Aleksandar Vučić
Της Σιμόν Αργυράκου, 30 Αυγούστου 2023.
Την περασμένη εβδομάδα στην Αθήνα πραγματοποιήθηκε μια άτυπη συνάντηση κορυφής Ευρωπαϊκής Ένωσης – Δυτικών Βαλκανίω με αφορμή τα 20 χρόνια από τη Σύνοδο Κορυφής της Θεσσαλονίκης και στόχο, υποτίθεται, την επιτάχυνση της ευρωπαϊκής πορείας όσων από αυτές τις χώρες δεν είναι ακόμα μέλη της ΕΕ. Φαίνεται, ωστόσο, πως ο κύριος στόχος της συνάντησης ήταν άλλος: στην Διακήρυξή των Αθηνών, η οποία υπεγράφη κατά τη διάρκειά της, οι ηγέτες των βαλκανικών χωρών εκφράζουν «την ακλόνητη υποστήριξη στην ανεξαρτησία, την κυριαρχία και την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας, απέναντι στη ρωσική επιθετικότητα», ενώ στη συνάντηση πήρε μέρος και ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι.
Το γεγονός ότι ανάμεσα στους 11 ηγέτες των βαλκανικών χωρών βρέθηκε και ο Σέρβος πρόεδρος Αλεξάνταρ Βούτσιτς δείχνει, σύμφωνα με κάποιους αναλυτές, μια σημαντική αλλαγής στάσης του Βελιγραδίου απέναντι στην Μόσχα. Στο θέμα της Ουκρανίας, η Σερβία προσπαθεί να κρατήσει μια δύσκολη ισορροπία: από τη μία, έχει υπερψηφίσει τις αποφάσεις της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, οι οποίες καταδικάζουν τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, από την άλλη όμως, αρνείται να επιβάλλει κυρώσεις στη Ρωσία. Αυτή η στάση απορρέει από μια συνολική πολιτική ισορροπίας ανάμεσα στη Δύση και την Ανατολή, την οποία ο Βούτσιτς ακολουθεί από το 2012, όταν ανέβηκε στην εξουσία.
Τα κόμματα που είχαν σχηματίσει κυβερνήσεις την αμέσως προηγούμενη περίοδο, ξεκινώντας από την πτώση του Σλομπόνταν Μιλόσεβιτς το 2000, ήταν σαφώς πιο φιλοδυτικά. Μετά από μια δεκαετία πολέμων με τους γείτονες και σχεδόν ανύπαρκτων σχέσεων με τις χώρες τις ΕΕ κατά την εποχή Μιλόσεβιτς, η αλλαγή της εξωτερικής πολιτικής της Σερβίας είχε θετικά στοιχεία, όμως, η τυφλή προσήλωση στις «ευρωατλαντικές αξίες» σήμαινε και άκρως νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις, με αποτέλεσμα την (περαιτέρω) φτωχοποίηση του σερβικού λαού. Ακόμα και οι πιο φανατικοί φιλοευρωπαίοι αγανάκτησαν με τις υπερβολικές απαιτήσεις των Βρυξελλών, ενώ πολλοί Σέρβοι απογοητεύτηκαν και ο ευρωσκεπτικισμός άρχισε πάλι να κερδίζει έδαφος, χωρίς ωστόσο να γυρίσουν οριστικά την πλάτη σε μια μελλοντική ένταξη της χώρας στην Ε.Ε.
Έχοντας διαγνώσει με ακρίβεια αυτή την αμφίρροπη διάθεση των ψηφοφόρων, ο Αλεξάνταρ Βούτσιτς δεν διέκοψε την ευρωπαϊκή πορεία της χώρας, ενίσχυσε ωστόσο τις σχέσεις με τη Ρωσία και την Κίνα και γενικά εφάρμοσε μια τυπικά πολυδιάστατη, αλλά στην ουσία πολιτική-εκκρεμές, η οποία περιλαμβάνει τόσο περιόδους με έντονη εθνικιστική ρητορική, όσο και εκείνες με (νέο)φιλελεύθερα χαρακτηριστικά. Όσον αφορά τις σερβορωσικές σχέσεις, τα τελευταία χρόνια περνάνε από αρκετές δοκιμασίες.
Μία από τις πιο δύσκολες στιγμές στις σχέσεις των δύο χωρών ήταν τον Απρίλιο του 2022, όταν ο Βλαδιμίρ Πούτιν επικαλέστηκε την απόσχιση του Κοσόβου για να δικαιολογήσει την απόσχιση των αποκαλούμενων Λαϊκών Δημοκρατιών του Ντονέτσκ και του Λουγκάνσκ. Λέγοντας αυτό, ο Ρώσος πρόεδρος εμμέσως πλην σαφώς «νομιμοποίησε» την ανεξαρτησία του Κοσόβου. Αν και τις αμέσως επόμενες μέρες ακολούθησαν επίσημες δηλώσεις ότι η Μόσχα δεν θα αναγνωρίσει το Κόσοβο κι ότι παραμένει συνεπής στην πολιτική της, το πλήγμα για τη Σερβία από αδελφικό «μαχαίρωμα» ήταν σοβαρό.
