του Δημήτρη Κατσορίδα
Στην καθηλωτική Έκθεση χρωμάτων και φωτός, με τίτλο: «Ο Νεοϊμπρεσιονισμός στα
χρώματα της Μεσογείου» (στο Ίδρυμα Γουλανδρή, από 10 Ιανουαρίου μέχρι 7
Απριλίου 2024), παρουσιάζονται 55 έργα (δανεισμένα από εννιά μεγάλα μουσεία της
Ευρώπης), του καλλιτεχνικού κινήματος που γεννήθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα
(κατά τη δεκαετία του 1880 και του 1890), με βασικούς εκπροσώπους τον Πολ
Σινιάκ, τον Ανρί Ματίς, κ.ά.
Ο όρος Ιμπρεσιονισμός προέρχεται από το γαλλικό ρήμα «impression», που σημαίνει
εντύπωση της στιγμής, του φωτός, της ατμόσφαιρας, και στην αντίληψη ότι αυτά τα
στοιχεία μεταβάλλονται συνεχώς. Η τέχνη του ιμπρεσιονισμού πήρε το όνομά της
από τον τίτλο ενός πίνακα του Κλωντ Μονέ, «Η Ανατολή του Ηλίου: Εντυπώσεις»,
που ζωγράφισε το 1872.
Παρόλο που οι νεοϊμπρεσιονιστές μοιράζονταν ορισμένες κοινές αρχές με τους
ιμπρεσιονιστές, όπως η έμφαση στο φως και η αντίληψη των στιγμιαίων εντυπώσεων,
έδωσαν ιδιαίτερη έμφαση και στην απεικόνιση των εσωτερικών συναισθημάτων όταν
αποθανάτιζαν τις ομορφιές της στιγμής. Πολλά έργα τους μοιάζουν με ψηφιδωτά,
θυμίζοντας τα εντυπωσιακά έργα τέχνης της ψηφιδωτής μωσαϊκής σε δάπεδα, τοίχους
και άλλες επιφάνειες, που γινόντουσαν στην αρχαιότητα. Χρησιμοποιούν και τα επτά
χρώματα του φάσματος σε διάφορους συνδυασμούς, σε ένα παιχνίδι αποχρώσεων,
χρωματικής ζωντάνιας, διαίρεσης του χρώματος σε κουκίδες, δημιουργίας
αντιθέσεων, παραπέμποντας σε ένα τραγούδι χρωμάτων.
Ο Νεοϊμπρεσιονισμός άνθισε στις ακτές της Μεσογείου και γι’ αυτό έδωσε ιδιαίτερη
έμφαση στα τοπία, ανασυνθέτοντάς τα. Για παράδειγμα, μπορεί να απεικονίζουν το
ίδιο τοπίο, όμως από διαφορετικές οπτικές γωνίες. Όπως έλεγε ο Φενεόν, το 1887,
«Το θέαμα του ουρανού, του νερού, των δέντρων αλλάζει από στιγμή σε στιγμή. Στόχος
τους ήταν να αποδείξουν ότι η στιγμή ήταν μοναδική και δεν θα την έβλεπαν ποτέ
ξανά».
Τα έργα τους έχουν φωτεινότητα, διότι αποτελούνται από πολλά και ζωντανά
χρώματα. Αποπνέουν γαλήνη και ησυχία, τις απλές χαρές και την καθημερινότητα,
την ηρεμία και την ανεμελιά, την αχρονικότητα και το εφήμερο. Με λίγα λόγια,
προσφέρουν την αίσθηση ενός αναρχικού ιδεώδους, που συμβαδίζει με την ισότητα
των ανθρώπων και τη δυνατότητα συμβίωσης με τη φύση. Δεν είναι τυχαίο που
αρκετοί από αυτούς υποστήριζαν ιδεολογικά την αναρχία, δηλαδή μια κοινωνία χωρίς
εξουσιαστικές σχέσεις. Αναπαριστούν τοπία, τα οποία δεν είχαν ακόμη αλλοιωθεί
από τη βιομηχανική επανάσταση, καθώς επίσης θέματα από την καθημερινή ζωή,
όπου χωρικοί, τεχνίτες και εργάτες μπορούν να εργάζονται και να αναπαύονται με
απόλυτη ηρεμία.