές των Ταγμάτων Ασφαλείας.

Δυστυχώς για τον Μαραντζίδη και τους ομοίους του η ιστορία έχει οριστικά και τελεσίδικα αποφανθεί για τον ρόλο των συνεργατών του γερμανικού στρατού, των κατοχικών κυβερνήσεων, των Ταγμάτων Ασφαλείας και όλων των «εθνικοφρόνων», φιλογερμανικών οργανώσεων.

Η αριστερά απάντησε στις αντιστόρητες θεωρήσεις των αναθεωρητών της ιστορίας. Ο καθηγητής Πολυμέρης Βόγλης, σε ένα άρθρο του στην Αυγή τον Φεβρουάριο του 2016 -υπό τον αποκαλυπτικό τίτλο Για το βιβλίο των Στ. Καλύβα-Ν. Μαραντζιδη «Εμφύλια Πάθη». Μια (όχι τόσο) νέα αφήγηση για τη δεκαετία του 1940- αποδομεί πλήρως τις σαθρές θεωρίες των Μαραντζίδη-Καλύβα.

 Ο Π. Βόγλης, ανάμεσα στα άλλα, αναφέρει ότι «Όσο εντυπωσιακό και εάν φαίνεται οι συγγραφείς αποσιωπούν τη δράση των Ταγμάτων Ασφαλείας, της Ειδικής Ασφάλειας, του Εθνικού Αγροτικού Συνδέσμου Αντικομμουνιστικής Δράσεως ή των ομάδων Σούμπερτ, του Δάγκουλα, του Κυλινδρέα, του Βήχου, του Πούλου κ.ά. Δεν θα διαβάσει για την συμμετοχή τους όχι μόνο σε κοινές επιχειρήσεις όλων αυτών με τους Ναζί κατά του ΕΛΑΣ αλλά ούτε για τη συμμετοχή τους στα γερμανικά αντίποινα κατά αμάχων (Πύργοι. Μεσόβουνο, Βλάστη, Γιαννιτσά, Χορτιάτης, κ.ά.) και στα διαβόητα μπλόκα που αιματοκύλισαν την Αθήνα το καλοκαίρι του 1944».

(Ταγματοτσολιάς των Ταγμάτων Ασφαλείας μπροστά στον εκτελεσμένο με απαγχονισμό αγωνιστή)

Υποστηρικτής της θεωρίας των δύο άκρων

Ότι ο αντικομμουνισμός έρχεται να συμπληρώσει το θεωρητικό και ιδεολογικό υπόβαθρο του Ν. Μαραντζίδη μόνο τυχαίο δεν είναι. Τον Ιούλιο του 2014 σε μια ερώτηση της εφημερίδας Καθημερινή αν είναι αντικομμουνιστής, πιστός από τότε στη θεωρία των δύο άκρων, απάντησε «Ναι είμαι αντικομμουνιστής όπως είμαι και αντιφασίστας. Είμαι αντίθετος σε κάθε ολοκληρωτισμό». Στις κατοχικές βέβαια κυβερνήσεις δεν είχε διακρίνει κανενός είδους ολοκληρωτισμό.

Αντίθετα είχε εντυπωσιαστεί από εξελίξεις στις χώρες της ανατολικής Ευρώπης μετά την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού. Σε άρθρο του και πάλι στην Καθημερινή τον Αύγουστο του 2012 έγραφε ότι «Αν κάτι εντυπωσιάζει πραγματικά τα τελευταία χρόνια είναι πως ο μετακομμουνιστικός κόσμος, οι χώρες δηλαδή που εξήλθαν ή εξέρχονται από τον κομμουνιστικό ολοκληρωτισμό, σημαδεύουν όλο και περισσότερο με την παρουσία τους τις διεθνείς εξελίξεις (…) Οι μετακομμουνιστικές δημοκρατίες της ανατολικής Ευρώπης κατάφεραν μέσα σε είκοσι χρόνια κάτι εντυπωσιακό και ίσως πρωτοφανές στη σύγχρονη Ιστορία: τη διπλή μετάβαση, δηλαδή, την οικοδόμηση μιας οικονομίας της αγοράς, πλαισιωμένης ταυτόχρονα από δημοκρατικούς πολιτικούς θεσμούς». Οι προβλέψεις του Μαραντζίδη αποδείχθηκαν μυωπικές. Οι κυβερνήσεις του Β. Όρμπαν στην Ουγγαρία και του Μ. Μοραβιέτσκι στην Πολωνία σήμερα πολύ μικρή σχέση έχουν με τους δημοκρατικούς θεσμούς, ακόμα και αυτούς που έχει υπόψη του ο Ν. Μαραντζίδης.

