Όταν ο αυτοθαυμασμός συσκοτίζει τον νου..
(ή η συνέχεια των ασυνεπειών του Δ. Παπανικολόπουλου)
του Κ. Καλλωνιάτη 19/11/2024
Στη δεύτερη απάντηση του Δ. Παπανικολόπουλου (“Κηρύγματα αγραμματοσύνης και μαρξισμός απ’ τα πανέρια”) σε σχετική κριτική μου για τις απόψεις της Αρέντ γύρω από τον Μαρξ και τον μαρξισμό (“Βαφτίζοντας το κρέας ψάρι, το παλιό καινούργιο και το κέντρο αριστερά..”) όπως αυτός τις παρουσίασε σε βιβλιοκριτική του, ο ΔΠ συνεχίζει στο ίδιο υβριστικό στυλ χρεώνοντας μου γραφικότητα, εμπάθεια, κουτοπονηριά, ντεντεκτιβισμό, λαθροχειρία και άγνοια. Διερωτάται, μάλιστα, πως είναι δυνατόν κάποιος που έγραφε στην εφημερίδα Εξπρές για τον “νεοφιλελεύθερο κεντρώο εκσυγχρονισμό” να του ασκεί κριτική για το ότι στήριξε την δεξιά στροφή του κόμματος αποσιωπώντας όσα έχει γράψει για την προγραμματική ριζοσπαστικοποίηση της Αριστεράς και την εκπροσώπηση της μισθωτής εργασίας. Τρεις παρατηρήσεις για ορντέβρ:
Πρώτο, στην Εξπρές – μία αστική οικονομική εφημερίδα – έγραφα επαγγελματικά ως δημοσιογράφος για βιοπορισμό πριν από 25-30 χρόνια, όταν ο ΔΠ ήταν ακόμη έφηβος και είναι μάλλον απίθανο να τη διάβαζε. Να υποθέσω ότι ο Ένγκελς που ήταν εργοστασιάρχης κι είχε εργάτες στη δούλεψη του δεν δικαιούνταν να αντιπαλεύει τον καπιταλισμό ; Με τη λογική του ΔΠ, επειδή πριν μισό αιώνα ήμουν απολίτικος δεν θα έπρεπε ούτε να τολμώ να πιάσω πέννα στο χέρι μου σήμερα. Μήπως και ο Μαρξ που ήταν μέχρι το 1844 φιλελεύθερος δεν δικαιούνταν να προσχωρήσει έκτοτε στον διαλεκτικό υλισμό;
Δεύτερο, δε νιώθει καμία υποχρέωση ο ΔΠ να τεκμηριώσει την κατηγορία του με κάποια παραπομπή σε κείμενο της εποχής εκείνης, έτσι για να αποδείξει του λόγου του το αληθές; Αλλά ας αναρωτηθεί ακόμη τι είναι χειρότερο, να γράφει κανείς ρεφορμιστικά σε ένα αστικό έντυπο για να ζήσει, ή να γράφει φιλελεύθερα κείμενα σε ένα έντυπο της ριζοσπαστικής αριστεράς από δική του πολιτική επιλογή;
Τρίτο, στο δεύτερο κείμενο κριτικής μου γράφω επί λέξει: “Ο ισχυρισμός ότι δεν τον θεωρώ αριστερό αλλά κεντροαριστερό είναι ακριβής και υπερβαίνει κατά πολύ την πρόσφατη βιβλιοκριτική αφού βασίζεται σε σειρά άρθρων του με δύο βασικούς άξονες: τη στάση που κράτησε στην κομματική μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ σε ψηφιακό κόμμα φίλων και στη στροφή της πολιτικής του μετά το 2019 προς τα μεσαία στρώματα και το Κέντρο. Και στα δύο αυτά κρίσιμα ζητήματα ο ρόλος του ήταν ιδιαίτερα αρνητικός, άσχετα αν αργότερα άλλαξε στάση χωρίς κανένα ίχνος αυτοκριτικής.” Όταν, λοιπόν, λέω πως αργότερα “άλλαξε στάση” σημαίνει πως δεν αποσιωπώ τα όσα τελευταία γράφει (αμφιλεγόμενα πάντα), όμως, δεν μπορώ να αποσιωπήσω κι όσα πρωτύτερα έγραφε και τα οποία πιστεύω πως ζημίωσαν την υπόθεση του ΣΥΡΙΖΑ και της Αριστεράς.
Συγκεκριμένα, σε δύο τουλάχιστον κείμενά του από το 2019 υποστήριξε το ανοικτό ψηφιακό κόμμα των φίλων-μελών με το επιχείρημα πως σήμερα η εργασία έχει αλλάξει εξαιτίας της 4ης βιομηχανικής επανάστασης, της άϋλης παραγωγής και των δικτυώσεων που έχουν δημιουργήσει έναν “πολυδιάστατο και διασπασμένο εργασιακό και κοινωνικό χάρτη” με συνέπεια μία κρίση πολιτικής εκπροσώπησης και τη στροφή σε “νέες θεματικές και ευέλικτες μορφές λαϊκών κινητοποιήσεων και πολιτικής δράσης που εκδηλώνονται στα social media”. (“Ψηφιακές πλατφόρμες και ενεργοποίηση του ΣΥΡΙΖΑ” Αυγή, 05/08/2019).
