Ένας ενδιαφέρων ιδεολογικός διάλογος..

Ένας ενδιαφέρων ιδεολογικός διάλογος ανάμεσα στους σ. Κώστας Καλλωνιάτης , συνεργάτη μας στο Redlines, και σ. Δημήτρης Παπανικολόπουλος στις σελίδες της Η εποχή.

Παραθέτουμε και τα δύο κείμενα παρακάτω. 

Η εντός των τειχών στρέβλωση του μαρξισμού

Κώστας Καλλωνιάτης  13 Σεπτεμβρίου, 2024

Αναδημοσίευση από Η εποχή

Είθισται, οι ιδεολογικές και πολιτικές επιθέσεις που, ιδιαίτερα σε περιόδους κρίσης, δέχεται ο Μαρξισμός να αφορούν τη στρέβλωση του από τη Δεξιά και την αναθεώρηση του από τον χώρο της σοσιαλδημοκρατικής, κυρίως, Αριστεράς. Προκαλεί αρνητική εντύπωση, ωστόσο, η διαπίστωση στρέβλωσης του από την Αριστερά και δη τη Νέα Αριστερά. Γιατί, το άρθρο του Δημήτρη Παπανικολόπουλου στην ΕΠΟΧΗ της 12/5/2024, «Εργασία, βία και ισότητα: ο Μαρξ μεταξύ φιλελεύθερης παράδοσης και «υπαρκτού σοσιαλισμού», συνιστά μία επίθεση από τα δεξιά στον Μαρξ, καθώς τον συνδέει με τον.. “κομμουνιστικό ολοκληρωτισμό”.

Ο ΔΠ βασίζεται στις διαπιστώσεις της Hannah Arendt («Ο Καρλ Μαρξ και η παράδοση της δυτικής πολιτικής σκέψης») σχετικά με τις προτεραιότητες που δίνει ο Μαρξ στην εργασία έναντι της ελευθερίας, στη βία έναντι του λόγου και στην ισότητα έναντι της ελευθερίας, τις οποίες ο ΔΠ αποκαλεί “…συγκλονιστικές καινοτομίες που…ήταν ταυτόχρονα και τα στοιχεία που λειτούργησαν ως κερκόπορτες για τους θιασώτες του μπολσεβίκικου ολοκληρωτισμού που τελικά επιτέθηκαν στην ίδια αυτή φιλελεύθερη παράδοση”. Αυτές τις τρεις πρωταρχικότητες θεωρεί ο ΔΠ πως αναγνωρίζονται τόσο στην κομμουνιστική πραγματικότητα του 20ού αιώνα, όσο και στη φιλοσοφία του Μαρξ. Όπως χαρακτηριστικά τονίζει, “…οι παρατηρήσεις της Άρεντ είναι ανεκτίμητης αξίας, καθώς μας επιτρέπουν να κατανοήσουμε μια ακόμη αντινομία του μαρξικού έργου…”

Με βάση τα παραπάνω έχουμε να παρατηρήσουμε τα εξής:

1. Δεν είναι εδώ ο χώρος να ασκήσουμε κριτική ούτε στο συγκεκριμένο, ανολοκλήρωτο, έργο της Άρεντ, το οποίο απερίσκεπτα εκθειάζει ο ΔΠ, ούτε πολύ περισσότερο στο συνολικό της έργο, το οποίο μαρξιστές έχουν επικρίνει σε βάθος. Αξίζει να πούμε μόνο πως οι ιδεολογικές της καταβολές ήταν οι μεταφυσικοί Έντμουντ Χούσερλ, (ιδρυτής της φαινομενολογίας), Μάρτιν Χάϊντεγκερ, (θεμελιωτής του υπαρξισμού και σύμβουλος παιδείας στη ναζιστική Γερμανία), και Καρλ Γιάσπερς, (υπαρξιστής φιλόσοφος, θεολόγος και ψυχίατρος). Η Άρεντ ως στοχάστρια, άλλωστε, θεωρείται πολιτικά κεντρώων πεποιθήσεων και ότι στάθηκε υπέρ του δυτικού status quo μετά τον 2ο ΠΠ.

