Η αλήθεια για την παραοικονομία

του Κ. Καλλωνιάτη

Τυχαία έπεσε στην αντίληψη μου ένα κείμενο του Δ. Παπανικολόπουλου στο The Press Project όπου σε απάντηση του σε δύο άλλους συντάκτες αναφερόταν στο ζήτημα της παραοικονομίας (“Επιστήμες και Στατιστικές” 4/3/2025) σημειώνοντας τα εξής:

“Πάμε στο ζήτημα της παραοικονομίας. Οι συντάκτες δεν πείθονται από τις δηλώσεις Στουρνάρα περί παραοικονομίας στο 40%, ή από τις αναφορές μου στους ελεύθερους επαγγελματίες συνολικά, ή από τα παραδείγματά μου για αγρότες, ντελιβεράδες και σερβιτόρους στα ακριβά νησιά. Με τι πείθονται; Με τις στατιστικές του ΔΝΤ που δείχνει ότι η φοροδιαφυγή υποχώρησε το 2021 στο 16%! Καλά, να μην πιστεύουμε στα μάτια μας ή στον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος… Να φτάσουμε όμως και στο σημείο να πιστέψουμε ότι ισχύουν τα επίσημα στατιστικά (της ΑΑΔΕ και του ΓΛΚ), σύμφωνα με τα οποία πάνω από τα 2/3 των ελεύθερων επαγγελματιών δηλώνουν εισόδημα χαμηλότερο από τον κατώτατο μισθό (για να μην αναφερθώ σε όσους δηλώνουν ζημιές ή μηδενικό εισόδημα); Ή να πιστέψουμε στους οικονομικούς συντάκτες που συμφωνούν πως πρόκειται για αριθμούς-μνημεία φοροδιαφυγής; Με τα λεγόμενά τους οι δύο συντάκτες απλώς υποτιμούν τη φοροδιαφυγή, δεν αποτυπώνουν τη φτώχεια.”

Δεν γνωρίζω αν ο ΔΠ έχει αλλεργία με τις στατιστικές, αφού είναι προφανές από τον τίτλο του άρθρου του πως διαχωρίζει τις επιστήμες από τις στατιστικές ωσάν οι τελευταίες να μην έχουν επιστημονική βάση. Γνωρίζω όμως πως στο συγκεκριμένο ζήτημα σφάλλει γιατί παραοικονομία 40% στην Ελλάδα δεν υπάρχει πια. Και δεν το λέει μόνο το ΔΝΤ το οποίο συστηματικά παρακολουθεί την οικονομία μας μαζί με τόσες άλλες οικονομίες του κόσμου διαθέτοντας μία σφαιρική αντίληψη της κατάστασης.

Το λένε και ειδικοί διεθνώς στα θέματα της παραοικονομίας όπως ο αυστριακός πανεπιστημιακός καθηγητής Friedrich Schneider που το 2015 υπολόγιζε την παραοικονομία στην Ελλάδα στο 22,5% έναντι 27,6% το 2005 (βλ διάγραμμα 1 και 2) με εμφανή τάση αποκλιμάκωσης.

Κυρίως, όμως, το λέει η ΕΕ η οποία σε σχετικά πρόσφατη μελέτη της (Taxation of the Informal Economy in the EU) εκτιμά την παραοικονομία στη χώρα μας στο 20,9% το 2022 έναντι 20,3% στην Ιταλία και 16% περίπου σε Ισπανία-Πορτογαλία (βλ πίνακα). Κι εδώ πάλι η φθίνουσα διαχρονικά τάση της είναι σταθερή.

Αλλά πάνω απ’ όλα τον παραλογισμό μιας τόσο υψηλής παραοικονομίας τον δηλώνει και η οικονομική λογική, αφού καθ’ όλη την διάρκεια της οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα ο αριθμός των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και των ελεύθερων επαγγελματιών μειώνεται, ενώ η επέκταση της ψηφιοποίησης των συναλλαγών στην οικονομία επιτρέπει την ολοένα και μεγαλύτερη σύλληψη της φοροδιαφυγής.

Και, αντίθετα απ’ ότι ισχυρίζεται ο ΔΠ, η ΑΑΔΕ εμφανίζει τελευταία μεγάλη προσαρμογή των ελεύθερων επαγγελματιών στα νέα δεδομένα του τεκμαρτού εισοδήματος με συνέπεια ένα μέρος της σκιώδους ή άτυπης οικονομίας… να περνάει στο φως της νομιμότητας: “Το 56% των ελεύθερων επαγγελματιών, επιτηδευματιών και ατομικών επιχειρήσεων φορολογήθηκε με τα τεκμήρια και κατέβαλε επιπλέον φόρο σε σχέση αυτόν που αναλογεί στο δηλωθέν εισόδημα, ύψους 470 εκ ευρώ. Από το σύνολο των φορολογούμενων με εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα, το 34,45% δήλωσε εισόδημα έως 10.000 ευρώ το 2023 (έναντι 64,15% το 2022).

Είναι ενδεικτικό ότι το ποσοστό των ατομικών επιχειρήσεων που δήλωσε εισόδημα μεταξύ 10.000 έως 15.000 ευρώ, για το 2023, ανήλθε στο 36,24% επί του συνόλου των επιχειρήσεων αυτών, έναντι ποσοστού 11.99% για το 2022.”

Ήταν αυτή η εξέλιξη που επέτρεψε στον υπουργό Οικονομίας/Οικονομικών να ισχυριστεί πως “τα περσινά έσοδα από τη μείωση της φοροδιαφυγής, που προήλθαν από την επέκταση των ηλεκτρονικών συναλλαγών και τη σύνδεση των ταμειακών μηχανών με τα POS, ξεπέρασαν τα 2 δισ. Ευρώ” και πως χάρις σε αυτά τα πρόσθετα έσοδα θα μπορέσει η κυβέρνηση να μειώσει τους φόρους (…στους πλούσιους).

Τέλος, είναι να απορεί κανείς με την παραπομπή που κάνει ο ΔΠ σε δήλωση του διοικητή της Τράπεζας Ελλάδας, Γιάννη Στουρνάρα, για παραοικονομία 40%. Γιατί στις 31/10/2023 μιλώντας  στο 19ο Tax Forum ο κ. Στουρνάρας δήλωνε: “Στο ένα πέμπτο περίπου (20,9% ) του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος της χώρας ανέρχεται, σύμφωνα με εκτιμήσεις, το μέγεθος της παραοικονομίας στην Ελλάδα”!

Συνεπώς, αν υπήρξε μία υπερβολή στον διάλογο που έγινε για την παραοικονομία, αυτή δεν ήταν η υποτίμηση αλλά η υπερτίμηση αυτής και συνακόλουθα της φοροδιαφυγής. Οι στατιστικές μετρήσεις και οι αναλύσεις που βασίζονται σε αυτές υπόκεινται πάντα σε πιθανά λάθη και πρέπει γι’ αυτό να τίθενται στην κρίση της διεπιστημονικής ανάλυσης. Αυτό δεν μειώνει, ωστόσο, σε τίποτα την χρησιμότητα τους και δεν είναι τυχαίο που οι κοινωνικές επιστήμες, συμπεριλαμβανομένης της πολιτικής επιστήμης, προστρέχουν ολοένα και περισσότερο σε αυτές για να εξηγήσουν τα κοινωνικά φαινόμενα.

About Author

Διαβάστε επίσης

Από τον ίδιο αρθρογράφο