Ειδικότερα αναφέρει: “Ο όλο και αυξανόμενος ρόλος του Διαδικτύου και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης έχει στερήσει από τις κομματικές οργανώσεις τους παραδοσιακούς τους ρόλους (πολιτική ενημέρωση, κοινωνικοποίηση, ανταλλαγή απόψεων και ακτιβιστική δράση). Ειδικά οι νέες γενιές (και όχι μόνο των αριστερών) επιθυμούν την οριζόντια αδιαμεσολάβητη επικοινωνία, γεγονός που εκφράζει και ταυτόχρονα εντείνει την κρίση της κομματικής εκπροσώπησης. Το παραδοσιακό οργανωτικό μοντέλο μοιάζει να μην έχει θέση στην εποχή μας.
Η κλασική κομματική μορφή υποχωρεί παντού. Τα κόμματα φθίνουν, χάνουν μέλη και τείνουν να ελέγχονται από μικρές επαγγελματικές ομάδες… Η κρίση αντιπροσώπευσης έχει φτάσει σε δραματικό σημείο. Τα κόμματα θεωρούνται διεφθαρμένα, αναποτελεσματικά, και -το κυριότερο- ξεπερασμένες μορφές πολιτικής οργάνωσης. Παραμένουν ιεραρχικά και γραφειοκρατικά..” (στο ίδιο). Αναφέρει, δε, ως παράδειγμα ηλεκτρονικής διασύνδεσης και αμεσοδημοκρατικής λειτουργίας τον μετασχηματισμό του Εργατικού Κόμματος από τον Κόρμπιν και τους Podemos στην Ισπανία. Και συνεχίζει: “Ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να δημιουργήσει μια νέα μορφή κομματικής οργάνωσης, που να ανταποκρίνεται στις μεγάλες κοινωνικές αλλαγές. Πρέπει να πειραματιστούμε, να πάρουμε ρίσκα, να χρησιμοποιήσουμε τη φαντασία και τις δεξιότητες της κοινωνίας και κυρίως της νεολαίας. Το κόμμα πρέπει να έχει εύπλαστη μορφή, πορώδεις παρυφές και διαφανείς διαδικασίες, που να επιτρέπουν τη συνεχή αλληλεπίδραση με το περιβάλλον. Αφήνοντας την ασφάλεια της ρουτίνας και της επετηρίδας πρέπει να γίνει εργαστήρι πειραματισμού δομών, ιδεών, μεθόδων. Μια καλή ιδέα θα ήταν δίπλα στις Ο.Μ. να δημιουργηθούν οριζόντιοι φυσικοί και ηλεκτρονικοί «κύκλοι φίλων».” (οπ.π.).
Με τέτοιου είδους “αμεσοδημοκρατικές” τοποθετήσεις για το ανοιχτό, ψηφιακό κόμμα των φίλων που “αδιαμεσολάβητα” θα κινητοποιούνται και θα ενεργοποιούνται μέσα από πλατφόρμες ο ΔΠ έθετε, μαζί με άλλους, τη θεωρητική βάση για τη μετάλλαξη του κόμματος που επιχειρούσε τότε από τα πάνω ο Α. Τσίπρας.
Βεβαίως, η χρήση των νέων τεχνολογιών είναι απαραίτητη σε ένα αριστερό κόμμα για μία πιο αποτελεσματική λειτουργία και επικοινωνία με την κοινωνία. Έχει, όμως, μία καταλυτική προϋπόθεση που ο ΔΠ αγνοούσε, την ορθή πολιτική αντίληψη και άποψη που θέλεις κι οφείλεις να κοινωνήσεις στον κόσμο. Η νέα τεχνολογία είναι ένας μοχλός, όχι αφεαυτής η σωτηρία. Αν το αρχικό σου μήνυμα, η κομματική πολιτική σου είναι λάθος, τότε η μόχλευση που κάνεις με την τεχνολογία θα έχει αντίθετο, καταστροφικό αποτέλεσμα. Ο ΣΥΡΙΖΑ άνοιξε το κόμμα και τα κεντρικά του όργανα σε “νέα στελέχη” (σε ό,τι πιο φθαρμένο από το ΠΑΣΟΚ αναζητούσε στέγη), έφτιαξε την ηλεκτρονική/ψηφιακή του εκδοχή, προχώρησε σε αλλαγή του καταστατικού του για να εκλέγεται “αδιαμεσολάβητα” από τον κόσμο ο αρχηγός/πρόεδρος όπως και στα άλλα αστικά κόμματα, και έχασε όλες τις εκλογικές μάχες με συνέπεια σήμερα να διαλύεται. Αυτό συνέβη επειδή είχε λάθος πολιτική (αρχηγισμός, στροφή στο Κέντρο, τη μεσαία τάξη και τον αντιμητσοτακισμό), όχι επειδή ήταν τεχνολογικά ανεπαρκής. Το ίδιο συνέβη με τον Κόρμπιν και τους Podemos που παρά τον τεχνολογικό εκσυγχρονισμό τους με τις δικτυώσεις βρέθηκαν στο περιθώριο λόγω της εσφαλμένης πολιτικής τους.
