Του Μάκη Σπαθή
Θα ξεκινήσω με το ερώτημα: Ποια είναι η αριστερά σήμερα;
Και εξηγούμαι: εάν υπάρχει πολιτικό υποκείμενο ή διαφαίνεται άμεσα η συγκρότησή του στην Ελλάδα, που να απειλεί τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής στον κοινωνικό αυτό σχηματισμό όπως εξελίσσεται σήμερα ή προοπτικά.
Για να αποφύγουμε θεωρητικολογίες και να ανιχνεύσουμε τις απαντήσεις στο ερώτημα αυτό θα μπορούσαμε να προσφύγουμε στις συγκεκριμένες ιδέες, επεξεργασίες και πολιτικούς σχεδιασμούς που ένας αριστερός πολιτικός σχηματισμός διατυπώνει και προωθεί σε συγκεκριμένα μεγάλα και μικρά επίδικα που η παρούσα ιστορική στιγμή αναδεικνύει. Από τη σφαίρα της οικονομίας και τα αδιέξοδά της μέχρι το πολιτικό σύστημα που διαχειρίζεται τις επιπτώσεις στις κοινωνικές σχέσεις και την αδιέξοδη πλέον λειτουργία και αναπαραγωγή του ελληνικού κοινωνικού σχηματισμού. Επειδή οι εξελίξεις που ξεδιπλώνονται παίρνουν δραματικές μορφές κάποιες στιγμές, όπως η μετατροπή σε παγκόσμια σύρραξη των πολέμων που ήδη βρίσκονται μπροστά μας, η διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων και της απόλυτης φτώχειας για την πλειοψηφία του πληθυσμού αλλά και οι βιβλικές καταστροφές που βιώνονται καθημερινά αφενός λόγω της κλιματικής αλλαγής και αφετέρου γιατί δεν εντάσσονται στη σφαίρα της αγοράς και της προσδοκώμενης κερδοφορίας από το κεφαλαίο, ιδιωτικό και συλλογικό, όπως αυτή διαμεσολαβείται από το κράτος. Επειδή συμβαίνουν όλα αυτά και επειδή στο δικό μας κοινωνικό σχηματισμό ζούμε μια περίοδο όπου το πολιτικό σύστημα της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας έχει εκφυλιστεί επί της ουσίας σε μονοκομματισμό με την δεξιά-ακροδεξιά να κυριαρχεί και να ηγεμονεύει χωρίς αντίπαλο, το ερώτημα ποια είναι η αριστερά σήμερα αποκτά επείγοντα χαρακτήρα.
Χαμηλώνοντας λίγο τον πήχη των πιθανών απαντήσεων θα έλεγα ότι το ερώτημα αυτό αφορά κυρίως τη δική μας αριστερά, τη Νέα Αριστερά, και το επικείμενό συνέδριο της ένα σχεδόν χρόνο μετά την εμφάνισή της στην ελληνική πολιτική σκηνή.
Παρακάμπτοντας το σύνολο των πολιτικών γεγονότων από τη συγκρότησή της μέχρι τις ευρωεκλογές, που όμως είναι πολύ σημαντικά για ανάλυση και εξαγωγή συμπερασμάτων, θα περιοριστώ να πω ότι το μόνο πράγμα που υπάρχει αυτή τη στιγμή και συντηρεί την συνέχιση αυτού του εγχειρήματος είναι η κοινοβουλευτική της ομάδα, η οποία με φιλότιμες και σοβαρές προσπάθειες δίνει ένα στίγμα από τις παρεμβάσεις των βουλευτών της. Ένα στίγμα ότι πρόκειται για μία νέα προσπάθεια συγκρότησης αριστερής παρέμβασης στα πολιτικά τεκταινόμενα, που αποστασιοποιείται από τον τρόπο με τον οποίον από το 19 και μετά τουλάχιστον εμφάνιζε ο ΣΥΡΙΖΑ, με την παντοκρατορία του Τσίπρα και τα διαπιστευτήρια που έδινε στο σύστημα .
