Η επαναστατική κληρονομιά του Τρότσκι

Αναδημοσίευση από Ergatiki.gr 22/08/2012,

Στις 21 Αυγούστου του 1940, ο Λέον Τρότσκι έπεφτε νεκρός στο σπίτι του στο Μεξικό, από το δολοφονικό χτύπημα του σταλινικού πράκτορα Ραμόν Μερκαντέρ. Η δολοφονία ήταν το αποκορύφωμα μιας υστερικής εκστρατείας που είχε εξαπολύσει η σταλινική γραφειοκρατία όλα τα προηγούμενα χρόνια. Ο Τρότσκι, ως ο πιο συνεπής κριτικός της γραφειοκρατικοποίησης της ρώσικης επανάστασης, ήταν ο πιο προφανής στόχος. Αλλά δεν ήταν ο μόνος.

Στο στόχαστρο μπήκε ολόκληρη η παλιά φρουρά του Μπολσεβίκικου Κόμματος, η γενιά δηλαδή των επαναστατών που έφερε σε πέρας το έπος του 1917. Από το 1934 και μετά – και με διάφορες αφορμές – με εντολή του Στάλιν στήθηκαν στη Μόσχα μια σειρά από δίκες-παρωδία. Στις «δίκες» αυτές, οι πιο ανυπόστατες κατηγορίες απαγγέλθηκαν και «στοιχειοθετήθηκαν» εναντίον προσώπων όπως ο Κάμενεφ, ο Ζηνόβιεφ και ο Μπουχάριν, που βρέθηκαν κατηγορούμενοι για «αντεπαναστατική συνωμοσία κατά της ΕΣΣΔ», με την καθοδήγηση πάντοτε του εξόριστου πλέον Τρότσκι.

Οι κατηγορούμενοι έπρεπε όχι απλά να παραδεχτούν τη συνωμοσία, αλλά να «ομολογήσουν» τα πιο τερατώδη ψέματα και τους πιο γελοίους αναχρονισμούς, για παράδειγμα ότι ο Τρότσκι έγινε μέλος του Μπολσεβίκικου Κόμματος όντας «πράκτορας», βάσει οργανωμένου σχεδίου. Ο αρχηγός του Κόκκινου Στρατού, που ηγήθηκε της νικηφόρας απόκρουσης των αντεπαναστατικών ορδών στον εμφύλιο που ακολούθησε τη Ρώσικη Επανάσταση, ήταν, σύμφωνα με αυτές τις «ομολογίες», πράκτορας του Τσάρου και των ιμπεριαλιστών…

Όταν η τρομοκρατική αυτή εκστρατεία είχε τελειώσει, η γενιά των μπολσεβίκων επαναστατών του 1917 είχε στην πλειοψηφία της εξοντωθεί, είτε στις εξορίες είτε στις φυλακές είτε στο εκτελεστικό απόσπασμα. Η δολοφονία του Τρότσκι, του «νούμερο δύο» της επανάστασης μαζί με τον Λένιν, δεν ήταν παρά το απαραίτητο συμπλήρωμα, η ολοκλήρωση της αντεπανάστασης που έκοψε το νήμα του κόκκινου Οκτώβρη. Περιγράφοντας τις διαφορές ανάμεσα στον μπολσεβικισμό και τον σταλινισμό, ο Τρότσκι έλεγε ότι τους χωρίζουν «ποτάμια αίματος». Όταν έγραφε αυτή τη φράση, δεν γνώριζε ακόμα ότι στα ποτάμια αυτά του αίματος θα προστεθεί και το δικό του.


Η επαναστατική δράση του Τρότσκι και η θεωρητική συμβολή του στον μαρξισμό αποτέλεσαν αγκάθι για τα ορθόδοξα κομμουνιστικά κόμματα, που από τα τέλη της δεκαετίας του ’20 ευθυγραμμίστηκαν με την πολιτική του Στάλιν. Αποτελούν ωστόσο, μέχρι και σήμερα, ακόμα μεγαλύτερο αγκάθι για τους θεωρητικούς υπερασπιστές του καπιταλισμού και τα πολιτικά του επιτελεία.

Γι’ αυτούς, ο κομμουνισμός ισοδυναμεί με τον «ολοκληρωτισμό» και ο μαρξισμός με ένα άκαμπτο και χυδαίο υλιστικό δόγμα. Η σταλινική κατάληξη της ρώσικης επανάστασης, έλεγαν και λένε, δεν είναι παρά το φυσιολογικό αποτέλεσμα της ίδιας της φύσης του μαρξισμού. Η ύπαρξη του Τρότσκι, ως επαναστάτη ηγέτη του 1917 και την ίδια στιγμή ως του πιο διαπρύσιου κριτικού του σταλινισμού, αμφισβητεί ευθέως αυτές τις αστικές συκοφαντίες.