Όμως, ενώ ο ΔΠ επιχειρεί να συνδέσει θεωρητικά και γενεακά την ανάγκη του ψηφιακού μετασχηματισμού του κόμματος με τις εργασιακές και κοινωνικές αλλαγές που επιφέρει η 4η Β.Ε., στην πραγματικότητα απεχθάνεται ως χρεοκοπημένα τα παραδοσιακά, μαζικά, και ιεραρχημένα αριστερά κόμματα και οργανώσεις ως εγγενώς γραφειοκρατικά επικαλούμενος την θεωρία του Ρ. Μίχελς στις αρχές του 20ου αιώνα για τον “σιδερένιο νόμο της ολιγαρχίας”:
“Το «κόμμα νέου τύπου», το κόμμα μαζών, έχει παρέλθει μαζί με την κοινωνία που το γέννησε.. Η έλευση του διαδικτύου και των νέων μέσων πληροφορίας και επικοινωνίας άλλαξαν μέσα σε μία δεκαετία τον κόσμο, τους ανθρώπους, τις πρακτικές τους και το φαντασιακό τους. Οι άνθρωποι επικοινωνούν οριζόντια, συζητούν, ενημερώνονται, τοποθετούνται, ψηφίζουν. Με άλλα λόγια, οι γενιές που ενηλικιώθηκαν πολιτικά στον 21ο αιώνα κάνουν εντός οριζόντιων δικτύων ό,τι έκαναν οι προηγούμενες εντός των οργανώσεών τους. Γι αυτό δεν πατάνε σε αυτές τις οργανώσεις. Δεν τις έχουν ανάγκη.” (“Περί οργάνωσης, οριζοντιότητας και ψηφιακότητας: Καλώς ήρθατε στον 21ο αιώνα! 31/08/2019, Commonality).
Και παρακάτω: “Δεν είναι πρόβλημα ο αδυσώπητος «νόμος της ολιγαρχίας» (Μίχελς) που εδώ και έναν αιώνα υφαρπάζει και διαστρέφει τη βούληση της βάσης; Λογοδοτούν μήπως οι ηγεσίες στη βάση; Η έλλειψη συμμετοχικότητας και λογοδοσίας δεν θα έρθουν με τις ψηφιακές πλατφόρμες, είναι ήδη καθεστώς στα κόμματα νέου τύπου. Άμαζα και γερασμένα κόμματα, βαρετές διαδικασίες, κυριαρχία των αντιπροσώπων-στελεχών, καμία επίδραση της βάσης επί της πολιτικής γραμμής. Ο κόσμος, και ειδικά οι νέες γενιές, έχει εγκαταλείψει απογοητευμένος τα κόμματα και τα συνδικάτα και προτιμά το διαδικτυακό καφενείο, ακριβώς γιατί εκεί συζητά αδιαμεσολάβητα, ρωτά, προτείνει, ενημερώνεται, και συντονίζεται για τυχόν συλλογικές δράσεις. Νιώθει πολίτης και όχι κλακαδόρος.” (οπ.π.).
Η διαδρομή από μία διαπίστωση μέχρι το τελικό συμπέρασμα είναι μεγάλη και συχνά κρύβει παγίδες. Ο Μίχελς σωστά είχε παρατηρήσει πως το μαζικό κόμμα της σοσιαλδημοκρατίας που είχε κάποιους δεσμούς ή και συναλλαγές με το κράτος σχημάτισε στην πορεία ένα ολιγαρχικό πλέγμα συμφερόντων και απέκτησε κάποια δικά του συστημικά χαρακτηριστικά γραφειοκρατικοποίησης. Τη διαπίστωση αυτή γενίκευσε αυθαίρετα, ωστόσο, λέγοντας πως κάθε μορφή οργάνωσης καταλήγει αναπόφευκτα ως φυσικός, ως σιδερένιος νόμος στη γραφειοκρατία. “Στη βάση αυτών των ανιστόρητων θεωρήσεων, ο Μίχελς (ως τότε σοσιαλδημοκράτης), με μία θεαματική στροφή, κατέληξε στον φασισμό και στην λατρεία του αρχηγού” (“Ηληκιακός ρατσισμός; Ή μήπως όχι;” Τάκης Μαστρογιαννόπουλος, 19/06/2022, ΕΠΟΧΗ).
Καταγγέλλοντας συλλήβδην το “αποτυχημένο οργανωτικό πρότυπο” των μαζικών παραδοσιακών αριστερών κομμάτων, ο ΔΠ προτείνει τον τεχνολογικό εκσυγχρονισμό συνδυάζοντάς τον με την οριζόντια, μη ιεραρχημένη και διαπερατή από τον κοινωνικό περίγυρο των φίλων, οργάνωση. Έτσι και χωρίς πολιτική πυξίδα, όμως, επιτρέπει στην κομματική ρευστοποίηση να καταστεί καλός αγωγός του λαϊκισμού με τα όποια βραχυχρόνια μικροκομματικά οφέλη να επισκιάζονται από τις μεσομακροχρόνιες οδυνηρές επιπτώσεις. Οι ζωντανές σχέσεις συντροφικότητας μεταξύ των μελών υποκαθίστανται βαθμιαία από τις απρόσωπες, απόμακρες κι ανταγωνιστικές σχέσεις που αναπτύσσονται στο διαδίκτυο. Αντί για μία στιβαρή οργάνωση μελών διαμορφώνεται ένα κόμμα-χυλός στο οποίο επικρατεί ο αδιαμφισβήτητος καθότι αδιαμεσολάβητος αρχηγισμός.