Πριν επιχειρήσω μία πρόταση για το ποια ερωτήματα θα έπρεπε να θέσει και να προσπαθήσει να απαντήσει στο επικείμενο συνέδριό της η Νέα Αριστερά θα αναφερθώ σε δύο παραδείγματα της τρέχουσας πολιτικής συγκυρίας που θα εξέπεμπαν ένα στίγμα συγκρουσιακής αντισυστημικής αριστεράς, επικίνδυνης για το αστικό πολιτικό σύστημα και τους διαχειριστές του.
Πρώτο παράδειγμα: η καταστροφική πυρκαγιά στην Αττική που πρόσθεσε στις κατεστραμμένες εκτάσεις της χιλιάδες τετραγωνικά στρέμματα (το 37% λένε οι ειδικοί) μαζί με 100 καμένες κατοικίες και μία νεκρή εργαζόμενη. Ποια θα έπρεπε κατά την άποψή μου να είναι η απάντηση της Νέας Αριστεράς απέναντι σε αυτή την εξέλιξη;
Αντί να καταφεύγει στα γνωστά στερεότυπα περί απουσίας και αδυναμίας του επιτελικού κράτους και τις ευθύνες του Μητσοτάκη, να τον εγκαλεί απευθυνόμενη και στην κοινωνία που τον ψήφισε ή ανέχεται, γιατί, εφόσον το επιτελικό κράτος απέτυχε, αυτός ο υπέρμαχος του νεοφιλελευθερισμού και της παντοδυναμίας των αγορών δεν έχει σκεφτεί να ιδιωτικοποιήσει την πυρόσβεση, να πουλήσει την πυροσβεστική, να ιδιωτικοποιήσει τη δασική υπηρεσία, τα πτητικά μέσα ελικόπτερα και αεροπλάνα κλπ. Όπως δηλ. κάνει με την υγεία και την παιδεία, για να αναλάβει έτσι και αυτό το κοινωνικό έργο η παντοδύναμη ιδιωτική πρωτοβουλία. “Απορώ πώς δεν το έχει σκεφτεί ο πάνσοφος νεοφιλελεύθερος πρωθυπουργός μας” θα έπρεπε να είναι η πρώτη ατάκα του εκπροσώπου της Νέας Αριστεράς, για να αρχίσει στη συνέχεια, παρασύροντας και τα «φοβερά» μέσα ηλεκτρονικής και διαδικτυακής ενημέρωσης, να ξετυλίγει την κάλτσα για το τι σημαίνει καπιταλιστικό κράτος που, λειτουργώντας ως συλλογικός κεφαλαιοκράτης, ξεπουλάει τις υπηρεσίες που προσφέρονται για μεγάλη κερδοφορία αφήνοντας όλες τις υπόλοιπες να καταρρέουν.
Δεύτερο παράδειγμα: το θέμα του εισαγγελικού πορίσματος για τις υποκλοπές.
Μετά την ανακοίνωση του άθλιού αυτού πορίσματος από τη Νέα Αριστερά μόνο θα μπορούσε κανείς να περιμένει ότι πρέπει να τελειώσουμε με την κατάπτυστη δικαστική εξουσία και τους εκπροσώπους της που καμιά απολύτως σχέση δεν έχουν με δικαιοσύνη. Ότι η δικαστική εξουσία θα πρέπει να αποτελέσει αντικείμενο δέσμευσης σήμερα για όλες τις προοδευτικές δυνάμεις, ότι στην επόμενη συνταγματική αναθεώρηση θα θέσουν επιτακτικά το ζήτημα του τρόπου λειτουργίας της και επιλογής των λειτουργών της. Ταυτόχρονα να ζητήσουν τη συνταγματική θέσμιση δύο άλλων ζητημάτων μεγάλης κοινωνικής εμβέλειας: τη συνταγματική κατοχύρωση της αυτόματης τιμαριθμικής αναπροσαρμογής και των συλλογικών συμβάσεων εργασίας για το σύνολο των ανθρώπων με εξαρτημένη εργασία.
Αυτά τα παραδείγματα υποδεικνύουν έναν στην πράξη τρόπο αντιμετώπισης του τεράστιου θέματος ‘τι κάνει η Αριστερά με το κράτος’ εάν αυτή η Αριστερά δεν διακατέχεται από τον εύκολο μεταρρυθμιτισμό.
Η ανάγκη αναθεώρησης της μέχρι τώρα πορείας της Νέας Αριστεράς επισφραγίστηκε για μένα από το “πολιτικό ντοκουμέντο” του Τσίπρα για τα 50 χρόνια της Μεταπολίτευσης. Κείμενο που αποτυπώνει το πολιτικό όραμα και τις επιδιώξεις του «γίγαντα» αυτού της πολιτικής στον οποίο η ιστορία του ανέθεσε να διαχειριστεί το πείραμα του ΣΥΡΙΖΑ, της εκδοχής δηλ. της ανανεωτικής αριστεράς στην Ελλάδα. Αυτό που επισημαίνεται είναι η αδυναμία του ελληνικού πολιτικού συστήματος 50 χρόνια να συγκροτήσει έναν υγιή δικομματισμό που να εναλλάσσεται στην κυβερνητική εξουσία ώστε ο ελληνικός κοινωνικός σχηματισμός να αναπαράγεται χωρίς κρίσεις και τριγμούς. Το λάθος που ο Τσίπρας φαίνεται να αναγνωρίζει στη δική του συνεισφορά είναι ότι δεν κατάλαβε εγκαίρως ότι η αριστερά είναι μια άχρηστη πολιτική δύναμη και ότι αυτό που χρειάζεται ο τόπος είναι μία μεγάλη προοδευτική παράταξη της οποίας θα ηγείται ένας εμπνευσμένος ηγέτης για να αποκαταστήσει τα λάθη και τις παραλείψεις στην αναπαραγωγή του συστήματος. Ένας ηγέτης και μία παράταξη που θα πραγματοποιήσει το μεγάλο όραμα της αστικής ελληνικής τάξης να γίνουμε επιτέλους «ένα κανονικό ευρωπαϊκό κράτος» αγνοώντας παντελώς ή παραβλέποντας την κατάντια της σημερινής Ευρώπης. Συνοπτικά, και πέραν από την άνοδο της ακροδεξιάς και την αδιαφορία της στην περιβαλλοντική κρίση, η σημερινή ΕΕ πρωταγωνιστεί στις πολιτικές ανταγωνισμού των καπιταλιστικών μερίδων και της στρατηγικές επίλυσης το κρίσεων μέσω των πολεμικών συγκρούσεων και ανάπτυξης της πολεμικής βιομηχανίας.
Περίμενα ότι από την Νέα Αριστερά, ηγεσία και στελέχη, θα υπήρχε σφοδρή πολεμική απέναντι στην ανάδειξη ενός τέτοιου πολιτικού σχεδίου και ότι πολλοί θα ήταν αυτοί που θα κλαίγαν και θα σιχτίριζαν που στοιχήθηκαν πίσω από αυτό όσο ήτανε ενταγμένοι στο ΣΥΡΙΖΑ. Μάταια όμως προσδοκούσα κάτι τέτοιο, και αυτή η σιωπή δικαιώνει κάποιους που υπαινίσσονται ότι η Νέα Αριστερά μπορεί να προσδοκά τη συμμετοχή της σε ένα σχήμα που θα καταργεί το ρόλο και την πρωτοπορία της συγκρουσιακής ριζοσπαστικής αριστεράς, στο όνομα του κυβερνητισμού και της χρηστής διαχείρισης. Σε μια προοδευτική ενωτική προσπάθεια δηλ. που μπορεί να αντικαταστήσει το Μητσοτάκη από έναν καλώς εννοούμενο διαχειριστή. Αν δεν απαντήσουμε σε παρόμοιο πολιτικό ενδεχόμενο πίσω από το πρόσχημα ότι δεν θέλουμε να ανοίξουμε διάλογο με τον Τσίπρα δεν έχει νόημα το εγχείρημα μας για την επιστροφή της πολιτικής και την ανάδειξη της ριζοσπαστικής αριστεράς στο προσκήνιο.
Όλα τα παραπάνω γράφονται για να γίνει κατανοητό το πνεύμα που θα πρέπει να διέπει την συζήτηση ενόψει του επικείμενου συνεδρίου της Νέας Αριστεράς. Επομένως αν πραγματικά θέλουμε να δώσουμε ένα αριστερό ριζοσπαστικό συγκρουσιακό στίγμα στη νέα αριστερά που επιχειρούμε να οικοδομήσουμε, πρέπει να ξανασυζητήσουμε σοβαρά τις θεωρίες και τις αντιλήψεις για το αστικό κράτος και τη λειτουργία του, να εμβαθύνουμε στην προβληματική αλλά και να προβούμε στην αυτοκριτική μας για την ελληνική εκδοχή της ήττας που υπέστη το ρεύμα του ευρωκομουνισμού από τα μέσα του 20ου αιώνα, ως το κυρίαρχο στοιχείο της ανανεωτικής αριστεράς. Αυτό το ρεύμα έκλεισε τον κύκλο του όπως και η πορεία του ΣΥΡΙΖΑ που ανέλαβε να το δοκιμάσει μετά το 15 με τον Τσίπρα και την πλειοψηφία των στελεχών με κυβερνητικές ευθύνες, οι οποίοι είχαν γαλουχηθεί και εκπαιδευτεί από αυτό το ρεύμα. Αυτό συμπυκνώνεται στην αντίληψη ότι η ταξική πάλη εξαντλείται στα πλαίσια της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας και το μόνο που χρειαζόμαστε είναι καλούς διαχειριστές που να εκφράζουν μια «καλή» εκδοχή του κράτους με κοινωνική μεροληψία υπερ των αδυνάτων.
Αυτό ήταν το απόλυτο άλλοθι που αξιοποίησε ο Τσίπρας αλλά και όσα επιφανή στελέχη μιλούσαν για «βίαιη ωρίμανση» και «διεύρυνση του εφικτού», δίνοντας το απαραίτητο συχωροχάρτι σε όσους υλοποιούσαν πολιτικές ενσωμάτωσης στο σύστημα. Πρόκειται για μία ολόκληρη τραυματική πλέον πορεία της αριστεράς που τέλειωσε άδοξα και πρέπει να την υπερβούμε. Αν δεν αναστοχαστούμε με βάση αυτό το δεδομένο το αποτέλεσμα θα είναι μια επανάληψη από τα ίδια. Για να δώσουμε ένα διαφορετικό στίγμα και να μας προσέξει κυρίως η νεολαία που παντελώς στερούμαστε, πρέπει να κάνουμε το σύστημα να αναφέρεται στη Νέα Αριστερά ως τον κίνδυνο που απειλεί τους βασικούς ιδεολογικούς μηχανισμούς του κράτους. Να είμαστε αυτοί που θέλουνε να αποκατασταθεί η ηγεμονία του πολιτικού επιπέδου, για μια στοιχειώδη τουλάχιστον λειτουργία της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, του κεντρικού ιδεολογικού μηχανισμού έναντι της εκτελεστικής και δικαστικής εξουσίας του . Να εξωθήσουμε σε τελευταία ανάλυση τους αντιπάλους μας να μας εγκαλούν ως επικίνδυνους κομμουνιστές, και όχι ως φτηνιάρικους λαϊκιστές σαν τον Πολάκη.