Άλλη μια κρίση συνέβη τον Απρίλιο του 2023 μετά το δημοσίευμα του πρακτορείου Reuters που έλεγε ότι η Σερβία συμφώνησε να προμηθεύσει όπλα στο Κίεβο ή τα έχει ήδη στείλει, σύμφωνα με απόρρητο έγγραφο του Πενταγώνου, την αυθεντικότητα του οποίου το Reuters «δεν ήταν σε θέση να επιβεβαιώσει». Η εκπρόσωπος του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών, Μαρία Ζαχάροβα, δήλωσε τότε ότι οι πληροφορίες για σερβικά όπλα στην Ουκρανία προκαλούν «τη βαθύτατη ανησυχία», ενώ το Βελιγράδι, διέψευσε το δημοσίευμα.
Ακόμη και η σύγκρουση του Γεβγκένι Πριγκόζιν με τον Πούτιν πριν δύο μήνες, αν και δεν επηρέασε τις επίσημες διμερείς σχέσεις, προκάλεσε αναστάτωση στη Σερβία, καθώς έφερε σε αμηχανία κάποια ακροδεξιά κόμματα τα οποία είχαν συνεργαστεί με την ομάδα Wagner και δεν μπορούσαν να αποφασίσουν με ποιανού πλευρά θα είναι μετά τη ρήξη.
Η συμμετοχή του Σέρβου προέδρου στη πρόσφατη συνάντηση ΕΕ – Δυτικών Βαλκανίων στην Αθήνα δύσκολα θα μπορούσε να ιδωθεί ως καμπή, όμως δεν είναι αμελητέας σημασίας. Πρώτον, από συμβολική άποψη, καθώς κατά τη διάρκεια της συνάντησης έγινε η πρώτη απευθείας συζήτηση ανάμεσα σε Ζελένσκι και Βούτσιτς από την αρχή του πολέμου. Κυρίως, όμως, διότι ο πραγματικός στόχος της συνάντησης ήταν η ενεργότερη εμπλοκή των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων στον πόλεμο, και όχι η αναζωογόνηση της διαδικασίας διεύρυνσης της ΕΕ.
Ο Ρωσο-Ουκρανικός πόλεμος συνολικά, με όλες τις πτυχές του, προκαλεί την πιο σοβαρή κρίση στις σχέσεις Σερβίας – Ρωσίας. Είναι φανερό ότι οι πιέσεις προς τη Σερβία προκειμένου να επιβάλλει κυρώσεις στη Ρωσία γίνονται όλο και πιο έντονες, από την άλλη ο Βούτσιτς δύσκολα θα μπορούσε να το κάνει, για τρεις τουλάχιστον λόγους. Καταρχάς, εξαρτάται ενεργειακά από τη Ρωσία, δεύτερον, βασίζεται στο βέτο της, ως μόνιμου μέλους του ΣΕ του ΟΗΕ, στο ζήτημα της αναγνώρισης του Κοσόβου και, τέλος, φοβάται ότι θα έχανε ένα σημαντικό μέρος των ψηφοφόρων του. Eίναι πιο πιθανό να συνεχίσει να αγοράζει χρόνο κάνοντας κάποιες αποχωρήσεις (όπως η υπογραφή της Συνθήκης των Αθηνών) και ελπίζοντας σε ένα σύντομο τέλος του πολέμου.
Την ίδια στιγμή, η ΕΕ αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους οικονομικούς εταίρους της Σερβίας (το μεγαλύτερο ποσοστό των εξαγωγών της είναι προς τις χώρες της ΕΕ), ενώ από τα ευρωπαϊκά κονδύλια εκτιμάται ότι λαμβάνει περίπου 200 εκατομμύρια ευρώ το χρόνο. Παρόλο που η Σερβία (όντας χώρα προς ένταξη και όχι μέλος της ΕΕ) τυπικά δεν είναι υποχρεωμένη να ευθυγραμμίσει την εξωτερική πολιτική της με τα «στρατηγικά συμφέροντα» της Ένωσης, η άρνηση επιβολής κυρώσεων στη Ρωσία είναι ένας από τους βασικούς λόγους που οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις της δεν έχουν σημειώσει καμία πρόοδο τον τελευταίο ενάμιση χρόνο.
Καθώς, λοιπόν, σημειώνεται τόσο μια σταδιακή επιδείνωση στις σχέσεις της Σερβίας με τη Ρωσία, όσο και η απομάκρυνσή της από την ΕΕ, η εξισορρόπηση των γεωπολιτικών και οικονομικών συμφερόντων μεταξύ Ανατολής και Δύσης γίνεται όλο και πιο δύσκολα πραγματοποιήσιμος στόχος για τον Αλεξάνταρ Βούτιτς.