Η πίστη του ΔΠ στη συνταγή τεχνολογικού ανοίγματος και διάχυσης του κόμματος στην κοινωνία υποστηρίζεται από την πεποίθησή του για την ανάγκη γενεακής ανανέωσης του στελεχιακού δυναμικού του. Έτσι, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ ηττάται εκλογικά το 2023 και δεδομένου ότι “Η ηγεμονική παρουσία του Α. Τσίπρα, η οποία είχε φέρει την ανανέωση στα πρώτα χρόνια της ανόδου του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, ήταν αυτή που στη συνέχεια την εμπόδιζε” (Γιατί ο Α. Τσίπρας πήρε τη σωστή απόφαση” 1-2/07/2023, ΕΠΟΧΗ) λόγω ηθελημένα κακών επιλογών, ο ΔΠ επικροτεί την απόφαση του Τσίπρα να παραιτηθεί ερμηνεύοντας έτσι το μήνυμα της κάλπης και θεωρώντας την ευκαιρία ευρύτερης ανανέωσης: “ Τώρα πλέον η ανανέωση δεν μπορεί να γίνει αν δεν ανανεωθεί και το πρόσωπο του επικεφαλής.” (οπ.π.) Για τον ΔΠ η αιτία της ήττας δεν ήταν η πολιτική του κόμματος αλλά το “προβληματικό μοντέλο ηγεσίας” το οποίο προτείνει να αντικατασταθεί με μία καινούργια και πιο συλλογική ηγεσία με δύο συμπροέδρους (άντρας-γυναίκα) ώστε να ανανεωθεί το ενδιαφέρον του κόσμου, όπως λέει.
Ασφαλώς, ο ΔΠ είχε δίκιο πως ο Α. Τσίπρας έπρεπε να φύγει. Απλά δεν έπρεπε να παραιτηθεί πριν τις ευρωεκλογές όπως αρχικά είχε δεσμευτεί ο ίδιος και χωρίς προηγουμένως να εξεταστεί η πολιτική του που έριξε το κόμμα στα βράχια. Ο κυβερνήτης δεν εγκαταλείπει ένα τραυματισμένο πλοίο ακυβέρνητο μεσοπέλαγα. Το οδηγεί στο πρώτο ασφαλές λιμάνι για επισκευή και τότε παραδίδει το τιμόνι σε κάποιον που το πλήρωμα έχει επιλέξει ως ικανότερο να χαράξει και τηρήσει πορεία. Το ζήτημα που έπρεπε να εξεταστεί δεν ήταν το λάθος οργανωτικό μοντέλο ούτε της ηγεσίας ούτε του κόμματος, αλλά η πολιτική τους. Η ιστορία έχει καταδείξει ότι το να αποδίδεται προτεραιότητα στην οργάνωση έναντι της πολιτικής – ένα κατεξοχήν χαρακτηριστικό του σταλινισμού – οδηγεί σε καταστροφικά αποτελέσματα. Και αυτό βιώσαμε με τον ΣΥΡΙΖΑ.
Μάλιστα, την απαξίωση του κόμματος ο ΔΠ την απέδιδε στο προβληματικό μοντέλο ηγεσίας και κόμματος χωρίς αυτό να σηματοδοτεί και καταγγελία του αρχηγισμού. Οι συλλογικές πρωτοβουλίες των τάσεων δεν αποτελούσαν για τον ΔΠ εναλλακτική λύση, ενώ επέμενε για την εκλογή του νέου προέδρου να προσφύγουμε στο καταστατικό του 2022 που θεσμοθέτησε τον αρχηγισμό: “Προσωπικά, δεν είμαι αισιόδοξος ότι μπορούν να εγγυηθούν την ενότητα του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ τάσεις που επιδιώκουν να επιβεβαιώσουν ή να ανατρέψουν εσωκομματικούς συσχετισμούς και στελέχη που πολιτεύονται με βάση τις προσωπικές τους φιλοδοξίες στη μετά Τσίπρα εποχή, τη στιγμή που χρειάζεται ειλικρινής ενωτική διάθεση, πολιτική γενναιοδωρία και προσωπικές υπερβάσεις. Σε αυτό το πλαίσιο, η καθυστέρηση της ανάδειξης της επόμενης ή του επόμενου προέδρου μόνο καταστροφική μπορεί να είναι. Ειδικά ενόψει του επικείμενου ολέθριου αποτελέσματος των αυτοδιοικητικών εκλογών. Η δε τυχοδιωκτική σκέψη αλλαγής του καταστατικού, προκειμένου να βγει ο/η πρόεδρος από το συνέδριο και όχι από τη βάση (άσχετα αν συμφωνεί κανείς με αυτό ή όχι), θα αποτελέσει την ταφόπλακα του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ ως μεγάλο κόμμα. Θα επιβεβαιώσει το αριστερό του DNA με έναν τρόπο που θα εκληφθεί ως απόδειξη ότι έχει αλλεργία στη λαϊκή συμμετοχή και ως επιστροφή στις γνώριμες συνήθειες ενός κόμματος διαμαρτυρίας.” (“Η συζήτηση για την επόμενη ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ” 09/07/2023, ΕΠΟΧΗ).
