—
Μακρίνα Βιόλα Κώστη Αναδημοσίευση από Η ΕΠΟΧΗ.
Η περίπτωση της Google
Η τεχνητή νοημοσύνη (AI), έχοντας ήδη δείξει το δυναμικό της, πιθανότατα θα βρεθεί μέσα στα επόμενα χρόνια στην καρδιά των παραγωγικών διαδικασιών, όχι μόνο για τη βιομηχανία και τις χρηματοπιστωτικές αγορές, αλλά και για τον ίδιο τον τρόπο που διαχειριζόμαστε τη γνώση, την επιστήμη, την πολιτική. Αν κάποτε η αυτοματοποίηση αφορούσε αποκλειστικά τη χειρωνακτική εργασία, σήμερα βλέπουμε πώς εισβάλλει στα πεδία της πνευματικής εργασίας, με ρυθμούς μάλιστα που ξαφνιάζουν ακόμα κι εμάς που τη μελετάμε από μέσα.
Όπως όμως στη συζήτηση για την αυτοματοποίηση της χειρωνακτικής εργασίας το ερώτημα τελικά ήταν ποιος κατέχει τα νέα μέσα παραγωγής, έτσι και με την τεχνητή νοημοσύνη το ερώτημα παραμένει: ποιος ελέγχει αυτή τη νέα μετάβαση; Η πρόσφατη αποκάλυψη ότι η «Google» ανακάλεσε τον περιορισμό που είχε θέσει στον εαυτό της για ανάπτυξη τεχνολογιών τεχνητής νοημοσύνης για πολεμικούς σκοπούς δεν είναι απλώς μια εταιρική απόφαση. Είναι ένα ακόμη δείγμα χρήσης της τεχνητής νοημοσύνης ως εργαλείο αγοραίων συμφερόντων, αποκομμένο από κάθε θεσμική και ηθική εποπτεία.
Η «Google» από το 2018 προσπαθούσε να ισορροπήσει ανάμεσα στις διακηρυγμένες αξίες της περί ηθικής τεχνητής νοημοσύνης και στη διεκδίκηση κρατικών και στρατιωτικών συμβολαίων. Ύστερα από διαμαρτυρίες εργαζομένων, η εταιρεία αποχώρησε από το «Project Maven», ένα πρόγραμμα του Υπουργείου Άμυνας των ΗΠΑ που χρησιμοποιούσε τεχνητή νοημοσύνη για την ανάλυση βίντεο από drone. Η αντίσταση των εργαζομένων οδήγησε τότε στη διατύπωση των αρχών της για την AI, καθώς δεσμεύτηκε ότι δεν θα ανέπτυσσε τεχνολογίες για όπλα ή στρατιωτική επιτήρηση.
Πριν αλέκτορα φωνήσαι, η «Google» επέστρεψε στις στρατιωτικές συνεργασίες. Συμμετείχε στο συμβόλαιο «Joint Warfighting Cloud Capability», ύψους 9 δις δολαρίων, μαζί με τις «Microsoft», «Amazon» και «Oracle», για την παροχή cloud υπηρεσιών στο Πεντάγωνο (αναβαθμίζοντας το φθινόπωρο του 2024 το ρόλο της). Επιπλέον, υπέγραψε συμβόλαια για την παροχή AI στις Ισραηλινές Αμυντικές Δυνάμεις (IDF) μέσω του «Project Nimbus». Παρότι η «Google» προσπάθησε ν’ αποσυνδέσει το συμβόλαιο από τη στρατιωτική χρήση, έγγραφα που αποκάλυψε η Washington Post έδειξαν ότι όχι μόνο συνεργαζόταν απευθείας με την IDF, αλλά και επιτάχυνε την παροχή πρόσβασης σε AI μετά τις επιθέσεις της 7ης Οκτωβρίου. Αν και δεν είναι ξεκάθαρο πώς ακριβώς η IDF χρησιμοποιεί την AI της «Google», έχει αναφερθεί ότι το ισραηλινό στρατιωτικό σύστημα χρησιμοποιεί AI για τον εντοπισμό και την επιλογή στόχων βομβαρδισμού.