Στην πραγματικότητα, η συμβολή του Τρότσκι στο ρεύμα του επαναστατικού μαρξισμού υπήρξε θεμελιώδης, όχι μόνο γιατί ήταν ο πρώτος που έδωσε τα αγκωνάρια μιας μαρξιστικής εξήγησης του σταλινικού φαινομένου. Αλλά γιατί συνολικά, με όλες τις παρεμβάσεις του, συγκρούστηκε με τις απόψεις που ήθελαν τον μαρξισμό μία ντετερμινιστική θεωρία «ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων» και έφερε ξανά στο κέντρο την επαναστατική δυναμική του, ως του καλύτερου οδηγού για δράση στην πάλη της εργατικής τάξης για την απελευθέρωσή της. Αυτό ήταν το νόημα της έμφασης που ο Τρότσκι απέδιδε στην επαναστατική πολιτική, και γι’ αυτό τα κείμενά του αποτελούν κορυφαία – μέχρι και σήμερα – δείγματα εφαρμοσμένου μαρξισμού.

Διαρκής Επανάσταση

Μία πρώτη τέτοια παρέμβαση του Τρότσκι ήταν η διατύπωση της θεωρίας της «διαρκούς επανάστασης». Το ερώτημα που απασχολούσε τους μαρξιστές επαναστάτες στις αρχές του 20ού αιώνα ήταν τι σήμαινε η ταξική πάλη στις χώρες εκείνες που ο καπιταλισμός έκανε τα πρώτα του βήματα και τα αιτήματα του εργατικού κινήματος επισκιάζονταν από τα αστικοδημοκρατικά αιτήματα για πολιτικές ελευθερίες και δημοκρατία απέναντι σε απολυταρχικά καθεστώτα.

Η κυρίαρχη απάντηση της Αριστεράς της εποχής ήταν η υποταγή του εργατικού κινήματος στην «αστικοδημοκρατική φάση» της επανάστασης: η εργατική τάξη θα έπαιζε τον ρόλο της νόμιμης αντιπολίτευσης στα πλαίσια ενός διαταξικού κινήματος, περιορίζοντας τον ριζοσπαστισμό των αιτημάτων και της δράσης της. Η τοποθέτηση αυτή, όπως ήταν φυσικό, δικαιολογούσε τη συμβιβαστική πολιτική των ρεφορμιστικών ηγεσιών της εποχής.

Ο Τρότσκι αναποδογύρισε αυτά τα επιχειρήματα. Η ανάπτυξη του καπιταλισμού στις αρχές του 20ού αιώνα μπορεί να ήταν ανισόμερη, δεν έπαυε ωστόσο να είναι συνδυασμένη. Οι αστικές τάξεις των χωρών που έρχονταν καθυστερημένα στο καπιταλιστικό προσκήνιο δεν θα επαναλάμβαναν μηχανιστικά τις επαναστατικές εφορμήσεις των αστών του 18ου και 19ου αιώνα. Η κατάκτηση της δημοκρατίας και των πολιτικών ελευθεριών θα ήταν πλέον καθήκον των εργατικών τάξεων, που δεν είχαν κανένα λόγο να περιορίσουν τη δυναμική των αγώνων τους. Δεν επρόκειτο απλώς για μια πρόβλεψη, αλλά για τη διατύπωση μιας εναλλακτικής στρατηγικής, που εξαρτιόταν από τη μαχητικότητα του εργατικού κινήματος και την πολιτική προετοιμασία της επαναστατικής του πτέρυγας.

Με τη θεωρία της διαρκούς επανάστασης, ο Τρότσκι αποκαθιστούσε την εργατική τάξη από αντικείμενο των ανεπαρκώς ανεπτυγμένων παραγωγικών δυνάμεων σε υποκείμενο της επαναστατικής ανατροπής. Ήταν τελικά το βάθεμα και η διεθνοποίηση της επανάστασης που θα έκριναν την επιτυχία της, όπως επιβεβαιώθηκε και στην περίπτωση της Ρώσικης Επανάστασης του 1917.

Ενιαίο Μέτωπο

Μια άλλη ανάλογη συμβολή του Τρότσκι είναι η διατύπωση της πολιτικής του ενιαίου μετώπου στις αρχές της δεκαετίας του ’20. Η προσωρινή υποχώρηση του επαναστατικού κύματος μετά την τριετία 1917-1920 δημιουργούσε διλήμματα για τα νεαρά κομμουνιστικά κόμματα, που είχαν πρόσφατα δημιουργηθεί εμπνευσμένα από το παράδειγμα των μπολσεβίκων.