Όμως, η ειλικρινής ενωτική διάθεση δε θα μπορούσε να προκύψει σαν το μάννα εξ ουρανού, αλλά ως συνέπεια μίας σοβαρής και συγκροτημένης συζήτησης που μόνο ένα συνέδριο μπορούσε να προσφέρει, όπως αυτό π.χ. που έλαβε χώρα αργότερα με τη Νέα Αριστερά. Η εσφαλμένη επιλογή να πάμε σε άμεση εκλογή προέδρου με το αρχηγικό καταστατικό μας οδήγησε στον Κασσελάκη και τη διάλυση του ΣΥΡΙΖΑ.
Όμως, για τον ΔΠ το νέο οργανωτικό πρότυπο ανοικτού ψηφιακού κόμματος – το οποίο τελικά διολίσθησε στον αρχηγισμό και τον λαϊκισμό – αποτελούσε το μέσο προσέλκυσης της “μεσαίας τάξης” και το εισιτήριο για την εκλογική επιτυχία. Όχι τυχαία, τη “μεσαία τάξη” ο ΔΠ ταύτισε με τον λαό, δηλαδή τη μεγάλη πλειονότητα της κοινωνίας (θεωρώντας πως η αυτοσυνείδηση της πλειονότητας αυτής ήταν πως ανήκει στην “μεσαία τάξη” λόγω οικονομικής άνεσης και δικαιωμάτων) την οποία το κόμμα όφειλε να κερδίσει προκειμένου να σχηματίσει κυβέρνηση. Κατ’ επέκταση, όφειλε να προσεγγίσει και τις άλλες δυνάμεις του Κέντρου ή της Κεντροαριστεράς που εκπροσωπούσαν τη “μεσαία τάξη”. Με αυτή την έννοια, ο ΔΠ στήριζε τη στροφή του ΣΥΡΙΖΑ προς το Κέντρο η οποία, ωστόσο, απέβη καταστροφική (βλ. άρθρα ΔΠ στην ΕΠΟΧΗ “Περί μεσαίας τάξης”, “Σε τι συνίσταται το Κέντρο”, “Για τα πρόσωπα και τα ανοίγματα του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ” κ.α.). Για μία συνοπτική παρουσίαση των θέσεων του ΔΠ σχετικά με την ανάγκη στροφής προς το Κέντρο και την “μεσαία τάξη” και την αναλυτική κριτική αποδόμηση τους παραπέμπω σε σχετικό άρθρο μου (“Το δίλημμα και η ‘μεσαία τάξη’”, Κ. Καλλωνιάτης, 30/08/2023,
https://commonality.gr/kostas-kalloniatis-to-dilimma-kai-i-mesaia-taxi/).
Με τα παραπάνω πιστεύω απέδειξα πόσο “γραφικότητες” και “δήθεν” ήταν οι αιτιάσεις μου για την παρακίνηση από τον ΔΠ της δεξιάς στροφής του κόμματος προς τη “μεσαία τάξη” και το Κέντρο.
Πάμε τώρα στα σημεία κριτικής μας που αμφισβήτησε ο ΔΠ:
1. Όταν ο ΔΠ ισχυρίζεται πως “ο άνθρωπος δια την εργασίας του θα απελευθερωθεί από την εργασία” ως απόδειξη ότι ο Μαρξ “σε φιλοσοφικό επίπεδο θεωρούσε την εργασία ως βασικό γνώρισμα του ανθρώπου” διαστρέφει εντελώς τη σκέψη του μεγάλου διανοητή. Και επειδή δε θεωρεί μείζον έργο του τα “χειρόγραφα του 1844” αποσπάσματα εκ των οποίων του παραθέσαμε, του συνιστούμε να ανατρέξει στη “Γερμανική Ιδεολογία” στην οποία η εργασία περιγράφεται ως η δραστηριότητα εκείνη που επιβάλλεται στον καθένα από τον καταμερισμό της εργασίας, από τη θέση την οποία κατέχει στην κοινωνία. Όπως χαρακτηριστικά τονίζει, το άτομο δεν έχει παρά μία δραστηριότητα περιορισμένη, ακρωτηριασμένη, μονόπλευρη. Για να καταργηθεί αυτή η κατάσταση πραγμάτων, για να επιτραπεί στο άτομο να αναπτύξει όλες του τις ικανότητες, για να επιτραπεί η ελεύθερη δραστηριότητα του ανθρώπου, χρειάζεται λοιπόν να καταργηθεί αυτό που ο ΔΠ προβάλλει αντίθετα ως μέσο απελευθέρωσης: η εργασία και σε συσχετισμό με αυτήν ο καταμερισμός εργασίας και η ατομική ιδιοκτησία. Και για να τα λέμε όλα ΔΠ, στα έργα του Μαρξ (Κεφάλαιο κ.α.) οι “εργάτες δεν πρωταγωνιστούν ως παραγωγοί πλούτου” αλλά ως παραγωγοί πλούτου που τους αποσπά η αστική τάξη μέσω της ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής. Πρωταγωνιστεί δηλαδή η θεωρία της αξίας και η εκμετάλλευση. Αυτά από τα… πανέρια του μαρξισμού.