Από τον στόχο του Ν. Μαραντζίδη δεν γλύτωσε ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ της περιόδου της θεαματική του ανάπτυξης. Τον Δεκέμβριο του 2016 σε άρθρο του με τον αποκαλυπτικό τίτλο Γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ τροφοδοτεί την κάλπη της Χρύσης Αυγής δεν είχε ντραπεί να υποστηρίξει ότι υπήρχαν συγκοινωνούντα δοχεία ανάμεσα στους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ και της Χρυσής Αυγής εξαιτίας της «εθνικολαϊκής» πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ. Οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ –ανέφερε ο Μαραντζίδης- «Ριζοσπαστικοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της κρίσης και πολιτικοποιήθηκαν εκ νέου με αξίες εθνολαϊκιστικές. Όλη η ρητορική του ΣΥΡΙΖΑ στην προ του 2015 εποχή συνιστούσε μια ανάγνωση του κόσμου βασισμένη στη συνωμοσιολογία, στην εθνική θυματοποίηση, στον ευρωσκεπτικισμό και στον αντιγερμανισμό μαζί με γερές δόσεις αντινεοφιλελευθερισμού και αντιπαγκοσμιοποίησης (…) Την εποχή των Αγανακτισμένων, ο ΣΥΡΙΖΑ επιχείρησε να προσελκύσει ψηφοφόρους επιτιθέμενος εναντίον των καθιερωμένων ελίτ. Η ηγεσία του υιοθέτησε λαϊκό σχεδόν “μάγκικο” ύφος και πολιτική ρητορική με στοιχεία καθημερινής “αργκό”. Επιπλέον η οργάνωση ξεδίπλωσε δυναμικές συμπεριφορές, όχι πάντα εντός ορίων φιλελεύθερης δημοκρατίας, όπως οι διάφορες “έφοδοι” σε εκδηλώσεις ή ο προπηλακισμός αντίπαλων πολιτικών».

(Η τεράστια διαδήλωση υπέρ του ΟΧΙ στο δημοψήφισμα του 2015)

Δεν γνωρίζω πότε ο Ν. Μαραντζίδης ανακάλυψε τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Αλέξη Τσίπρα. Βρέθηκε όμως σύμβουλος του στις εκλογές του Ιουνίου του 2023.

Όπως ο ίδιος αναφέρει προσφέρθηκε να βοηθήσει χωρίς αμοιβή τον ΣΥΡΙΖΑ στις δεύτερες εκλογές με στόχο να διασωθεί ο κύριος όγκος του εκλογικού σώματος που ψήφιζε ΣΥΡΙΖΑ. Τα αποτελέσματα βέβαια ήταν ακόμα πιο αρνητικά.

Μετά και την δεύτερη ήττα και την παραίτηση του Αλ. Τσίπρα δημοσίευσε ένα άρθρο στο news 247.gr. στο οποίο έπλεκε το εγκώμιο του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ

 «Στο επανιδείν γενναίε, μεγάλε»

«Στη συνείδηση του λαού μας, οι πιο όμορφες μάχες, είναι αυτές στις οποίες ο ήρωας αναλαμβάνει να τις διεξάγει ενώ γνωρίζει εκ των προτέρων πως θα τις χάσει αλλά αυτός επιμένει να τις δώσει μαχόμενος για τις αξίες του, τον κόσμο του, εντέλει για την υστεροφημία του. Μια τέτοια μάχη με προκαθορισμένο το αποτέλεσμα ήταν αυτή της 25ης Ιουνίου.

Δεν είχα καμιά αμφιβολία ότι το είχε ήδη εμπεδώσει, όταν συναντηθήκαμε για πρώτη φορά  στον έβδομο όροφο της Κουμουνδούρου στις 23 Μαΐου, δυο μόλις μέρες μετά το συντριπτικό εις βάρος του αποτέλεσμα των εκλογών.