Οι απόψεις που υπήρχαν μέσα στα ΚΚ κυμαίνονταν από την άρνηση αναγνώρισης της νέας πραγματικότητας (πράγμα που σήμαινε επιμονή στις «θεωρίες της επίθεσης», σε μειοψηφικές δηλαδή δράσεις των ΚΚ που θα «ξυπνούσαν» την πλειοψηφία της εργατικής τάξης) μέχρι την οπισθοχώρηση από την ίδια την επαναστατική στρατηγική.

Ο Τρότσκι παρεμβαίνει στις συζητήσεις μέσα στην Κομμουνιστική Διεθνή (στο Τρίτο και το Τέταρτο Συνέδριο το 1921-1922) με την πρόταση του ενιαίου μετώπου. Η χρησιμότητα των επαναστατών δεν χάνεται με την υποχώρηση του επαναστατικού κύματος, λέει ο Τρότσκι. Τουναντίον, είναι σε αυτές τις στιγμές που η πολιτική είναι το κλειδί που ξεκλειδώνει τη δυναμική της εργατικής τάξης και μπορεί να την ξαναφέρει δυναμικά στο προσκήνιο.

Τα Κομμουνιστικά Κόμματα πρέπει, διατηρώντας την οργανωτική και πολιτική τους αυτονομία, να οργανώσουν ενιαία μέτωπα δράσης μαζί με τους εργάτες που ανήκουν ακόμα στα ρεφορμιστικά κόμματα και επηρεάζονται από τις ιδέες της μεταρρύθμισης του συστήματος. Είναι σε αυτές τις «μικρές» μάχες τού σήμερα που οι εργάτες θα κατανοήσουν μέσα από τη δική τους πείρα την ανωτερότητα της στρατηγικής των ΚΚ και θα ενταχτούν τελικά στις γραμμές τους. Απέναντι στον σεχταρισμό της «κομμουνιστικής καθαρότητας» και τον οπορτουνισμό της «ρεαλιστικής προσαρμογής», ο Τρότσκι βοήθησε μια ολόκληρη γενιά επαναστατών να χαράξουν στρατηγική και τακτική στην καθημερινή τους δράση.

Την δεκαετία του ’30, όταν η σταλινοποιημένη Κομιντέρν προσπαθούσε να θάψει τα διδάγματα αυτής της πλούσιας εμπειρίας, ήταν η μοναχική γραφίδα του Τρότσκι που προσπαθούσε να την ξαναφέρει στην επιφάνεια σε κρίσιμες καμπές, όπως ήταν η Γερμανία πριν την άνοδο των ναζί στην εξουσία, η Ισπανία της επανάστασης κατά του Φράνκο, η Γαλλία του 1936 και ούτω καθεξής.

Σοσιαλισμός από τα κάτω

Ήταν τελικά αυτές οι παρακαταθήκες που επέτρεψαν στον Τρότσκι να δώσει μια διαφορετική απάντηση στο ερώτημα «για ποιό σοσιαλισμό παλεύουμε», σε μια περίοδο που η επιτυχία των πεντάχρονων πλάνων ζάλιζε εχθρούς και φίλους της Σοβιετικής Ένωσης. Στο ατελείωτο κυνήγι του «να φτάσουμε και να ξεπεράσουμε τη Δύση», ο Τρότσκι επέμεινε στα ενοχλητικά ζητήματα τού αν η εργατική τάξη ελέγχει συλλογικά και δημοκρατικά τον κρατικό μηχανισμό, αν η στρατηγική της διεθνοποίησης της επανάστασης έχει αντικατασταθεί από τα συμφέροντα της σοβιετικής εξωτερικής πολιτικής, αν υπάρχει δημοκρατία μέσα στο Κόμμα.

Γι’ αυτά του τα ερωτήματα και για την προσπάθεια να οργανώσει ξανά, στη δύσκολη συγκυρία της δεκαετίας του 1930, μειοψηφικές έστω δυνάμεις του εργατικού κινήματος με άξονα την επαναστατική στρατηγική είναι που βρέθηκε δολοφονημένος ο Τρότσκι τον Αύγουστο του 1940. Η δράση και οι ιδέες του αποτελούν πολύτιμα όπλα στη φαρέτρα του εργατικού και επαναστατικού κινήματος. Είναι πρόκληση για τις νεότερες γενιές του κινήματος να τα αξιοποιήσουν.

About Author

Διαβάστε επίσης

Από τον ίδιο αρθρογράφο