2. Είναι τουλάχιστον αξιοπερίεργο για κάποιον που συμμετέχει στη Νέα Αριστερά, η οποία έφυγε από τα αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ –κόμμα που δεχόταν τον μαρξισμό ως μέθοδο ανάλυσης- να ασκεί κριτική στον μαρξισμό από τα δεξιά, καλυπτόμενος πίσω από κάποιες ανολοκλήρωτες αλλά εργαλειοποιημένες εκτιμήσεις της Άρεντ (το βιβλίο γράφτηκε 27 χρόνια μετά τον θάνατο της…).

3. Είναι απαράδεκτο, δε, να μιλά αριστερός σήμερα για “μπολσεβίκικο ολοκληρωτισμό” τη στιγμή που (α) ανθεί παντού γύρω μας ο διεθνής κρατικομονοπωλιακός ολοκληρωτισμός κι ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος, (β) προέρχεται από το ευρωκομμουνιστικό ρεύμα που έκανε σαφή διάκριση μεταξύ κομμουνισμού και μπολσεβικισμού από την μία και σταλινισμού από την άλλη, και (γ) όταν επί μπολσεβίκων το κυρίαρχο στοιχείο ήταν η συμβουλιακή δημοκρατία των εργατών.

4. Ακόμη, είναι αδιανόητο αριστερός να μιλά για “κομμουνιστικό ολοκληρωτισμό” όταν το 1981 ο παραδοσιακός δεξιός Παναγιώτης Κανελλόπουλος δήλωνε μεταξύ άλλων: “Αυτό που υπάρχει στη Σοβιετική Ένωση, στη Βουλγαρία ή στην Τσεχοσλοβακία κτλ., δεν είναι ολοκληρωτικό καθεστώς. Δεν έχει σχέση με τα καθεστώτα του Χίτλερ ή του Μουσολίνι. Ανταποκρίνεται σε μια ιστορική επιταγή, ενώ δεν ανταποκρινόταν σε κάτι τέτοιο ούτε το καθεστώς του Χίτλερ, ούτε το καθεστώς του Μουσολίνι…”. Η ίδια η Άρεντ, άλλωστε, μετά τον θάνατο του Στάλιν ισχυρίστηκε πως η ΕΣΣΔ δεν είναι πια ολοκληρωτικό κράτος.

5. Η κατηγορία που ιδεαλιστικά ο ΔΠ απευθύνει στον Μαρξ, ότι δηλαδή προτάσσει την εργασία και την ισότητα έναντι της ελευθερίας, έχει απαντηθεί από τον Μαρξ: “Το βασίλειο της ελευθερίας αρχίζει στην πραγματικότητα εκεί που παύει η εργασία να υπαγορεύεται από ανάγκη και από εξωτερική σκοπιμότητα. Βρίσκεται, επομένως, από αυτή τη φύση του πράγματος πέρα από τη σφαίρα της καθεαυτό υλικής παραγωγής… Πέρα από αυτό αρχίζει η ανάπτυξη των δυνάμεων του ανθρώπου, σαν αυτός καθεαυτός σκοπός, το πραγματικό βασίλειο της ελευθερίας, που μπορεί όμως να ακμάσει μόνο πάνω στη βάση εκείνου του βασιλείου της ανάγκης. Ο βασικός όρος είναι η συντόμευση της εργάσιμης ημέρας» (Καρλ Μαρξ, Το Κεφάλαιο (τόμος τρίτος), σ. 1007 – 1008). Όσο μειώνεται η ανάγκη της επιβίωσης, τόσο αυξάνει η δυνατότητα της ελευθερίας.

6. Ο ισχυρισμός του ΔΠ πως για τον Μαρξ “είναι η εργασία, δηλαδή ο καταναγκασμός, που μας μετατρέπει σε ανθρώπους, κι όχι η ελευθερία” αποτελεί καθαρή στρέβλωση. Για τον Μαρξ ο καταναγκασμός αυτός μας μετατρέπει σε σκλάβους και υποζύγια. Όλο το έργο του Μαρξ αυτό καταδεικνύει καλώντας στην σοσιαλιστική επανάσταση.