Σε έναν κόσμο όπου το κέρδος υπαγορεύει τις κατευθύνσεις της τεχνολογικής εξέλιξης, δεν μπορούμε να μένουμε αδρανείς: Η τεχνητή νοημοσύνη δεν θα υπηρετήσει την ανθρωπότητα, αν δεν τη διεκδικήσουμε εμείς οι ίδιοι.
Οι μηχανές μάθησης δεν είναι ουδέτερες, όπως καμιά τεχνολογία άλλωστε. Όποιον νεολογισμό κι αν επιστρατεύσει κανείς για να παρουσιάσει το ζήτημα ως κάτι καινοφανές (π.χ. «τεχνοφεουδαρχία»), αυτές ενσωματώνουν τις δομές ισχύος και τις ταξικές σχέσεις που κυριαρχούν στην κοινωνία, και αυτό δεν είναι νέο. Η ίδια τεχνολογία που μπορεί να αυτοματοποιήσει τη διάγνωση σε ένα νοσοκομείο, μπορεί και να εξαλείψει εκατομμύρια θέσεις εργασίας, να οξύνει τις ανισότητες, να γίνει όπλο στα χέρια κυβερνήσεων και πολυεθνικών. Δεν είναι τυχαίο ότι η ανάπτυξη των ισχυρότερων γλωσσικών μοντέλων γίνεται ερήμην των κοινωνιών και υπό το πέπλο της εταιρικής μυστικότητας.
Γι’ αυτό, το ερώτημα δεν είναι αν θα υπάρξει τεχνητή νοημοσύνη, αλλά ποιος θα την ελέγχει, προς όφελος ποιων και με ποιες προϋποθέσεις. Όπως κάθε επαναστατική τεχνολογική εξέλιξη, έτσι κι αυτή δεν είναι εξ ορισμού προοδευτική. Το στοίχημα σήμερα δεν είναι η «ηθική» (ποια ηθική;) τεχνητή νοημοσύνη, αλλά η κοινωνικά ελεγχόμενη, δημόσια και προσβάσιμη σε όλους τεχνητή νοημοσύνη.
Ζούμε σε μια εποχή όπου η πολιτική παρουσιάζεται ως κάτι απωθητικό, σκέτη διαχείριση, μια στείρα αντιπαράθεση ειδικών. Μας λένε ότι οι αποφάσεις για την τεχνολογία πρέπει να αφεθούν στις εταιρείες και στους «ειδήμονες», ότι η αγορά θα ρυθμίσει τα πάντα, ότι το μέλλον της AI είναι ήδη προδιαγεγραμμένο. Η απολιτικοποίηση δεν είναι «cool», αν και επικίνδυνο «trend» της εποχής. Η αποστροφή προς την πολιτική δεν κάνει την τεχνητή νοημοσύνη λιγότερο πολιτική. Βλέπετε, οι ιστορικές μεταβάσεις δεν συμβαίνουν μόνες τους. Χρειάζονται πολιτικές αποφάσεις, κοινωνικές διεκδικήσεις, ρήξεις με το κυρίαρχο καθεστώς (εν προκειμένω το καθεστώς της αγοράς), αμφισβήτηση των κυρίαρχων δομών εξουσίας. Αν αφήσουμε την τεχνητή νοημοσύνη στα χέρια των εταιρειών, θα γίνει το τέλειο εργαλείο της αλγοριθμικής εκμετάλλευσης αντί για εργαλείο συλλογικής απελευθέρωσης.
Αυτή την κατεύθυνση δεν θα την καθορίσει κάποιος φυσικός νόμος της τεχνολογίας, θα το καθορίσουν οι κοινωνικοί και πολιτικοί συσχετισμοί δύναμης. Και γι’ αυτό, η συζήτηση για την AI δεν μπορεί να μείνει στο επίπεδο της τεχνικής καινοτομίας. Είναι μια μάχη για το ποιος θα ελέγχει το μέλλον.