Ίσως για αυτό να με αγκάλιασε με τόση θέρμη όταν με είδε ρωτώντας με αστειευόμενος τι κάνω εκεί, τώρα που όλοι φεύγουν. Κι όταν του απάντησα αυτοσαρκαζόμενος πως μετά από αυτόν έχω συνάντηση με τον ψυχίατρο  μου να με κοιτάξει, γελάσαμε κι δυο δυνατά, με μια οικειότητα σαν να γνωριζόμασταν από χρόνια, εμείς που πρώτη φορά συναντιόμασταν από τόσο κοντά.

Εκείνη η μέρα θα μείνει βαθιά χαραγμένη μέσα μου για όλη μου τη ζωή, για το βάρος των στιγμών και τις σκληρές αλήθειες που ειπώθηκαν. Κι εκείνη την ημέρα, ο Αλέξης Τσίπρας ανέβηκε πολλά σκαλοπάτια στη συνείδησή μου. Κι όταν κάποτε γράψω ένα βιβλίο για αυτές τις 30 μέρες που έζησα (η αμοιβή που μου υποσχέθηκε ο Αλέξης Τσίπρας για τη συμμετοχή μου στην προσπάθεια), θα έχω την ευκαιρία να γίνω πιο σαφής».

Ελπίζουμε ότι το βιβλίο που θα γράψει ο Ν. Μαραντζίδης για αυτές τις 30 ημέρες να μην είναι ανάλογο των βιβλίων του για την εθνική αντίσταση και τις κατοχικές κυβερνήσεις. 

Οι πληροφορίες αναφέρουν –χωρίς μέχρι σήμερα να διαψευστούν- ότι ο Ν. Μαραντζίδης ανέλαβε την προεκλογική εκστρατεία της Έφης Αχτσίογλου.

Ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως είναι γνωστό, από την εποχή του «Συνασπισμού» είχε μια  δυσανάλογη επιρροή σε σχέση με την πολιτική του εκπροσώπηση στο χώρο της ιστορίας, της φιλοσοφίας, του πολιτισμού, της τέχνης, της οικολογίας, της πολιτικής επιστήμης, της επικοινωνίας κλπ. Την περίοδο της εκλογικής του ανόδου η επιρροή του στον επιστημονικό και τον καλλιτεχνικό κόσμο μεγάλωσε.

Επίσης δεν είναι τυχαίο ότι εκτός των άλλων το κόμμα διαθέτει τόσο το σημαντικό Ινστιτούτο Ν. Πουλαντζάς όσο και τα περίφημα ΑΣΚΙ (Αρχεία Σύγχρονης Κοινωνικής Ιστορίας).

Ως εκ τούτου τίθεται το ερώτημα. Δεν υπήρχαν και δεν υπάρχουν από αυτούς τους χώρους άξιοι και ικανοί επιστήμονες να δώσουν τις συμβουλές τους, στον Αλ. Τσίπρα χτες, στην Ε. Αχτσιόγλου σήμερα, και κατέληξαν στον Ν. Μαραντζίδη, δηλαδή σε έναν εντελώς ξένο με το αξιακό φορτίο της αριστεράς, έναν αναθεωρητή της ιστορίας από μια βαθιά αντιδραστική, ακραία δεξιά και φασίζουσα σκοπιά, έναν υποστηρικτή της θεωρίας των δύο άκρων;

Τα λάθη –όπως απέδειξε και η πρόσφατη ιστορία του κόμματος- πληρώνονται ακριβά.

Τάκης Μαστρογιαννόπουλος


[1] Πέτρος Φύτρος: Ελληνική Πολιτεία 1941-42. Το κράτος υπό ξένη κατοχή, εκδόσεις Εκτός Γραμμής, σελ. 45

[2] Νικος Σβορώνος: Εισαγωγή στην ανθολογία κειμένων «Από την αντίσταση στον εμφύλιο πόλεμο», εκδόσεις Λιβάνη, σελ. 15.

About Author

Διαβάστε επίσης

Από τον ίδιο αρθρογράφο