7. Δεν είναι η εργασία το κύριο γνώρισμα του ανθρώπου κατά Μαρξ (ΔΠ), αλλά η ικανότητα σκέψης και δράσης μέσω της κοινωνικοποίησης: “ο άνθρωπος είναι ο κόσμος του” (Μαρξ).. Εργασία ασκούν και τα ζώα όταν φτιάχνουν τη φωλιά τους, όταν κυνηγούν, ή όταν ορισμένα χρησιμοποιούν εργαλεία.

8. Τέλος, ο ΔΠ ασκεί κριτική στην άποψη του Μαρξ για το ότι η βία είναι η μαμή της ιστορίας και ότι η επαναστατική βία είναι η κατεξοχήν πολιτική πράξη, άποψη που “διαρρηγνύει τη σχέση πολιτικής και λόγου που είχε εδραιωθεί στην αρχαία ελληνική φιλοσοφική παράδοση, καθώς η βία είναι κατ’ εξοχήν βουβή”. Όμως, η βία όχι βουβή δεν είναι, αλλά κραυγάζει από παντού πόσο καθοριστική είναι για τις εξελίξεις. Και δεν είναι μόνο οι πόλεμοι, οι επαναστάσεις και οι αντεπαναστάσεις που διαπνέονται από βία, αλλά και η κρατική καταστολή κάθε διαμαρτυρίας, η βία στους χώρους εργασίας, στους δρόμους, τα σχολεία και την οικογένεια, όπως και η ιδεολογική βία που ασκείται με τις απαγορεύσεις και την πλύση εγκεφάλου των ΜΜΕ. Ακόμη, η βία δεν ακολουθεί μόνο τις επαναστάσεις αλλά και τις μεταρρυθμίσεις, καθώς η άρχουσα τάξη αντιδρά σε αμφότερες (βλ. Χιλή του Αλιέντε, τραπεζική βία που ασκήθηκε επί ΣΥΡΙΖΑ με φυγή κεφαλαίων και capital controls). Παρά ταύτα, οι Μαρξ και Ένγκελς πίστευαν πως μπορούσαν να υπάρξουν και ειρηνικές επαναστάσεις σε χώρες όπως οι Βρετανία, Ολλανδία και ΗΠΑ, όπου η εργατική τάξη ήταν δυνατή ή ο μηχανισμός του γραφειοκρατικού κράτους αδύνατος.

Κατόπιν τούτων, και ενόψει του συνεδρίου της ΝΑ, καλό θα ήταν να αποφεύγονται στον χώρο μας εύκολες και επιπόλαιες επικρίσεις του Μαρξισμού. Για τον Μαρξ και τις αναλύσεις του έχουν γραφεί εκατοντάδες χιλιάδες σελίδες παγκοσμίως με προσοχή, σεβασμό και αξιολόγηση βάθους. Δεν νοείται καμία απόρριψη και διαγραφή τους σε μία σελίδα γραμμένη στο γόνατο. Ο συνδυασμός άγνοιας και αλαζονείας μας εκθέτει ανεπανόρθωτα.

Σημείωση: για μία σε βάθος κριτική της αντιδραστικής έννοιας του ολοκληρωτισμού της Αρέντ, δείτε: “Ολοκληρωτισμός”, μια θλιβερή ιστορία μιας μη-έννοιας – RedLines

———————————————————————————————

«Τον Μαρξ δεν θα τον πιάνεις στο στόμα σου…! Τον Μαρξ…!»

Δημήτρης Παπανικολόπουλος  13 Σεπτεμβρίου, 2024

Αναδημοσίευση από Η εποχή

Στην Αριστερά ενδημεί το είδος του ιεροεξεταστή που αποφασίζει ποιος έχει υποπέσει σε αμαρτήματα κατά των ιερών κειμένων, και άρα πρέπει να μετανοήσει ή να τιμωρηθεί. Ο Κώστας Καλλωνιάτης θεωρεί ότι εγώ σε πρόσφατη βιβλιοκριτική μου για τη Χάννα Άρεντ εξαπέλυσα «επίθεση από τα δεξιά στον Μαρξ». Προφανώς τίποτα τέτοιο δεν συνέβη, αλλά, όταν κάποιος αφενός αντιμετωπίζει τον μαρξισμό ως θρησκόληπτος και αφετέρου τυφλώνεται από την πολιτική του εμπάθεια, βλέπει πολλά…οράματα.