2. Ο ΔΠ θεωρεί πως εξισώνω αυθαίρετα και με τρικάκια τη θέση πως η βία κινεί την ιστορία με το ότι είναι η κατεξοχήν πολιτική πράξη και παραπέμπει στη διάκριση που κάνει η Άρεντ μεταξύ βίας και δύναμης, της τελευταίας νοούμενης ως “πειθώς που προκύπτει δια του λόγου”, εξ ου και η κατάληξη της Άρεντ πως “η κατεξοχήν πολιτική πράξη είναι ο διάλογος και όχι η βία”. Αυτό που δεν καταλαβαίνει (ή κάνει πως δεν καταλαβαίνει) ο ΔΠ και η Άρεντ προφανώς, είναι πως και μόνο η ύπαρξη ανταγωνιστικών τάξεων σηματοδοτεί τη βία ως κατεξοχήν πολιτική πράξη για τη διατήρηση της εξουσίας της κυρίαρχης κάθε φορά τάξης. Αυτό σημαίνει ο όρος ταξική πάλη και γι’ αυτό ο μαρξισμός την αναγορεύει σε κινητήριο δύναμη της ιστορίας. Είτε η διασφάλιση της ταξικής κυριαρχίας συντελείται δια της καταστολής, είτε δια της ιδεολογικής και πολιτικής πειθούς (διάβαζε πλύση εγκεφάλου) ο κοινός παρονομαστής είναι η άσκηση βίας. Και μάλιστα η άσκηση ιδεολογικής βίας χαρακτηρίζει όλους τους θεσμούς του εποικοδομήματος της κοινωνίας ξεκινώντας από την οικογένεια, το σχολείο, την εκκλησία, τα ΜΜΕ, τη δικαιοσύνη, τη βουλή και το Κράτος και φθάνοντας στις διαπροσωπικές σχέσεις. Μία ανάγνωση σε έργα αριστερών κοινωνιολόγων (π.χ. Χέρμπερτ Μαρκούζε, Εριχ Φρομ, Κάρεν Χόρνει, Μίχαελ Σνάιντερ, Ντίτερ Ντουμ κ.α.) αρκεί για να καταλάβει κανείς τον ρόλο της βίας στην ιστορία σε όλες τις μορφές, ορατές και αόρατες. Όχι τυχαία ο Ένγκελς είχε συγγράψει σειρά σημειωμάτων σχετικά που αργότερα εκδόθηκαν σε βιβλίο (“Ο ρόλος της βίας στην Ιστορία”). Αυτά από τα… πανέρια του μαρξισμού.
3. Ισχυρίζεται πως θεωρώ αστική την πολιτική επιστήμη και δεν αναγνωρίζω πέραν του Μαρξ άλλες θεωρητικές συμβολές, ενώ ως “ντεντέκτιβ” που λέει ότι είμαι ανακάλυψα στο πρόσωπο του τον “ολετήρα” της Αριστεράς που προσπαθεί να τη στρέψει προς τα μεσαία στρώματα και το Κέντρο. Με παρεξήγησες ΔΠ. Δεν θα ασχολιόμουν καθόλου με τις απόψεις σου αν δεν τις διέδιδες συστηματικά στον ΣΥΡΙΖΑ και στην ΝΕΑΡ όπου συμμετέχουμε αμφότεροι. Εσύ μπορεί να θεωρείς τον εαυτό σου μέλος της ακαδημαϊκής κοινότητας (“στον ακαδημαϊκό χώρο κρινόμαστε αυστηρά, δεν είναι καφενείο, δε γράφουμε για τους φίλους μας”) αλλά δυστυχώς αυτά που γράφεις είναι αντιεπιστημονικά και τα γράφεις στην ΕΠΟΧΗ, όχι στην Ακαδημία. Και όχι, δε θεωρώ κάθε επιστημονική μελέτη ή άποψη αστική, αλλά επισημαίνω πως και στον χώρο της επιστήμης διεξάγεται ταξική πάλη και πως στην πλειονότητα τους οι επιστημονικές εργασίες και εφαρμογές εξυπηρετούν την κυρίαρχη αστική τάξη και άρα χρειάζονται σοβαρή και σε βάθος κριτική εξέταση πριν την αποδοχή τους: “Οι ιδέες της κυρίαρχης τάξης είναι σε κάθε εποχή οι κυρίαρχες ιδέες. Με άλλα λόγια, η τάξη που είναι κυρίαρχη υλική δύναμη της κοινωνίας, είναι ταυτόχρονα η κυρίαρχη πνευματική της δύναμη. Η τάξη που έχει στη διάθεση της τα μέσα της υλικής παραγωγής, διαθέτει ταυτόχρονα τα μέσα της πνευματικής παραγωγής, έτσι ώστε, μιλώντας γενικά, οι ιδέες αυτών που δεν έχουν τα μέσα της πνευματικής παραγωγής υποτάσσονται σε αυτά.” (“Η Γερμανική Ιδεολογία”, Κ. Μαρξ – Φρ. Ένγκελς). Όσο για τα περί στροφής στα μεσαία στρώματα και το Κέντρο όπως θα είδες παραπάνω δε σε επέκρινα αδίκως. Αυτά από τα… πανέρια του μαρξισμού.
