Κύρκος Δοξιάδης* Αναδημοσίευση από Efsyn
Το θλιβερό φαινόμενο των ατομικών αποχωρήσεων από τον ΣΥΡΙΖΑ, οι οποίες συνεχίζονται ασταμάτητα, αποτελεί ένδειξη ότι και πολλοί/ές από όσους/ες εξακολουθούν (προς το παρόν) να παραμένουν κλυδωνίζονται από ένα σοβαρότατο, υπαρξιακών διαστάσεων, δίλημμα. Δεν αντέχουν να ανήκουν σε κόμμα που έχει πρόεδρο έναν νεοφιλελεύθερο οπορτουνιστή. Από την άλλη, πιστεύουν πως η ατομική αποχώρηση μπορεί να είναι ανακουφιστική για τους εαυτούς τους, αλλά δεν βοηθάει την υπόθεση της Αριστεράς. «Το παλεύουν» λοιπόν είτε να καταφέρουν να αναστρέψουν την κατάσταση και κάπως να αναιρεθεί στην πράξη το γεγονός της εκλογής του Κασσελάκη είτε να αποχωρήσουν συντεταγμένα δημιουργώντας ένα νέο κόμμα με επαρκή εκπροσώπηση στη Βουλή.
Η αντικειμενικά δύσκολη κατάσταση δυσχεραίνεται περαιτέρω από το ότι από τους «πιστούς» του Κασσελάκη εξαπολύονται διαρκώς, κατά λιγότερο ή περισσότερο επιθετικό τρόπο, κάποια επιχειρήματα εναντίον μιας τέτοιας συλλογικής πράξης. Οσοδήποτε κακοπροαίρετα, τα επιχειρήματα αυτά χρειάζονται απάντηση, διότι επηρεάζουν τον κόσμο αλλά και την ίδια την κρίση όσων αγωνιούν για το παρόν και το μέλλον της Αριστεράς παραμένοντας (ακόμη) στον ΣΥΡΙΖΑ. Είναι κυρίως τριών ειδών.
(α) «Ο Κασσελάκης έχει εκλεγεί με δημοκρατική διαδικασία, σύμφωνα με το ισχύον καταστατικό του κόμματος». Δεν θα επιμείνω εδώ για πολλοστή φορά στη ριζική διαφωνία μου με τον τρόπο εκλογής «από τη βάση» και στο ότι την είχα αρχικά εκφράσει από τότε που είχε διατυπωθεί ως πρόταση από τον Αλέξη Τσίπρα. Κάποιος θα μου αντιτείνει: «Ε και; Τι μας νοιάζει η διαφωνία σου (σας); Ψηφίστηκε ή δεν ψηφίστηκε από το 3ο Συνέδριο τούτη η διαδικασία εκλογής;». Θα αναφερθώ όμως στο τι ακριβώς σημαίνει αυτού του είδους η «δημοκρατικότητα».
Σύμφωνοι, ο Κασσελάκης εκλέχτηκε δημοκρατικά, από όσους πλήρωσαν 2 ευρώ και ψήφισαν, είτε ήταν ήδη μέλη του κόμματος είτε όχι. Δηλαδή, από όποιους Ελληνες πολίτες ήθελαν να ψηφίσουν. Δεν πρόκειται για κάποια εκλογή που διεκπεραιώθηκε μέσα από συλλογικές διαδικασίες μελών που μετείχαν σε οργανώσεις και που είχαν ήδη έμπρακτα δείξει ότι ανήκουν ιδεολογικά, πολιτικά, ηθικά στον χώρο του ΣΥΡΙΖΑ και σε ό,τι αυτός εκπροσωπούσε κοινωνικά-ταξικά. Δεν υπάρχει συντροφική δέσμευση προς τις ψήφους υπέρ του Κασσελάκη, όπως δεν υπάρχει συντροφική δέσμευση προς τις ψήφους υπέρ της Ν.Δ. Εχουμε λοιπόν ΑΚΡΙΒΩΣ ΤΟ ΙΔΙΟ ηθικό και πολιτικό δικαίωμα να αγωνιστούμε χρησιμοποιώντας κάθε νόμιμο μέσο για την ανατροπή του με το δικαίωμα που έχουμε να αγωνιστούμε για την ανατροπή του Μητσοτάκη.