Ένας τρόπος για να αναβαθμιστείς μέσα στην ομάδα σου είναι να υποδεικνύεις κοινούς εχθρούς και να δείχνεις ότι τους πολεμάς. Αυτό το ιδιοτελές κίνητρο τρέφεται από και τρέφει το «ναρκισσισμό των μικρών διαφορών» που είναι ενδημικός σε μικρούς χώρους ιδεών, όπου ο διπλανός απειλεί την ταυτότητά σου περισσότερο από τον απέναντι: ο απέναντι σου χρειάζεται για να οριστείς ως αντίπαλός του, ο διπλανός μπορεί να σε επισκιάσει. Έτσι, μια ταυτοτική συλλογική ανάγκη συναντιέται με μια ιδιοτελή προσωπική φιλοδοξία. Η συνάντηση αυτή θρέφει ένα ράλι υπερβολής στην προσπάθεια των ανθρώπων να εμφανιστούν ως οι αυθεντικοί εκπρόσωποι μιας ομάδας ή οι πιο αποτελεσματικοί μαχητές τους. Στη θεωρία αυτό το ονομάζουμε radical flanking.

Μ’ αυτά και μ’ εκείνα απέκτησα τον προσωπικό μου hater, που στην προηγούμενη απόπειρά του να με παρουσιάσει ως δούρειο ίππο της Κεντροαριστεράς είχε ανακαλύψει στο πρόσωπό μου τον ιθύνοντα νου πίσω από το ολέθριο για την καθ’ ημάς Αριστερά κοινό σχέδιο Έφης Αχτσιόγλου – Νίκου Παππά, μόνο και μόνο για να στηρίξει την υποψηφιότητα Τσακαλώτου – βέβαια εγώ δεν είχα σχέση με κανέναν από τους δύο και φαντάζομαι ότι θα γελούσαν με τον μαρξιστή Κλουζώ, χώρια που ο τελευταίος θα νιώθει μάλλον άβολα που τώρα εγώ, αυτός, η Αχτσιόγλου και ο Τσακαλώτος βρισκόμαστε στο ίδιο κόμμα. Θα μου πείτε πως τέτοιες υπερβολές συνηθίζονται στις πολιτικές αντιπαραθέσεις. Αλήθεια είναι.

Το κυνήγι μαγισσών, όμως, είναι μια σταλινική πρακτική που χρήζει αντιμετώπισης. Οπότε θα απαντήσω στα σημεία κριτικής του ΚΚ ένα προς ένα.

  1. Δεν εκθειάζω εγώ «απερίσκεπτα» το έργο της Άρεντ, το εκθειάζει η παγκόσμια διανόηση, και δικαίως. Και το γεγονός ότι της έχουν ασκηθεί κριτικές από μαρξιστές δεν σημαίνει τίποτα για την ποιότητα του έργου της. Όπως δεν σημαίνει τίποτα για την ποιότητα του έργου του Μαρξ ότι του έχουν ασκηθεί κριτικές από μαρξιστές και μη (πχ. ο Μαρξ δεν κατανόησε τη δυναμική του εθνικισμού –αν και ζούσε στον αιώνα των εθνών-κρατών–, την ανάδυση των μεσαίων στρωμάτων, την αποικιοκρατία, κ.ά., ενώ το έργο του συχνά χαρακτηρίζεται από οικονομικό ντετερμινισμό). Η θρησκευτική προσήλωση στα ιερά κείμενα και η απόρριψη της προσφοράς των άλλων στη σκέψη είναι δείγμα δογματικού, οπαδού, θρησκόληπτου. Όπως και η απόρριψη της Άρεντ επειδή οι μέντορές της ήταν οι Χούσσερλ, Χάιντεγκερ και Γιάσπερς που ανήκουν σε άλλο φιλοσοφικό ρεύμα (φαινομενολογία και υπαρξισμός) – μήπως να απορρίψουμε και τον Μαρξ επειδή βασίστηκε στον Χέγκελ, συγγραφέα της Φαινομενολογίας του πνεύματος, βασικό εκπρόσωπο του γερμανικού ιδεαλισμού ; Νομίζω πως ο ΚΚ ταιριάζει περισσότερο στο ΚΚ όπου δεν κατανοούν την αλληλεπίδραση των φιλοσοφικών ρευμάτων, όπου απορρίπτουν συλλήβδην όλες τις άλλες φιλοσοφικές παραδόσεις εκτός του μαρξισμού, όπου αδυνατούν να διαβάσουν κριτικά το έργο του Μαρξ, όπου αρέσκονται –όπως και ο ίδιος– στο κυνήγι μαγισσών. Εκεί θα βρει μαζεμένους όσους θεωρούν ότι στο πλαίσιο του Ψυχρού Πολέμου, όπου έγραφε η Άρεντ, η υπεράσπιση του σοβιετικού ολοκληρωτισμού ήταν προτιμότερη από την «κεντρώα» θέση της Άρεντ.
  2. Το δεύτερο σημείο είναι χαρακτηριστικό δείγμα γραφής του φανατισμένου οπαδού: υποτίθεται ότι εγώ ασκώ κριτική στο μαρξισμό «από τα δεξιά καλυπτόμενος πίσω από κάποιες ανολοκλήρωτες αλλά εργαλειοποιημένες εκτιμήσεις της Άρεντ». Δεν έχει καν την εντιμότητα να αναφέρει ότι πρόκειται για βιβλιοκριτική, όπου –όπως όλοι/ες γνωρίζουμε– μιλάς για…τη συγγραφέα, για μια συγγραφέα που γράφει για το…μαρξισμό, για ένα πόνημα που…δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει. Όσον αφορά τώρα στη «δεξιά» κριτική, θα καταλάβετε αμέσως τι εννοεί…
  3. Ο ΚΚ αμφισβητεί ότι είμαι αριστερός και ότι εντάσσομαι στο ευρωκομμουνιστικό ρεύμα, γιατί αναφέρομαι στα καθεστώτα του ανατολικού μπλοκ με τον όρο που χρησιμοποίησε η Άρεντ: μπολσεβικικός ολοκληρωτισμός. Γιατί; Γιατί «ανθεί παντού γύρω μας ο διεθνής κρατικομονοπωλιακός ολοκληρωτισμός κι ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος». Όμως, η ιστορική αποτίμηση έχει ήδη γίνει και τα καθεστώτα αυτά κρίθηκαν και απορρίφθηκαν ως ολοκληρωτικά. Και έτσι καταχωρούνται στο πλαίσιο της σύγχρονης πολιτικής επιστήμης, την οποία θεραπεύω. Επομένως, δεν μπορώ να ικανοποιήσω τη λογοκριτική και αντιεπιστημονική αξίωση του ΚΚ στο όνομα ενός νέου Ψυχρού Πολέμου όπου το ψέμα στη δική μας υπηρεσία υποτίθεται ότι είναι καλύτερο από μια αλήθεια στην υπηρεσία του αντιπάλου. Τώρα, το γεγονός ότι το ευρωκομμουνιστικό ρεύμα έκανε θεωρητική «διάκριση μεταξύ κομμουνισμού και μπολσεβικισμού από την μία και σταλινισμού από την άλλη», δεν σημαίνει ότι οι επίγονοι του Μαρξ δεν χρησιμοποίησαν τα στοιχεία της μαρξικής φιλοσοφίας που υποδεικνύει η Άρεντ με τρόπο που διευκόλυνε τη δικαιολόγηση του ολοκληρωτισμού στο όνομα του Μαρξ. Και γιατί άλλο δεν μπορούμε να μιλάμε για «μπολσεβικικό ολοκληρωτισμό»; Επειδή, «επί μπολσεβίκων το κυρίαρχο στοιχείο ήταν η συμβουλιακή δημοκρατία των εργατών». Δυστυχώς, ήταν οι ίδιοι οι μπολσεβίκοι που κατήργησαν τη συμβουλιακή δημοκρατία των εργατών και ποτέ δεν επανέφεραν.
  4.  Ο ΚΚ επιστρατεύει ό,τι μπορεί για να υποστηρίξει ότι «είναι αδιανόητο αριστερός να μιλά για κομμουνιστικό ολοκληρωτισμό»: α) τον Π. Κανελλόπουλο, που δήλωσε, προκειμένου να στηρίξει το αίτημα αναγνώρισης της Εαμικής Αντίστασης το 1981 ότι τα κομμουνιστικά κράτη δεν ήταν ολοκληρωτικά, όπως ήταν τα φασιστικά. Αυτή η αποστροφή του, όμως, δεν αναιρεί το γεγονός ότι ο Κανελλόπουλος απεχθανόταν όλη του τη ζωή τον «υπαρκτό σοσιαλισμό» για τον ολοκληρωτισμό του. β) Την ίδια την Άρεντ που, όπως λέει ο ΚΚ, «μετά τον θάνατο του Στάλιν ισχυρίστηκε πως η ΕΣΣΔ δεν είναι πια ολοκληρωτικό κράτος». Αυτό, όμως, αποτυπώνει μια ιδιαίτερη στιγμή: της ελπίδας ότι θα ακολουθούσε ουσιαστική φιλελευθεροποίηση. Έπεσε προφανώς έξω… Δυστυχώς γι’ αυτόν, δεν μπορεί να επιστρατεύσει τους καθ’ ύλην αρμόδιους να αποφανθούν: την παγκόσμια κοινότητα των πολιτικών επιστημόνων η οποία έχει κατατάξει αυτά τα καθεστώτα στα ολοκληρωτικά, με επιστημονικά κριτήρια που αφορούν το επίπεδο των πολιτικών ελευθεριών, τη διενέργεια ή μη ελεύθερων εκλογών, την ελευθερία του Τύπου και της Δικαιοσύνης, την ύπαρξη ανεξάρτητων κομμάτων, συνδικάτων και άλλων οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών, το επίπεδο καταστολής κλπ.
  5. Την ένταση που πραγματεύεται η Άρεντ μεταξύ εργασίας και ελευθερίας στο μαρξικό έργο ο ΚΚ την αντιπαρέρχεται με ένα γνωστό τσιτάτο του Μαρξ. Ο ΚΚ δεν κατανοεί ότι η μαρξική ιδέα περί πρωτοκαθεδρίας της εργασίας που θα οδηγήσει στην ελευθερία μέσω της μείωσης του εργάσιμου χρόνου μπορεί να οδηγήσει, λόγω της διαλεκτικής μέσων και σκοπών και λόγω της ετερογονίας των σκοπών, σε εργαλειοποίηση της ζωής στο όνομα μιας μελλοντικής ανταμοιβής. Μπορεί και όχι. Όμως, συνέβη και συμβαίνει.
  6. Το 6ο και 7ο σημείο του ΚΚ παρουσιάζουν σαν δική μου θέση μια θέση της Άρεντ και μάλιστα έξω από το φιλοσοφικό της συγκείμενο: σκέτη εντυπωσιοθηρία. Το θέμα είναι αν το βασικό γνώρισμα του ανθρώπου για τον Μαρξ είναι η εργασία (Άρεντ) ή η ικανότητα για σκέψη και δράση μέσω της κοινωνικοποίησης (ΚΚ). Προφανώς τα συναντάμε και τα δύο στο μαρξικό έργο. Όμως, η Άρεντ προσπαθεί να εντοπίσει τα καινοτομικά στοιχεία του Μαρξ σε σχέση με τη δυτική φιλοσοφική παράδοση που ούτως ή άλλως θεωρούσε την ικανότητα σκέψης και δράσης ειδοποιό γνώρισμα του ανθρώπου. Η εργασία ως βασικό γνώρισμα του ανθρώπου, λοιπόν, είναι το καινοτομικό στοιχείο του μαρξικού έργου.
  7. Το τελευταίο σημείο προδίδει την αδυναμία του ΚΚ να κατανοήσει τη θέση της Άρεντ για τη βία. Η Άρεντ δεν αμφισβητεί –ούτε κι εγώ– ότι η βία είναι η μαμή της Ιστορίας ή ότι οι λαϊκές τάξεις είναι θύματα βίας –δεν μπαίνει σε αυτή τη συζήτηση–, αμφισβητεί ότι η βία πρέπει να αναχθεί στην κατεξοχήν πολιτική πράξη έναντι του λόγου.

Οι τελικές κατηγορίες πάντως (επιπόλαιος, δεν σέβεται, γράφει στο γόνατο, άγνοια, αλαζονεία) φέρνουν έναν αέρα…γυμνασιάρχη. Ψυχραιμία…

About Author

Διαβάστε επίσης

Από τον ίδιο αρθρογράφο