Της Σιμόν Αργυράκου 30/09/23
Το βράδυ της 24ης Σεπτεμβρίου, μια ομάδα αποτελούμενη από περίπου 30 ενόπλους με στρατιωτικές στολές έστησε οδόφραγμα κοντά στο χωριό Μπάνισκα στο βόρειο Κόσοβο. Ακολούθησε σύγκρουση με την αστυνομία του Κοσόβου κατά την οποία ένας αστυνομικός σκοτώθηκε και ένας άλλος τραυματίστηκε. Στη συνέχεια, η ομάδα οχυρώθηκε σε ένα σερβικό μοναστήρι, περικυκλωμένη από την αστυνομία. Η σύγκρουση κράτησε σχεδόν όλη την ημέρα. Τρεις ένοπλοι Σέρβοι σκοτώθηκαν, τέσσερεις τραυματίστηκαν, οκτώ συνελήφθησαν και οι υπόλοιποι κατάφεραν να διαφύγουν.
Την Παρασκευή, πέντε μέρες μετά την επίθεση, ο Μίλαν Ραντόιτσιτς, αντιπρόεδρος της «Σερβικής Λίστας», του μεγαλύτερου κόμματος των Σέρβων στο Κόσοβο και στενός συνεργάτης του Σέρβου προέδρου, ανέλαβε την ευθύνη για την επίθεση. Την ίδια στιγμή, το ΝΑΤΟ ανακοίνωσε ότι, λόγω της τρέχουσας κατάστασης, αποφάσισε να στείλει ενισχύσεις στο Κόσοβο.
Η κατάσταση στο Κόσοβο επιδεινώνεται εδώ και τουλάχιστον δύο χρόνια και η μια κρίση ακολουθεί την άλλη. Ένοπλες συγκρούσεις ανάμεσα σε Σέρβους και την αστυνομία του Κοσόβου γίνονταν και παλιότερα, όμως, ποτέ με συμμετοχή μιας παραστρατιωτικής ομάδας. Οι τελευταίες εξελίξεις δείχνουν ότι η τωρινή θα μπορούσε να είναι η πιο σοβαρή κρίση στο Κόσοβο από την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας του το 2008.
Αμέσως μετά τις πρώτες έρευνες, ο υπουργός Εσωτερικών του Κοσόβου είχε δηλώσει ότι έχει αποδείξεις πως στην επίθεση συμμετείχε και ο Μίλαν Ραντόιτσιτς. Η αναφορά του ονόματος του Ραντόιτσιτς πυροδότησε πλήθος αντιδράσεων και δημοσιευμάτων στον σερβικό τύπο, καθώς επρόκειτο για έναν πολιτικό και επιχειρηματία με μεγάλη επιρροή και αμφιλεγόμενη σταδιοδρομία, ο οποίος απολάμβανε την πλήρη στήριξη του Σέρβου προέδρου Βούτσιτς. Είχε κατηγορηθεί για εκφοβισμό μαρτύρων στην υπόθεση «Μπρέζοβιτσα» (που αφορά παράνομες κατασκευές και διαφθορά), ενώ αρκετά δημοσιεύματα τον είχαν συνδέσει με τη δολοφονία του πολιτικού του αντιπάλου, Όλιβερ Ιβάνοβιτς, το 2018
Επίσης από την πρώτη στιγμή, ο πρωθυπουργός του Κοσόβου Αλμπίν Κούρτι κατηγόρησε τη Σερβία ότι βρίσκεται πίσω από την επίθεση. Στη δήλωση με την οποία ανέλαβε την ευθύνη για την επίθεση (την οποία διάβασε ο δικηγόρος του), ο Μίλαν Ραντόιτσιτς φρόντισε, βέβαια, να διευκρινίσει ότι η επίθεση δεν είχε καμία σχέση με τις προηγούμενες πολιτικές δραστηριότητές του και ότι δεν είχε ενημερώσει κανέναν, ούτε από τις αρχές τις Σερβίας, ούτε από το κόμμα του, τη «Σερβική Λίστα». Παρόλα αυτά, ακόμη κι αν δεν βρεθούν αποδείξεις για την ανάμειξη της Σερβίας στην επίθεση, το Βελιγράδι κινδυνεύει να βρεθεί σε πολύ δύσκολη θέση.
Εφόσον μετά από μερικές ημέρες έγινε πιο ξεκάθαρο το ποιος οργάνωσε την επίθεση, παραμένει το ερώτημα ποιος ήταν ο στόχος της.
Στη δήλωσή του, ο Ραντόιτσις αναφέρει ότι ο λόγος ήταν «να ενθαρρύνουμε τον σερβικό λαό να αντισταθεί στον τρόμο του καθεστώτος του Κούρτι, η προστασία του λαού μας που κινδύνευε καθημερινά και η πραγματοποίηση του ονείρου της ελευθερίας του λαού μας στο βορρά του Κοσόβου».
Πολλοί αναλυτές συμφωνούν στο ότι ο σκοπός της επίθεσης ήταν η αποσταθεροποίηση και πιθανώς η επέμβαση του σερβικού στρατού στο Κόσοβο και η διχοτόμησή του. Όλα εκείνα, δηλαδή, που ζητάνε τα ακροδεξιά στοιχεία τόσο στο βόριο Κόσοβο, όσο και στη Σερβία. Ακόμη κι αν η σερβική κυβέρνηση και ο πρόεδρος Βούτσιτς δεν γνώριζαν τίποτα για την επίθεση στην Μπάνισκα, φέρουν μεγάλη ευθύνη επειδή εδώ και χρόνια τροφοδοτούν τον εθνικισμό και στρώνουν τον δρόμο στην ακροδεξιά. Τώρα φαίνεται ότι δεν μπορούν πλέον να τα ελέγξουν.