(β) «Ο Κασσελάκης, ως εκλεγμένος πρόεδρος, έχει κάθε λόγο να παραπέμψει για διαγραφή κάποιο στέλεχος που δημόσια τον καταγγέλλει για διαπλοκή ή αντιπολιτεύεται το ίδιο το κόμμα». Κατ’ αρχάς η λέξη «διαπλοκή» δεν είναι νομικός όρος. Να λες ότι ο Κασσελάκης σχετίζεται με τη διαπλοκή δεν σημαίνει ότι καταγγέλλεις πως χρηματίζεται παρανόμως. Στην προκειμένη περίπτωση, σημαίνει κάτι που πολλοί υποστηρίζουν και δημόσια, εμού συμπεριλαμβανομένου: ότι ιδεολογικά και πολιτικά είναι εκπρόσωπος του μεγάλου κεφαλαίου και των συμφερόντων του. Συνεπώς, η παραπομπή για διαγραφή του Στέφανου Τζουμάκα, αλλά βέβαια και των Δημήτρη Βίτσα, Πάνου Σκουρλέτη, Νίκου Φίλη, όχι απλώς δεν ήταν δικαιολογημένη. Ηταν έσχατη πρόκληση, απροκάλυπτη ένδειξη πρωτοφανούς αυταρχισμού.
Στο Προοίμιο του καταστατικού του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ. υπάρχει η φράση: «Στρατηγικός στόχος του [του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ.] παραμένει ο σοσιαλισμός με δημοκρατία και ελευθερία όπως αυτός μπορεί να διεκδικηθεί στις σημερινές συνθήκες». Ο Κασσελάκης δεν χάνει ευκαιρία να επιδεικνύει πολλαχώς την προσήλωσή του στα ιδεώδη του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού. Στην ομιλία του στη Γ.Σ. του ΣΕΒ, όρισε τον δικό του στρατηγικό στόχο: «Οραμά μας είναι μια Ελλάδα […] όπου η σύννομη επιχειρηματικότητα ανθίζει. Οπου το κράτος δεν παρεμποδίζει, αλλά βοηθά ουσιαστικά την ιδιωτική πρωτοβουλία, από όπου και αν προέρχεται». Οσο αρρωστημένη φαντασία κι αν διαθέτει κανείς, δεν θα μπορούσε να συνδυάσει τον καταστατικά κατοχυρωμένο στρατηγικό στόχο του κόμματος με το «όραμα» του Κασσελάκη. Αυτό και μόνο θα αρκούσε για να παραπεμφθεί ΕΚΕΙΝΟΣ για κατάφωρη παραβίαση της πιο στοιχειώδους καταστατικής αρχής του ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ.
(γ) «Ποιος μπορεί να αναλάβει την ευθύνη να διασπάσει το κόμμα με αποτέλεσμα να μην είναι πλέον ο ΣΥΡΙΖΑ αξιωματική αντιπολίτευση;». Αν κρίνουμε από τις πρόσφατες δημοσκοπήσεις, με πρόεδρο τον Κασσελάκη είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν ο ΣΥΡΙΖΑ θα παραμείνει αξιωματική αντιπολίτευση ούτως ή άλλως. Στις παρούσες συνθήκες, αυτό που προέχει είναι να υπάρχει στη Βουλή αριστερό κόμμα (πλην του ΚΚΕ). Και όχι μια κοινοβουλευτική ομάδα με γραμματέα την υπέρμαχο της «μεταφοράς στην πολιτική του πνεύματος του ανταγωνισμού της ελεύθερης αγοράς».
*Ομότιμος καθηγητής της Κοινωνικής Θεωρίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών