Νοέ 14, 2025 – 12:11 Κώστας Καλλωνιάτης Η ΕΠΟΧΗ
Στον δρόμο προς το συνέδριο της Νέας Αριστεράς (ΝΕΑΡ) προέκυψε μία σοβαρή διάσταση πολιτικής γραμμής στα κεντρικά όργανα όσον αφορά τις προτεραιότητες: θα δώσουμε προτεραιότητα στην προγραμματική και οργανωτική ανασυγκρότηση του χώρου της ριζοσπαστικής και ανανεωτικής Αριστεράς ως βάση οποιαδήποτε σύγκλισης με άλλες αριστερές δυνάμεις, ή θα προτάξουμε τη διαμόρφωση μιας “προοδευτικής”, δημοκρατικής, λαϊκομετωπικής συμμαχίας με μικρές έστω πιθανότητες να διώξει άμεσα τον Μητσοτάκη;
Την πρώτη εκδοχή υπερασπίστηκε με επιτυχία η πλειοψηφούσα στο ΠΓ και την ΚΕ άποψη, ενώ τη δεύτερη η μειοψηφούσα η οποία, ωστόσο, επιμένει με συγκέντρωση υπογραφών για δημοψήφισμα να αποτανθεί στην κρίση της βάσης προκειμένου να μεταβάλλει τον συσχετισμό και το αποτέλεσμα. Βεβαίως, επιχειρήματα αρκετά ακούστηκαν εκατέρωθεν, όπως πχ ότι ο λαός απαιτεί να φύγει ο Μητσοτάκης, ότι η δημοκρατία καταστρέφεται με αυτή την κυβέρνηση κι ότι ο χρόνος στερεύει, κι ότι η ΝΕΑΡ απέτυχε να αποτελέσει αυτόνομο ριζοσπαστικό πόλο (μειοψηφούσα πλευρά), ή πως με τους υπάρχοντες συσχετισμούς οποιαδήποτε συμμαχική κυβέρνηση της κεντροαριστεράς θα είναι καρικατούρα Λαϊκού Μετώπου (ΛΜ), χωρίς κοινωνική δυναμική και ανίκανη να ρίξει την κυβέρνηση, καθώς το ΠΑΣΟΚ αδιαφορεί, ο ΣΥΡΙΖΑ διαλύεται ακολουθώντας τον Τσίπρα, ενώ ο τελευταίος προσχωρεί στο κέντρο μεσσιανικά χωρίς να έχει καν κόμμα ή πρόγραμμα (πλειοψηφούσα πλευρά).
Συμφωνώντας κατά βάση με την πλειοψηφούσα άποψη και διαφωνώντας ουσιαστικά με την μειοψηφούσα θέλω να επισημάνω εδώ τέσσερις κατά τη γνώμη μου στρατηγικές ανακολουθίες στην οπτική των “λαϊκομετωπικών”:
Πρώτο, η καπιταλιστική κρίση βρίσκεται σε διαδικασία κλιμάκωσης κι όχι αποκλιμάκωσης όπως δείχνουν να πιστεύουν οι μειοψηφούντες (πχ Τζανακόπουλος επανειλημμένα στο παρελθόν) – μαζί με τον Τσίπρα – ευελπιστώντας σε μία σχετικά άνετη όσο και καλύτερη διαχείριση του καπιταλιστικού συστήματος με ουσιαστικές βελτιώσεις στο βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων. Θεωρούν, δηλαδή, πως όπως έκανε μέχρι σήμερα ο καπιταλισμός μέσα από τις κρίσεις του, ότι θα κατορθώσει μεσομακροπρόθεσμα να αναδιαρθρωθεί και να ανακάμψει με τη βοήθεια των νέων τεχνολογιών, αποκαθιστώντας συγχρόνως μία νέα διεθνή τάξη πραγμάτων στην οποία θα έχουν τη θέση τους και οι ανερχόμενες αναπτυξιακά χώρες του Νότου.
Δεύτερο, όταν η κρίση βαθαίνει και τα οικονομικά συμφέροντα της πλουτοκρατίας συμπιέζονται, η δημοκρατία και οι θεσμοί της διολισθαίνουν στον αυταρχισμό, την καταστολή και τον ολοκληρωτισμό προκειμένου να αυξηθεί η εκμετάλλευση της εργασίας και να αποκατασταθεί η κερδοφορία του κεφαλαίου. Πρόκειται για μία πορεία που δεν αντιστρέφεται με κάποια επιχείρηση εξυγίανσης και εκδημοκρατισμού των θεσμών, όπως πιστεύουν οι υποστηρικτές των λαϊκομετωπικών κυβερνήσεων, για τον απλό λόγο ότι η διάβρωση των θεσμών ξεκινά από πολύ πιο βαθιά, από τα οικονομικά συμφέροντα και το κράτος που τα υπηρετεί.
Τρίτο, ακριβώς επειδή με την κρίση και τον αυταρχισμό τα περιθώρια ανοχής της αστικής τάξης ακόμη και σε μικρομεταρρυθμίσεις στενεύουν απελπιστικά, ο μόνος τρόπος που έχει η Αριστερά να επιβάλλει ριζικές αλλαγές δεν είναι μέσα από πλατιές και χαλαρές κοινοβουλευτικές συμμαχίες κορυφής, αλλά μέσα από την ενοποίηση, την ενεργό συμμετοχή και στήριξη του οργανωμένου εργατικού και λαϊκού κινήματος. Τον παράγοντα αυτόν, για τον οποίο όφειλε κάθε αριστερός να έχει εξάγει τα αναγκαία συμπεράσματα από την περίοδο του 2015, είναι προφανές πως υποτιμούν οι θιασώτες της “εδώ και τώρα και με κάθε τρόπο” σύμπηξης συμμαχικού μετώπου και ακολούθως κυβέρνησης καθότι στερούνται παντελώς κοινωνικής γείωσης.
Τέταρτο, ενωτικά λαϊκομετωπικά σχήματα που εξ ορισμού αποτελούν συμπράξεις με “προοδευτικές”, δημοκρατικές, αστικοφιλελεύθερες δυνάμεις αδυνατούν να αποκτήσουν σταθερούς οργανικούς δεσμούς με το κίνημα για τον απλό λόγο ότι το μίνιμουμ εκλογικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων με το οποίο πορεύονται, το διαπερνά η λογική της συνεργασίας των τάξεων. Ως εκ τούτου τα λαϊκά μέτωπα, ακόμη κι αν προσωρινά καθυστερούν την άνοδο του φασισμού και του πολέμου, στο τέλος αποτυγχάνουν να σώσουν τον δημοκρατικό καπιταλισμό. Και η διεθνής ιστορία τους αποτελεί αδιάψευστο μάρτυρα αυτής της αλήθειας…
Κλείνοντας θέλω να εστιάσω σε μία τακτική ασυνέπεια της προεδρικής τάσης, όπως εγώ τουλάχιστον την αντιλαμβάνομαι. Στο ιδρυτικό μας συνέδριο λέγαμε πως δεν υπάρχουν στην Ελλάδα οι δύο βασικές συνθήκες που υπήρχαν στη Γαλλία για την συγκρότηση Λαϊκού Μετώπου, δηλαδή η μαζική επιρροή Αριστεράς, και η κοινωνική γείωση με κινηματική δράση κι ότι θα προσπαθούσαμε να τις διαμορφώσουμε. Σε αυτές ήλθε να προστεθεί και η ανάγκη προγραμματικής σύγκλισης, προϋπόθεση της οποίας είναι βεβαίως η ύπαρξη προγράμματος και προτάσεων από όλες τις ενδιαφερόμενες πλευρές.
Γι’ αυτό, εξάλλου, ο πρόεδρος Χαρίτσης επανειλημμένα τόνιζε πως το επιδιωκόμενο ΛΜ θα έχει προγραμματική βάση. Παραδοχή που σημαίνει πως προέχει η αποσαφήνιση και οριστικοποίηση του προγράμματος της ΝΕΑΡ στο προσεχές προγραμματικό και διαρκές συνέδριο πριν από κάθε έναρξη διαλόγου για προγραμματική σύγκλιση και σχηματισμό ΛΜ. Πως, λοιπόν, τώρα έρχεται να προτείνει με δημοψήφισμα δέσμευση για ΛΜ πριν ακόμη συγκληθεί το προγραμματικό συνέδριο και αποφασίσουμε το πρόγραμμα ; Πως προεξοφλεί ότι σε κάποιες προτάσεις που θα καταθέσουμε στο διάλογο μετά το συνέδριο θα υπάρξει σύγκλιση και συμφωνία ; Εύλογα αναζητά κανείς την συνέπεια λόγου και πράξης, όπως επίσης δικαιολογημένα ανησυχεί μήπως το πρόγραμμα και η σύγκλιση είναι τελικώς προσχηματικά. Το μόνο βέβαιο είναι πως με ένα ίδρυμα, ένα βιβλίο, και μία λίστα δεν φτιάχνεις κόμμα και πολύ περισσότερο δεν φτιάχνεις ΛΜ.
ΥΓ: Με τα τέσσερα παραπάνω στρατηγικά ατοπήματα της μειοψηφούσας τάσης θα καταπιαστώ προσεχώς σε συνέχεια 4 ξεχωριστών άρθρων.