4. Για να υπερασπιστεί την άποψη που εξέφρασε ότι “οι μπολσεβίκοι κατάργησαν την συμβουλιακή δημοκρατία των εργατών” ο ΔΠ, ο οποίος έχει υποτίθεται ασχοληθεί ερευνητικά (!) με την περίοδο εκείνη, μας παραπέμπει σε δύο αποσπάσματα μεταγενέστερων εκείνης της περιόδου Ελλήνων ιστορικών (Τρίκκας και Μαλιγκούδη) στα οποία δε λέγεται ρητά σε ποια έτη αναφέρονται, ενώ στο μεν πρώτο λέγεται πως οι Μπολσεβίκοι ήταν μειοψηφία στα σοβιέτ, ενώ στο δεύτερο δεν αναφέρονται καν οι Μπολσεβίκοι”. Προφανώς, ο ΔΠ υπονοεί πως εφόσον ήταν μειοψηφία οι Μπολσεβίκοι με κάποιου είδους πραξικόπημα κατάργησαν την δημοκρατία στα σοβιέτ. Πότε ακριβώς έγινε αυτό δεν μας λέει, όπως δεν μας λέει πως το κατόρθωσε αυτό ένα τόσο μικρό κόμμα όπως ήταν τότε οι Μπολσεβίκοι. Ο λόγος που δεν μας λέει πότε ακριβώς έγινε η κατάργηση της δημοκρατίας είναι επειδή δεν έγινε σε μία συγκεκριμένη στιγμή αλλά υπήρξε μία ολόκληρη πορεία η οποία σχετίζεται με την διαδικασία σταλινοποίησης του κόμματος και του κράτους. Με άλλα λόγια η κατάργηση της δημοκρατίας έγινε σε μία παράλληλη διαδρομή κατάργησης του μπολσεβικισμού από τον σταλινισμό. Στην “προδομένη επανάσταση” του Τρότσκι ξετυλίγονται διαλεκτικά οι αντιφάσεις μέσα από τις οποίες συντελέστηκε αυτή η μετάλλαξη και η επικράτηση της γραφειοκρατίας στο κόμμα και το κράτος. Αλλά που να ασχοληθεί ο ΔΠ με τα… πανέρια του μαρξισμού.
5. Παρακάμπτω τις εξυπνάδες του ΔΠ ότι δεν μπορεί να καλύψει την άγνοιά μου αναφορικά με την κριτική που ασκήθηκε στον Μαρξ για τον οικονομικό ντετερμινισμό του έργου του, και την μη κατανόηση εκ μέρους του εθνικισμού, των μεσαίων στρωμάτων και της αποικιοκρατίας. Ο δημόσιος αυτός διάλογος δε γίνεται αποκλειστικά για μας τους δύο αλλά για τους αναγνώστες. Κι αυτό σημαίνει πως δεν πετάμε τρακατρούκες για κάποιες κριτικές που ασκήθηκαν στον Μαρξ, αλλά φροντίζουμε να εξηγούμε τι εννοούμε και μάλιστα με τη σχετική τεκμηρίωση. Αυτό δηλαδή που δεν κάνει ο ΔΠ, αλλά φροντίζει να κάνει κάθε σοβαρός αναλυτής είτε προέρχεται είτε όχι από τα… πανέρια του μαρξισμού.
6. Τέλος, ειδικότερα για τον οικονομικό ντετερμινισμό του Μαρξ, ο ΔΠ επιχειρεί να αλλοιώσει το νόημα του αποσπάσματος από γράμμα του Ένγκελς προς τον Γιόζεφ Μπλοχ όπου ακριβώς αρνιόταν παρόμοιο ντετερμινισμό παραθέτοντας ένα άλλο απόσπασμα από το ίδιο γράμμα. Στο πρώτο απόσπασμα ο Ένγκελς έλεγε: «Σύμφωνα με την υλιστική αντίληψη της ιστορίας το τελικά καθοριστικό στοιχείο στην Ιστορία είναι η παραγωγή και η αναπαραγωγή της πραγματικής ζωής. Κάτι περισσότερο από αυτό ούτε ο Μαρξ ούτε εγώ ισχυριστήκαμε ποτέ. Ως εκ τούτου, αν κάποιος το διαστρεβλώσει αυτό λέγοντας ότι το οικονομικό στοιχείο είναι το μόνο καθοριστικό, μετατρέπει αυτήν την πρόταση σε μια χωρίς νόημα, αφηρημένη, παράλογη φράση. Η οικονομική κατάσταση είναι η βάση, αλλά τα διάφορα στοιχεία του εποικοδομήματος, οι πολιτικές μορφές της ταξικής πάλης και τα αποτελέσματά της… ασκούν επίσης την επιρροή τους στην πορεία των ιστορικών αγώνων και σε πολλές περιπτώσεις υπερισχύουν στον καθορισμό της μορφής τους». Φ.Ένγκελς… https://marxismos.com/200-xronia-engels/
Πιο ξεκάθαρη τοποθέτηση δεν υπάρχει. Όμως ο ΔΠ φρόντισε να τη θολώσει παραθέτοντας το εξής απόσπασμα: “Ο Μαρξ κι εγώ φταίμε εν μέρει για το γεγονός ότι οι νεότεροι μερικές φορές δίνουν περισσότερη πίεση στην οικονομική πλευρά από ό,τι οφείλεται σε αυτήν. Έπρεπε να τονίσουμε την κύρια αρχή απέναντι στους αντιπάλους μας, που την αρνήθηκαν, και δεν είχαμε πάντα τον χρόνο, τον τόπο ή την ευκαιρία να δώσουμε την τιμητική τους στα άλλα στοιχεία που εμπλέκονται στην αλληλεπίδραση.”
Για τον προσεκτικό αναγνώστη, στο χωρίο αυτό ο Ένγκελς δεν παραδέχεται κάποιον οικονομικό ντετερμινισμό όπως φαντασιώνεται ο ΔΠ, αλλά θεωρεί πως όφειλε μαζί με τον Μαρξ να προσέξουν το ενδεχόμενο παρερμηνείας της άποψης τους για τη σημασία του οικονομικού παράγοντα στην κοινωνική ζωή, επειδή επικεντρώθηκαν στην υπεράσπιση της έναντι των πολέμιων τους.
Για του λόγου το αληθές παραθέτουμε την αμέσως επόμενη φράση του Ένγκελς, που ω του θαύματος ο ΔΠ αποσιώπησε επιμελώς: “Αλλά όταν επρόκειτο να παρουσιάσουμε ένα τμήμα της ιστορίας, δηλαδή να κάνουμε μια πρακτική εφαρμογή, ήταν άλλο θέμα και δεν επιτρεπόταν κανένα λάθος.” Επιστρέφω, λοιπόν, παντελώς στον ΔΠ την κατηγορία περί λαθροχειρίας που μου έχει προσάψει και του συνιστώ εφεξής να μην υποτιμά τα… πανέρια του μαρξισμού.
Ο ΔΠ ισχυρίζεται πως οι επίγονοι (Γκράμσι και Πουλαντζάς) διόρθωσαν την μονομέρεια των Μαρξ-Ένγκελς. Αυτό που δεν καταλαβαίνει ο ΔΠ είναι πως ο μαρξισμός δεν είναι μία κλειστή, στατική θεωρία, αλλά μία μέθοδος ανάλυσης που μπορεί να αναπτύσσει τη θεωρία για την πάλη των τάξεων, τη φύση του Κράτους και το περιεχόμενο της μελλοντικής σοσιαλιστικής κοινωνίας. Με αυτή την έννοια οι αναλύσεις των δύο κλασσικών του μαρξισμού ασφαλώς επιδέχονται εμβάθυνσης και ανάπτυξης ή ακόμη και διόρθωσης. Αλλά με την αναφορά του ΔΠ σε κάποια υποτιθέμενη διόρθωση μονομέρειας, το μόνο που δείχνει είναι το δικό του τεράστιο έλλειμμα γνώσης του μαρξισμού. Όπως το ίδιο δείχνει με το να παρακάμπτει μία ολόκληρη σειρά μαρξιστών πριν και μετά από τον Γκράμσι και τον Πουλαντζά. Ειδικά σε ότι αφορά τον Γκράμσι του συνιστούμε να ανατρέξει στην εξαντλητική κριτική των Κρίς Χάρμαν και Πέρι Άντερσον (βλ. redlines.gr), ενώ για τον Πουλαντζά θα του συνιστούσαμε να διαβάσει την εξαιρετική κριτική ανάλυση του Γ. Μηλιού που προφανώς αγνοεί :
http://theseis.com/index.php?option=com_content&view=article&id=281
Βεβαίως, όπως συχνά μας πληροφορεί ο ΔΠ, οι νέοι είναι πιο μορφωμένοι από τους παλιούς, οπότε πως ένας αγράμματος, όπως εγώ, είναι δυνατόν να κάνει συστάσεις και κηρύγματα σε έναν νέο διανοητή της Αριστεράς; Και πως είναι δυνατόν να μην εισακούγεται η αενάως επαναλαμβανόμενη εισήγηση του ΔΠ για ηλικιακή ανανέωση των στελεχών του κόμματος και μάλιστα να απορρίπτεται ως ηλικιακός ρατσισμός η πρόταση που κατέθεσε στο συνέδριο της Νέας Αριστεράς “το 50% των μελών της Κεντρικής Επιτροπής να είναι κάτω των 55 ετών”;
Για τον ΔΠ το πρόβλημα της Αριστεράς και ειδικά της Νέας Αριστεράς είναι η ηλικία κι όχι η πολιτική. Γι΄ αυτό και την αποκαλεί “γερασμένη” και χωρίς να πτοηθεί από την πανηγυρική απόρριψη (δικός του χαρακτηρισμός) επανήλθε με άρθρο στην ΕΠΟΧΗ: “Εκείνο το οποίο θεωρώ σημαντικό είναι ότι τόσοι πολλοί 60ρηδες και 70ρηδες νομίζουν ότι μπορούν να εκπροσωπήσουν τους νέους και τις παραγωγικές ηλικίες, αν και έχουν τόσο διαφορετικές εμπειρίες και αναπαραστάσεις από αυτούς/ές σε έναν κόσμο που αλλάζει ραγδαία. Κι ότι πιστεύουν ότι είναι εξίσου πιθανό η ανανέωση στις ιδέες, τις αναλύσεις, τη γλώσσα, τις οργανωτικές πρακτικές, το ρεπερτόριο δράσης κ.λπ. να έρθει από αυτούς και όχι από τους πολύ νεότερούς τους.”Συνέδριο Νέας Αριστεράς: Επιτυχίες, αποτυχίες και εκκρεμότητες | Εφημερίδα η Εποχή
Ο ενθουσιασμός είχε πει κάποιος είναι τέκνο της αμάθειας. Και ο εμμονικός αυτοθαυμασμός, θα έλεγα εγώ, είναι τέκνο της ημιμάθειας. Είναι στραβός ο γιαλός ή στραβά αρμενίζεις ΔΠ;